Αν και προσπαθώ να αποφεύγω την ανάγνωση των κύριων τίτλων της DC (και γενικότερα τίτλων που συνεχίζονται επ’άπειρον), η επιλογή του Ram V για τον τίτλο του Detective Comics ήταν τόσο ελκυστική που δεν κατάφερα να αντισταθώ. Σε μεγάλο βαθμό, η ανάγνωση των πρώτων τευχών (δηλαδή του πρώτου τόμου που εκκινεί το arc Gotham Nocturne) αποδείχθηκε μια παράξενη αναγνωστική εμπειρία, αφού τα έξι τεύχη του πρώτου arc πλαισιώνουν την βασική πλοκή με δύο μίνι ιστορίες που λειτουργούν ως (απαραίτητα για την κατανόηση της πλοκής) συνοδευτικά (η πρακτική αυτή δεν είναι ασυνήθιστη, αλλά λειτουργεί περίεργα μέσα στην ιστορία – περισσότερα σε λίγο). Ο Ram V (σενάριο) και ο Rafael Albuquerque (σχέδιο) έχουν αναλάβει την κεντρική πλοκή, ο Su Spurrier το σενάριο και των δύο μικρότερων ιστοριών, οι οποίες είναι σε σχέδιο της Dani (η πρώτη) και του Hayden Sherman (η δεύτερη).
Όσον αφορά το σενάριο της κεντρικής πλοκής, ο Ram V (Blue in Green, The Many Deaths of Laila Starr) μασκαρεύει την ιστορία του με έντονα γοτθική αύρα –που ταιριάζει τόσο στον Batman!-, προσθέτοντας μια μουσικότητα στην αφήγηση, η οποία ενσαρκώνεται μέσα από την παρουσία οπερατικών στοιχείων, είτε αυτά είναι αποσπάσματα από παραστάσεις, είτε κοστούμια και μάσκες υψηλής αισθητικής. Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μια ακαταμάχητη ατμόσφαιρα που ενισχύεται από την υπαρξιακής φύσεως εμβάθυνση στον Batman, ο οποίος διαπιστώνει πως η ηλικία του έχει αρχίσει να τον προδίδει ελαφρώς, μειώνοντας την αποτελεσματικότητά του. Κι όλα αυτά, την ώρα που μια ξένη οικογένεια επισκέπεται την Γκόθαμ με σκοπό να διεκδικήσει ο, τι της ανήκει, δηλαδή το κατεστραμμένο Arkham Asylum και την ίδια την πόλη! Ωστόσο, ο εισαγωγικός χαρακτήρας αυτού του arc, σε συνδυασμό με τα ελάχιστα πράγματα που συμβαίνουν όντως, περισσότερο λειτουργούν ως μια πρώτη γνωριμία με το ανανεωμένο ύφος που εισάγει ο Ram V, στρώνοντας το έδαφος για τη συνέχεια.
Παραδόξως, περισσότερο σεναριακό ζουμί έχουν οι δύο δευτερεύουσες ιστορίες. Η πρώτη εστιάζει στον James Gordon, o οποίος αναζητά πάση θυσία έναν τρόπο να αισθανθεί σημαντικός μετά τη σύνταξή του, ενώ η δεύτερη (και μάλλον πιο ενδιαφέρουσα όλων) επικεντρώνεται στην εσωτερική διαμάχη του Harvey Dent, η οποία μπορεί να φαίνεται κοινότυπη, αλλά έχει μια ενδιαφέρουσα ανατροπή. Ειρωνικά, η αισθητική της δεύτερης ιστορίας είναι η χειρότερη όλων, ή πιο σωστά, η λιγότερο ατμοσφαιρική, εκείνη που μοιάζει πιο αταίριαστη με το συνολικό ύφος των ιστοριών, εξαιτίας του αδικαιολόγητα φωτεινού χρωματισμού και ενός σχεδίου που αγγίζει τα όρια της καρικατούρας. Η Dani (The Low Low Woods) δεν απογοητεύει, πιάνοντας με το αφαιρετικό της σχέδιο και τα μουντά χρώματα τον νουάρ παλμό της ιστορίας της, ενώ ουδείς μπορεί να αντισταθεί στο σχέδιο της κεντρικής ιστορίας δια χειρός Albuquerque. Η βρώμικη αισθητική του μοιάζει βγαλμένη από άλλες δεκαετίες, ενώ οι πειραματισμοί του, αν και μετρημένοι σε ποσότητα, είναι αξιοσημείωτοι, ειδικά όταν προσφέρουν την ευκαιρία να θαυμάσουμε οπτικά ασυναγώνιστους φόρους τιμής στον σπουδαίο ιταλό σχεδιαστή Toppi.
Δίχως να είναι κάτι εξαιρετικό (ακόμα), η εισαγωγή στην οπερατική ιστορία του Ram V μοιάζει αρκετά υποσχόμενη, παρ’ ότι τα επιμέρους τμήματα της είναι τρομερά άνισα μεταξύ τους. Η γοητευτική γοτθική ατμόσφαιρα, το απολαυστικό σχέδιο και οι δυνητικά ενδιαφέροντες χαρακτήρες μοιάζουν ικανά στοιχεία για τη δημιουργία μιας αξιοσημείωτης προσθήκης στην πλούσια μυθολογία του Σκοτεινού Ιππότη.