Ο Θοδωρής Πρασίδης σπέρνει τον τρόμο στα αμερικάνικα κόμικς

Σαν φαν του τρόμου, ήταν δύσκολο να μην μου κεντρίσει το ενδιαφέρον η ιστορία του Swamp Dogs: House of Crows, αφού αναμειγνύει τους στοιχειωμένους βάλτους με την μέταλ και παντοδύναμα απέθαντα πλάσματα. Ωστόσο, το ενδιαφέρον μετατράπηκε γρήγορα σε ανυπομονησία στο άκουσμα πως το σενάριο του κόμικ συνυπογράφει, παρέα με τον J.M Brandt, o Θοδωρής Πρασίδης, ένας από τους ελάχιστους Έλληνες σεναριογράφους στην αμερικάνικη σκηνή των κόμικς, του οποίου η πρώτη δουλειά είχε εκδωθεί από την Image! Με αφορμή λοιπόν την πρόσφατη κυκλοφορία του πρώτου τεύχους του Swamp Dogs, μιλήσαμε μεταξύ άλλων για την είσοδο του στην σκηνή των κόμικς, τη δημιουργική διαδικασία πίσω από τη δημιουργία της ιστορίας και τα μελλοντικά του σχέδια.

Ποιός είσαι Θοδωρή Πρασίδη και πώς βρέθηκε ένας Δραμινός στην αμερικάνικη σκηνή των κόμικς;

Κάπως τυχαία θα έλεγα. Δεν μπορώ να πω ότι διάβαζα κόμικς από μικρός, ήμουν παιδί του σινεμά. Ακόμη και τα λιγοστά βιβλία που είχα ήταν όλα διασκευές από ταινίες, το Batman του Burton, το Phantom Menace, το Men in Black. Αυτά θυμάμαι από τότε. Οπότε μεγάλωσα, σπούδασα σινεμά στο εξωτερικό, μετά γύρισα για κάποιο λόγο Ελλάδα, έκανα μερικές μικρές δουλειές, προσπάθησα να κάνω κάποιες μεγαλύτερες, αλλά μου φάνηκε ότι για να μπεις στα κινηματογραφικά πράγματα θέλει ένα πείσμα και μια αντοχή που δεν είχα απαραίτητα. Έτσι τα παράτησα και ασχολήθηκα με άλλα πράγματα. Παράλληλα άρχισαν σιγά σιγά να μπαίνουν τα κόμικς στη ζωή μου, κυρίως όταν γνώρισα τον Δραμινό δημιουργό Χρήστο Δημητρίου, της γενιάς της Βαβέλ, με τον οποίο γίναμε πολύ στενοί φίλοι αλλά δυστυχώς μας άφησε πρόωρα το 2016. Εκείνη την περίοδο διοργάνωνα το Fuzztastic Planet, ένα διεθνές heavy/doom/psych rock φεστιβάλ, και μου ήρθε η ιδέα να γράψω ένα χιουμοριστικό αλφάβητο για την doom metal, για να το πουλάω στο merch booth. Το πρότεινα σε έναν από τους αγαπημένους μου εικονογράφους του χώρου, τον Maarten Donders, ο οποίος ψήθηκε φουλ και το ξεκινήσαμε αμέσως. Τότε διάβαζα το Saga, κι ένα βράδυ σκέφτηκα ότι θα είχε πλάκα να το πιτσάρω στην Image Comics, έτσι για να δούμε τι θα γίνει. Μετά από 20 λεπτά μου απαντάει ο Eric Stephenson ότι Theo, αυτό φαίνεται πολύ κουλ, θέλουμε να το βγάλουμε. Ε, και μ’ αυτά και μ’ αυτά σκέφτηκα, μαλάκα μου, κόμικς.

Αυτές τις μέρες κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος της νέας σου δουλειάς, Swamp Dogs. Τι ακριβώς είναι και πώς προέκυψε σαν ιδέα;

Τα Swamp Dogs γεννήθηκαν στο κεφάλι του J.M. Brandt, τον οποίο γνώρισα πριν μερικά χρόνια, όταν γράφαμε μαζί για το Αμερικάνικο site Screen Rant. Παρατηρήσαμε γρήγορα ότι μοιραζόμαστε παρόμοια γούστα στο σινεμά, στη μουσική, την ποπ κουλτούρα γενικότερα, κι έτσι αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε για κάποια αόριστη, πιθανή συνεργασία. Μόλις λοιπόν είδε την ανακοίνωση του The Doomster’s Monolithic Pocket Alphabet από την Image, μου πρότεινε να γράψουμε μαζί το project που τον γαργαλάει εδώ και χρόνια, που δεν τον αφήνει να κοιμηθεί τη νύχτα.

Αρχική ιδέα ήταν να κάνουμε μια κόμικς διασκευή της euro horror καλτιάς του 1972 Tombs of the Blind Dead, μεταφέροντας την πλοκή από την Ισπανική επαρχία στον Αμερικανικό Νότο, και αλλάζοντας τους απέθαντους από Ναΐτες Ιππότες με συνομοσπονδιακούς στρατιώτες του Αμερικανικού Εμφυλίου, και την σατανική μαύρη μαγεία με Βουντού. Εντοπίσαμε λοιπόν έναν ηλικιωμένο κυριούλη, μάλλον συμπαραγωγό της ταινίας που του είχαν ξεμείνει τα δικαιώματα, αλλά γρήγορα καταλάβαμε ότι δεν ήταν διατεθειμένος να βοηθήσει. Έτσι αποφασίσαμε να το κάνουμε δικό μας, να χτίσουμε από την αρχή μια καινούργια μυθολογία, και να το πάμε όπου θέλουμε εμείς. Το Swamp Dogs: House of Crows, ένα mini series πέντε τευχών, είναι η εισαγωγή σε αυτήν τη μυθολογία.

Ποιό χαρακτηριστικό της ιστορίας σε γοήτευσε, πείθωντάς σε τελικά να αναμειχθείς στη δημιουργία του κόμικ;

Τα πάντα ρε συ. Οι αναφορές στον cult κινηματογράφο, η ακραία προσέγγιση στον τρόμο, το diversity των χαρακτήρων, o Αμερικανικός Νότος, το ιστορικό υπόβαθρο, οι worldbuilding προοπτικές. Το όλο κόνσεπτ ήταν εντελώς στη φάση μου, βούτηξα αμέσως. Και απ’ ότι φαίνεται είναι ένα κόνσεπτ που ψήνει γενικά κόσμο με τη μία, γιατί ολόκληρο το creative team είπε ναι αμέσως. Ήταν δηλαδή όλοι τους η πρώτη μας επιλογή!

Μιας και έχεις ασχοληθεί και με τον κινηματογράφο, πόσο διαφέρει ένα σενάριο κόμικ από εκείνο μιας ταινίας;

Πέραν του ότι αντί για σκηνές στον κινηματογράφο, αναφέρεσαι σε σελίδες και panels στα κόμικς, μοιράζονται περισσότερες ομοιότητες παρά διαφορές, αφού και τα δύο αφορούν καθαρά οπτικά μέσα με παρόμοιους στυλιστικούς κανόνες, και περιγράφουν εικόνες και δράσεις μέσα σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Από κει και πέρα υπάρχουν τόσα διαφορετικά στυλ γραφής όσα και σεναριογράφοι, και δεν ισχύει κάποια γενική νόρμα για το πόσο αναλυτικός, τεχνικός, ή λογοτεχνικός πρέπει να είσαι γράφοντας το ένα ή το άλλο. Προσωπικά, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στους καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάζομαι, προσπαθώ να μην γίνομαι εξαντλητικά περιγραφικός στα panels μου, επιβαρύνοντάς τα με υπερβολικά πολλές πληροφορίες, εξειδικευμένους όρους, γωνίες λήψης κτλ, αφήνοντάς τους έτσι χώρο ώστε να συμμετέχουν κι αυτοί ενεργά στην αφηγηματική διαδικασία της ιστορίας. Για μένα όσο πιο απλό, ευκολοδιάβαστο και καθαρογραμμένο είναι ένα σενάριο, τόσο το καλύτερο.

Έχετε αναφέρει σε άλλες συνεντεύξεις πως ενώ υπήρχε ενδιαφέρον και από άλλους εκδοτικούς εσείς επιλέξατε την σχετικά νεο-ιδρυθείσα Black Caravan, διότι ταίριαζε στο ύφος της ιστορίας. Πόσο σημαντικό είναι να ταυτίζεται το ύφος της ιστορίας με εκείνο του εκδότη; Συνεισφέρει ο editor στη δημιουργική διαδικασία κι αν ναι, με ποιόν τρόπο;

Ναι, η αλήθεια είναι ότι είχαμε ένα ακόμη συμβόλαιο στα χέρια μας. Αλλά μόλις ανακαλύψαμε την Black Caravan και είδαμε τα βιβλία που βγάζει, μας φάνηκε πιο κατάλληλο σπίτι για εμάς. Κι έπειτα ο τρόπος με τον οποίο ανταποκρίθηκαν οι εκδότες μας Rich Woodall και Joseph Schmalke στο pitch μας μας κέρδισε 100%. Είναι πολύ σημαντικό να βρεις τα κατάλληλα άτομα για να βγάλουν τη δουλειά σου, κάπου γίνεται ένα κλικ. Όταν κάναμε το πρώτο meeting μαζί τους, μας είπαν ότι η πρότασή μας ήταν η καλύτερη που τους είχε υποβληθεί μέχρι τότε, και πως έχουν τόσο πολύ ενθουσιαστεί με το project, που το βλέπουν σαν τη ναυαρχίδα τους. Κι έτσι καταλάβαμε ότι είναι ίσως καλύτερα να είσαι με έναν μικρότερο εκδότη που όμως θα δώσει στο βιβλίο σου την αρμόζουσα προσοχή, παρά να χαθείς κάπου μέσα στους τεράστιους καταλόγους κυκλοφοριών ενός μεγαλύτερου εκδότη.

Όσον αφορά τον editor μας, τον υπέροχο Shawn French, η δημιουργική συμβολή του είναι πάντα πολύτιμη για εμάς, αλλά ένα από τα καλά του να γράφεις με συν-σεναριογράφο είναι ότι έχεις ήδη και κι έναν πρώτο editor στο κείμενό σου, οπότε τα draft μας είναι πάντα σε πολύ καλή κατάσταση.

Επιστρέφοντας πάλι στο Swamp Dogs, ποιές ήταν οι επιρροές σας σε σεναριακό, σχεδιαστικό και αισθητικό επίπεδο;

Δύο είναι οι βασικές επιρροές του βιβλίου: το grindhouse/exploitation σινεμά τρόμου των 1970s, Texas Chainsaw Massacre, Faster, Pussycat! Kill! Kill!, Sugar Hill, τέτοια φάση, και το southern gothic. Σκέψου Deliverance και Black Snake Moan από ταινίες, σκέψου Preacher και Southern Bastards από κόμικς, και κυρίως, μια μεγάλη αγάπη της τηλεόρασης, το True Blood. Το ύφος της αφήγησης, η εξέλιξη της πλοκής, η αισθητική του εσωτερικού και των εξωφύλλων, όλα είναι άμεσα επηρρεασμένα από τα παραπάνω. Αλλά δεν μένουμε εκεί, υπάρχουν αναφορές στα κλασικά monster movies της Universal, στα διαμάντια της Αγγλικής Hammer, στον Κινγκικό προαστιακό τρόμο, σε κωμωδίες τρόμου τύπου Evil Dead 2 και Tucker and Dale vs Evil. Είναι με λίγα λόγια το δικό μας ερωτικό γράμμα στον τρόμο που αγαπάμε.

Στο κόμικ γίνεται αναφορά στον Αμερικανικό Εμφύλιο και στους διάφορους τρομακτικούς θρύλους της Louisiana. Τι προκλήσεις, αλλά και ποιές καλλιτεχνικές ευκαιρίες δημιούργησε το γεγονός πως δεν είσαι Αμερικάνος, οπότε δεν έχεις την (θεωρητικά) άμεση σχέση με την ιστορία της χώρας και τους διάφορους τοπικούς θρύλους;

Το ιστορικό background ήταν ίσως το στοιχείο που με τράβηξε περισσότερο στο project. Έχω μια αδυναμία στην Ιστορία, και ακόμη περισσότερο στις περιόδους πολέμου, γιατί όταν ένας πόλεμος έχει εδραιωθεί και η εμπόλεμη κατάσταση γίνεται πια η κανονικότητα, τότε μπορεί να προκύψουν οι πιο τρομακτικές ιστορίες, με τους πιο αλλόκοτους χαρακτήρες.

Το ότι δεν είμαι Αμερικανός, μου δίνει ίσως την δυνατότητα να διαχειριστώ το θέμα από μια πιο ουδέτερη οπτική, γιατί είναι ένα θέμα δύσκολο και συναισθηματικά φορτισμένο για τους Αμερικάνους, όπως είναι για παράδειγμα ο δικός μας Εμφύλιος για τους Έλληνες. Και όντως, παρόλο που ο J.M. είναι ο Αμερικανός της παρέας, το ιστορικό κομμάτι το ανέλαβα κυρίως εγώ. Και ήταν μια διαδικασία που λάτρεψα, γιατί μέσα από σχετικές πηγές, λευκώματα, ταινίες και ντοκιμαντέρ, ανακάλυψα μια περίοδο αδιανόητα παράλογη και πέρα για πέρα χαοτική, πράγμα που την κάνει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για μελέτη. Όσον αφορά τους τοπικούς θρύλους, η πραγματική εμβάθυνση στο θεοσκότεινο, γεμάτο θεούς και δαίμονες φολκλόρ της Λουιζιάνα θα γίνει στα επόμενα arcs.

Γράφοντας μαζί με τον J.M., τι θεωρείς ότι πρόσφερε ο ένας και τι ο άλλος στην ιστορία;

Ο J.M. είναι full-on gore freak, οπότε οι πιο ακραίες σκηνές προέρχονται από το άρρωστο μυαλό του. Μάλιστα σε μια-δυο περιπτώσεις του ζήτησα να μετριάσει λίγο τη σιχαμάρα, γιατί κάποιες εικόνες μπορεί να παραήταν αποκρουστικές για μερικούς αναγνώστες. Εγώ έχω τα κομμάτια του πιο ατμοσφαιρικού, slow burning τρόμου. Επίσης, ίσως στον J.M. να οφείλουν λίγο περισσότερο την προσωπικότητά τους τα μέλη της μπάντας The Grunch, ενώ σε εμένα η Ayana και η Violet. Αλλά και πάλι όχι απόλυτα, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αμοιβαία η συμβολή. Είμαστε αρκετά τυχεροί ώστε να έχουμε το ίδιο ακριβώς όραμα για το βιβλίο, να γνωρίζουμε ακριβώς τι θέλουμε να δώσουμε στους αναγνώστες μας, οπότε η ιστορία μας βγήκε αβίαστα από κοινού. Αφού διαβάζω καμιά φορά κάποια από τις σκηνές και δεν μπορώ να θυμηθώ ποιος έγραψε τι. Πράγμα αρκετά γαμάτο.

Μιας και το κόμικ έχει αρκετούς χαρακτήρες, έχεις κάποια ιδιαίτερη αδυναμία, κάποιον/-α που απόλαυσες να γράφεις λίγο περισσότερο ή είναι όλα τους παιδιά σου, οπότε δεν μπορείς να τα ξεχωρίσεις;

Κοιτά, η Ayana, αυτό το πανέμορφο κορίτσι με τσαγανό που έχει ρίζες από Γαλλία και Αιθιοπία και είναι ταλαντούχα tattoo artist χωρίς να έχει ούτε ένα tattoo πάνω της, είναι 100% δική μου δημιουργία, οπότε ναι, θα μπορούσες να πεις ότι της έχω μια κάποια αδυναμία. Όλοι σου λένε πώς να χτίσεις έναν χαρακτήρα, αλλά κανείς δεν σου λέει πώς να μην τον ερωτευτείς μετά. Αλλά αγαπάω και τους κάφρους της μπάντας, τον Josh, τον Matt, τον Roy και την Kim. Έχουν φανταστική χημεία και δυναμική, θέλω να αράξω να κάνω παρέα μαζί τους.

Μιλώντας για την μπάντα, υπάρχει κάποιο ιδανικό soundtrack για συνοδεία του κόμικ;

Όχι απλά υπάρχει ένα φοβερό soundtrack για την συνοδεία του κόμικ, αλλά μάλιστα σκεφτόμαστε να το κυκλοφορήσουμε κάποια στιγμή σε βινύλιο, ίσως μέσω crowdfunding. Είναι ένα προσεκτικά επιλεγμένο compilation τραγουδιών που κυμαίνονται σε occult/psych/southern/blues rock/metal, με soul/funk σφήνες, ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο την πλοκή του βιβλίου, και νομίζω ότι θα ήταν αρκετά ασφαλές να πω ότι το έστησα πριν καλά καλά αρχίσω να γράφω το σενάριο. Ενδεικτικά αναφέρω μερικές μπάντες: Uncle Acid and the Deadbeats, Kylesa, Zeal & Ardor, The Picturebooks, The Budos Band, Brownout, Maylene and the Sons of Disaster. Κακός χαμός δηλαδή.

Τι επιφυλάσσει το μέλλον για τον κόσμο του Swamp Dogs, αλλά και τι να περιμένουμε από εσένα στο μέλλον;

Έχουμε ήδη outlines για δύο συνέχειες, ένα spin-off, και ένα on-going series στον κόσμο των Swamp Dogs, και αν τα πράγματα πάνε όσο καλά δείχνουν ότι πάνε από άποψη πωλήσεων κτλ, θα αρχίσουμε να γράφουμε πάλι σύντομα. Εγώ έχω έτοιμη μια ακόμη σειρά τρόμου που θα κυκλοφορήσει στις αρχές του 2022 από την δυναμικά ανερχόμενη TKO Studios, και στα σκαριά ένα pulp sci-fi mini όπου θέλω να πειραματιστώ με αποκλειστικά οπτική αφήγηση, αλλά και μια μεγάλου μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων που δουλεύω με τον Adrian Dexter, σκηνοθέτη, animator, και εικονογράφο της heavy psych/prog μπαντας Elder, για την οποία δε μπορώ να πω κάτι ακόμα, αλλά είμαι ακραία ενθουσιασμένος.

Περισσότερες πληφορίες και νέα για τις δουλειές του Θοδωρή βρίσκετε στην προσωπική του σελίδα, www.theoprasidis.com

Σχόλια

Your email address will not be published.