Ο μεγαλύτερος εχθρός των «Birds of Prey» είναι η… Harley Quinn!

Παρ’ ότι τα τρέιλερ προμήνυαν μια ιδιοσυγκρασιακή ταινία, τελικά τα παρασκηνιακά προβλήματα καταδίκασαν τη Suicide Squad, η οποία δικαίως θεωρείται η χειρότερη του DCEU. Ωστόσο, μέσα από αυτό το πετσοκομμένο έκτρωμα ξεχώρισε η Harley Quinn της Margott Robbie, οπότε μια σόλο ταινία επικεντρωμένη στις περιπέτειες της ήταν αναπόφευκτη. Έτσι, χωρίς να χαθεί πολύτιμος χρόνος, πήρε μπρος η παραγωγή μιας ταινίας για την Harley με μια σημαντική διαφορά. Δεν θα ήταν μόνη της, αλλά θα συμπρωταγωνιστούσε μαζί με άλλες γυναικείους χαρακτήρες. Κάπως έτσι γεννήθηκε το Birds of Prey, το οποίο έμελλε να κυκλοφορήσει σε μια εποχή ανακατατάξεων για τις υπερηρωικές ταινίες, αλλά και για την ίδια τη DC, η οποία βρίσκει επιτέλους τα κινηματογραφικά πατήματα της. 

Η ταινία λαμβάνει χώρα μετά τα γεγονότα της Suicide Squad, με τον Joker να έχει διώξει τη Harley, αλλά εκείνη να το κρατάει μυστικό, ώστε να εκμεταλλεύεται τα προνόμια που είχε στον υπόκοσμο ως κοπέλα του γνωστού Κλόουν. Όταν τελικά παίρνει την απόφαση να προχωρήσει τη ζωή της και να γνωστοποιήσει -με άκρως θεατρικό τρόπο- σε όλη την Γκόθαμ τη νέα της προσωπική κατάσταση, τα πράγματα θα δυσκολέψουν για εκείνη, αφού σχεδόν όλοι οι μικροί και μεγάλοι εγκληματίες θα θελήσουν να την σκοτώσουν τώρα που δεν την προστατεύει ο Joker, με πρώτο απ’ όλους τον Black Mask. Τουλάχιστον, μέσα σε όλον αυτό το χαμό θα βρεθεί με κάποιες άλλες γυναίκες που έχουν τα θεματάκια τους με τον Black Mask και θα συνεργαστούν για να τον αντιμετωπίσουν και τελικά να απελευθερωθούν από τα δεσμά των αντρών που τους βασανίζουν.

Αυτό που ξεχωρίζει την ταινία ήδη από τα πρώτα λεπτά είναι το ύφος της. Μονίμως παιχνιαδιάρικο και με συχνά voice overs από τη Harley Quinn, φέρνει στο μυαλό την προσέγγιση του Deadpool, ενώ  η πολύχρωμη αισθητική με τις εκκεντρικές σκηνογραφικές επιλογές θυμίζουν τις ταινίες του Batman της δεκαετίας του ’90 που δεν δίσταζαν να αγκαλιάσουν την κόμικ υπερβολή. Ωστόσο, η ταινία καταφέρνει να αποκτήσει τη δικιά της ταυτότητα χάρη στην ευφυή σκηνοθεσία της Cathy Yan που φαίνεται να έχει αρκετή όρεξη να προσεγγίσει το σενάριο με όρεξη για κάτι το διαφορετικό, ενώ εξαιρετική γεύση αφήνουν και οι εντυπωσιακές σκηνές δράσης, όχι μόνο λόγω κινηματογράφησης και χορογραφιών, αλλά και χάρη στη σκηνογραφική πρωτοτυπία, όπως η τελική μάχη στο λούνα παρκ.

Δυστυχώς, το σενάριο δεν αφήνει παρόμοια γεύση, αφού διαθέτει μερικές σημαντικές ατέλειες, όπως τα συνεχόμενα flashbacks, τα οποία μπορεί να διαθέτουν μια αρχική χαριτωμενιά, αλλά γρήγορα καταντάνε κουραστικά και ανούσια, δημιουργώντας μόνο προβλήματα στη ροή της ταινίας. Ωστόσο, η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η αναποφασιστικότητα του σεναρίου που αδυνατεί να κατασταλάξει αν θέλει να εκμεταλλευτεί την επιτυχία της Harley Quinn ή αν πρόκειται να παρουσιάσει τη δημιουργία των Birds of Prey. Έτσι, ούτε ιδιαίτερη εμβάθυνση στην ενδιαφέρουσα ψυχοσύνθεση της Harley έχουμε, ούτε δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στις συμπρωταγωνίστριες της, των οποίων οι ιστορίες ξεπετάγονται στα γρήγορα μέσω διαδικαστικών διαλόγων. Έτσι, οι σχέσεις των τεσσάρων γυναικών περισσότερο μοιάζουν με ευκαιριακή συνεργασία, παρά με ουσιαστική φιλία, αναιρώντας όλο το νόημα της ταινίας. Είναι πραγματικά κρίμα, την ώρα που μια animated σειρά παρουσιάζει τόσο εύστοχα την εμμονή της Harley με τον Joker, η αντίστοιχη κινηματογραφική απόπειρα να μην μπορεί να διαχειριστεί το δραματικό χρυσάφι που κρύβει η συγκεκριμένη χαρακτήρας, μόνο και μόνο επειδή προτιμά να βάλει τις βάσεις για κάποια επόμενη περιπέτεια των Birds of Prey.

Δεδομένου ότι η Harley αποτελεί -λανθασμένα- το επίκεντρο της ταινίας, είναι απολύτως αναμενόμενο όλο το σενάριο να έχει “χτιστεί” πάνω στην Margot Robbie, η οποία προσπαθεί να τσαλακώσει την εικόνα της πανέμορφης γυναίκας, υιοθετώντας βεβιασμένα χαριτωμένες και αλαναριάκες εκφράσεις, οι οποίες ούτε πείθουν ιδιαίτερα, ούτε καταφέρνουν να καλύψουν την έλλειψη βάθους της Harley. Το χειρότερο όμως είναι πως στερούν πολύτιμο χρόνο από τους υπόλοιπους χαρακτήρες που -στην προκειμένη περίπτωση- φαίνεται να διαθέτουν αισθητά περισσότερο ενδιαφέρον. Δυστυχώς όμως ποτέ δεν μαθαίνουμε κάτι ουσιαστικό για την Black Canary, ποτέ δεν βυθιζόμαστε στο σαδιστικό, γεμάτο ανασφάλεια κόσμο του Black Mask (σπουδαίος ο Ewan McGregor!), εξερευνώντας την ομοερωτική (;) του σχέση με τον βοηθό του, ενώ ξεπετάμε στα γρήγορα τις περιπέτειες της Huntress.

Αν η ερμηνεία του Leto δεν είχε αντιμετωπίσει τόσο μίσος και αν ο Joker του Phoenix δεν ήταν τόσο πρόσφατος, ίσως να μπορούσαμε να πάρουμε τη σόλο ταινία της Harley που της αξίζει, διότι κακά τα ψέματα ο Joker είναι σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της και απαραίτητος ακόμα και σε μια ταινία από την οποία προσπαθεί να γλιτώσει από τη χειριστική προσωπικότητα του. Δυστυχώς όμως, το Birds of Prey έπεσε θύμα της ίδιας της πρωταγωνίστριας του (και της ηθοποιού που την ερμήνευσε), η οποία θέλησε να καπελώσει όλη την ταινία για προσωπικό όφελος. Και είναι πολύ κρίμα, γιατί έτσι αδικείται η φρέσκια και γεμάτη όρεξη σκηνοθεσία της Cathy Yan, αλλά και η προσπάθεια των υπόλοιπων συντελεστών που είχαν διάθεση να προσφέρουν κάτι ενδιαφέρον.

Σχόλια

Your email address will not be published.