Στο «The Wolf House» ο εφιάλτης συναντά την πρωτοπορία

Μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, μια ομάδα ναζί Γερμανών μετανάστευσε στη Χιλή, όπου ίδρυσε μια μικρή κοινότητα, την Colonia Dignidad. Η κοινότητα αυτοπαρουσιαζόταν ως μια ομάδα “ακίνδυνων εκκεντρικών”, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούσε έναν χώρο όπου συντελούνταν διάφορα εγκλήματα, από ανακρίσεις και εκτελέσεις που εξυπηρετούσαν τον δικτάτορα Πινοσέτ μέχρι και παιδική κακοποίηση, πληροφορία που δεν εκπλήσσει καθόλου, μιας και ο ιδρυτής της κοινότητας ήταν ο παιδόφιλος Paul Schäfer.

Η stop-motion ταινία που σκηνοθέτησαν οι Cristobal León και Joaquín Cociña ασχολείται ακριβώς με αυτή την κοινότητα, αποτελώντας ένα υποτιθέμενο παραμύθι που δημιούργησε ο ιδρυτής της κοινότητας προκειμένου να πείσει τους ακολούθους του για την ασφάλεια και τις αξίες που εκφράζει η κοινότητα τους. Στην πραγματικότητα, βέβαια, πρόκειται για μια εφιαλτική ιστορία που αποκαλύπτει τα εγκλήματα που συντελούνταν πίσω από τους φράχτες της “φιλήσυχης” κοινότητας.

Η ιστορία ακολουθεί την María, ένα νεαρό κορίτσι που δραπετεύει από την κοινότητα, βρίσκοντας καταφύγιο σε ένα σπίτι λίγο πιο πέρα, στο οποίο συναντά μονάχα δύο μικρά γουρούνια, αποφασίζοντας να τα μεγαλώσει ως παιδιά της. Κι όσο εκείνη προσπαθεί αν τα μεγαλώσει, προστατεύοντας τα από τον λύκο που καιροφυλαχτεί έξω από το σπίτι τους, εκείνα σταδιακά μεταμορφώνονται σε ανθρώπινες φιγούρες που μάλιστα ακολουθούν τα πρότυπα ομορφιάς της Άριας Φυλής.

Σίγουρα, αυτή η τόσο παράξενη ιστορία θα μπορούσε να εξιστορηθεί σε κάποιο άλλο μέσο, είτε με πραγματικούς ηθοποιούς και ψηφιακά εφέ, είτε ακόμη και με τρισδιάστατο animation. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να μοιάζει τόσο εφιαλτικό, τόσο απόκοσμο και πρωτοποριακό, όσο φαντάζει τώρα, με τη βοήθεια του stop-motion.

Το σκηνοθετικό δίδυμο πλάθει έναν κόσμο ξεχωριστό, βγαλμένο λες από κάποιον εφιάλτη του David Lynch, όπου τα πάντα είναι ευμετάβλητα. Τεχνικές animation αλλάζουν διαρκώς, άλλωτε παίρνοντας τη μορφή σχεδίων σε τοίχους, άλλωτε αντικειμένων που μετακινούνται από ένα αόρατο χέρι ή ακόμα πιο συχνά, όλα αυτά την ίδια στιγμή. Οι φιγούρες μεταμορφώνονται διαρκώς, το υποθετικό δέρμα τους μοιάζει να κινείται με (συνειδητά) άβολο τρόπο σε κάθε καρέ, τα πρόσωπα είναι αποκρουστικά. Εξίσου ευμετάβλητος είναι και ο χώρος, ένα κενό δωμάτιο που αλλάζει διαρκώς, με τη βοήθεια των ζωγραφισμένων τοίχων και διάφορων άλλων κόλπων. Εν ολίγοις, το μέσο χρησιμοποιείται με τέτοιον τρόπο, όπου σε πείθει πως ήταν μονόδρομος, άλλωστε ελάχιστες ταινίες έχουν αξιοποιήσει τις δυνατότητες του stop-motion με τον τρόπο που το κάνει το The Wolf House.

Η σκηνοθεσία, όμως, δεν περιορίζεται μονάχα στην πρωτότυπη και μάλλον πρωτοποριακή χρήση του animation, αλλά δημιουργεί μια ονειρική ατμόσφαιρα, αξιοποιώντας όλα τα οπτικοακουστικά όπλα που διαθέτει στη φαρέτρα της. Ανατριχιαστική χρήση του ήχου, απουσία διαλόγων, συνειρμική αφήγηση, αλλά κυρίως η ψευδαίσθηση του μονοπλάνου που δίνει την εντυπώση ενός συνεχόμενου ονείρου που μεταβάλλεται διαρκώς.

Οπτικοποιώντας με τρόπο αφοπλιστικό και πρωτοποριακό, την βασανισμένη ψυχή της μικρής María, η ταινία καταφέρνει να μιλήσει με τρόπο φρέσκο και πραγματικά μοναδικό για τον φασισμό και τις συνθήκες που τον γεννούν, όπως η ανάγκη για υπέρμετρη ασφάλεια, ενώ αναδεικνύει και τη δυσκολία των ανθρώπων να απαγκιστρωθούν από τις πρακτικές με τις οποίες γαλουχήθηκαν από παιδιά, μοιάζοντας τελικά καταραμένοι να αναπαράγουν τον κύκλο καταπίεσης και αυταρχισμού.

Σχόλια

Your email address will not be published.