Ένας δάσκαλος (Mutsuo Yoshioka) ξυπνά εξαιτίας ενός ήχου που τον γεμίζει με φρίκη. Από εκεί και πέρα, η ζωή του εξελίσσεται αναπάντεχα.
Ναι, τόσο απλή είναι η πλοκή της νέας, μεσαίου μήκους ταινίας του Kiyoshi Kurosawa (Pulse, Cloud). Το Chime διαρκεί μόνο 45 λεπτά, στη διάρκεια των οποίων, εντούτοις, καταφέρνει να προκαλέσει περισσότερες ανατριχίλες απ’ όσες προκάλεσαν όλες οι χολιγουντιανές ταινίες τρόμου του 2023 και του 2024 μαζί. Κι αυτό γιατί ο μεγάλος Ιάπωνας δημιουργός, που πραγματοποίησε το 2024 τριπλή επιστροφή ύστερα από τέσσερα χρόνια απουσίας, χρησιμοποιεί τα στοιχειώδη μέσα του κινηματογράφου, απογυμνώνει την ταινία του από καθετί περιττό και πετυχαίνει να μας γυρίσει πίσω στα βασικά. Στους χειρότερούς μας εφιάλτες.
Αυτό είναι και το σημαινόμενο του ήχου που τρομοκρατεί τον ήρωά μας και δεν αργεί να του στερήσει τη λογική του. Ο Kurosawa δε θα μας δώσει ποτέ εξηγήσεις σχετικά με την προέλευση αυτού του μυστηριώδους ήχου, που θα βυθίσει έναν άνθρωπο στην παράνοια και θα πυροδοτήσει μια σειρά ειδεχθών εγκλημάτων. Θα αφήσει κάθε θεατή να δώσει τη δική του ερμηνεία, παρέχοντας μονάχα όσα χρειάζεται να ξέρουμε για τον ήρωα. Άλλωστε, στη θέση του δασκάλου θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε εμείς, έρμαια καθώς είμαστε των πιο μύχιων φόβων μας, ερχόμενοι καθημερινά αντιμέτωποι με άγχη, φόβους, και ένα σωρό άλλους λόγους να απωλέσουμε την κεκτημένη φρόνησή μας.

Η σκηνοθεσία του Kurosawa φανερώνει έναν master του κινηματογραφικού τρόμου σε μεγάλη φόρμα, σε πλήρη ωριμότητα και σε απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών του μέσων. Τα πάντα στο Chime είναι υπολογισμένα με… τρομακτική ακρίβεια και εξυπηρετούν τη μεγάλη εικόνα. Ούτε ένα πλάνο δε διαρκεί περισσότερο απ’ όσο πρέπει, ούτε ένα cut δεν υφίσταται χωρίς εκφραστικό κίνητρο, ούτε μια γωνία λήψης δεν αποσκοπεί σε κάτι περισσότερο από την ευκρινέστερη δυνατή κάλυψη της δράσης. Σκηνές όπως αυτή του φόνου στην κουζίνα μένουν καρφωμένες στο νου χάρη στη βιαιότητά τους, τον παραλογισμό, αλλά και τη σκηνοθετική δεξιοτεχνία με την οποία τηρούν απόσταση και ταυτόχρονα δεν επιτρέπουν στο θεατή να πάρει τα μάτια του από την οθόνη.
Η επιτυχία, εξάλλου, μιας ταινίας τρόμου έγκειται στο γεγονός ότι, την ίδια στιγμή που αναστατώνει τους θεατές της και τους τρομάζει, τους φέρνει αντιμέτωπους με τους δικούς τους φόβους και τους αναγκάζει να τους ξορκίσουν. Μόνο που εδώ, στην ταινία του Kurosawa, η κάθαρση δεν είναι εύκολη, ίσως να μην είναι καν εφικτή. Κι αυτό την καθιστά ακόμα πιο ανατριχιαστική.
Το Chime είναι, χωρίς υπερβολή, μια από τις καλύτερες ταινίες του 2024 και μια σπουδαία στιγμή του Kiyoshi Kurosawa. Πιθανώς η καλύτερη δουλειά του εδώ και 15 περίπου χρόνια, έρχεται να αποδείξει πως ο συνονόματος του Akira είναι ένας σύγχρονος μετρ του τρόμου. Είναι πολύ κρίμα που το φιλμ δεν προβλήθηκε ποτέ στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας – και των περισσότερων άλλων χωρών. Κατανοούμε πλήρως τις πρακτικές δυσκολίες της προβολής μιας μεσαίου μήκους ταινίας εντός του πλαισίου του προγραμματισμού μιας αίθουσας, σε περιπτώσεις σαν και αυτήν, όμως, όπου μιλάμε για μια από τις ωραιότερες ταινίες ενός αποδεδειγμένα κορυφαίου δημιουργού θεωρούμε πως θα έπρεπε να καταβάλλεται μια επιπλέον προσπάθεια προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι θεατές να παρακολουθήσουν την ταινία στη σκοτεινή αίθουσα, στη μεγάλη οθόνη, όπως της αρμόζει, έστω και για περιορισμένο αριθμό προβολών.