Με το Godzilla Minus One ο Takashi Yamazaki κατορθώνει κάτι που ίσως να φάνταζε αδύνατο πριν την κυκλοφορία της ταινίας του: ανασταίνει ένα φαινομενικά νεκρό δημιουργικά franchise, επαναφέρει τον Godzilla στη χώρα που τον «γέννησε», δείχνει στα αμερικανικά στούντιο πώς φτιάχνονται τα ωραία blockbuster και, το σημαντικότερο, επαναφέρει εκείνη την αίσθηση του δέους που προκαλούσαν κάποτε οι εντυπωσιακές υπερπαραγωγές και που πλέον το αμερικανικό σινεμά δείχνει να έχει σχεδόν εξ ολοκλήρου απωλέσει, με φωτεινές σποραδικές εξαιρέσεις δημιουργούς της παλαιάς γενιάς (Steven Spielberg, James Cameron, George Miller) και ταινίες που πατούν πάνω σε φιλμικά μνημεία του παρελθόντος επιχειρώντας να αναπαράγουν κάτι από τη γοητεία τους (Top Gun: Maverick).
Νιώθοντας ότι ξεγέλασε το θάνατο υπερβολικά πολλές φορές σε σχέση με τους συντρόφους του, ο Shikishima (Ryunosuke Kamiki), ένας επιζών πιλότος Καμικάζι, δέχεται επίθεση στο Νησί Odo μαζί με πολλούς μηχανικούς πολεμικών αεροπλάνων από ένα γιγάντιο τέρας. Όταν οι μηχανικοί πεθαίνουν εξαιτίας της αποτυχίας του Shikishima να αποσπάσει την προσοχή του τέρατος, τεράστιες ενοχές τον βαραίνουν, οι οποίες αυξάνονται όταν, με την επιστροφή του, βρίσκει στο σπίτι του μια άστεγη γυναίκα και ένα μωρό. Ο Shikishima, έχοντας πάρει προσωπικά την αναμέτρηση με το τέρας, ενώνει τις δυνάμεις του με μια μεγάλη ομάδα βετεράνων ώστε να εξουδετερώσουν επιτέλους τον Godzilla.

Η αφορμή της μυθοπλασίας στο φιλμ του Yamazaki είναι μια διαχρονική παθογένεια της ιαπωνικής κοινωνίας η οποία έχει να κάνει με την εμμονή της τελευταίας γύρω από την τιμή, το θάνατο και την αυτό – τιμωρία, που γέννησε, μεταξύ άλλων, και τους λεγόμενους πιλότους Καμικάζι, άνδρες δηλαδή της ιαπωνικής αεροπορίας οι οποίοι, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έριχναν οικειοθελώς το αεροσκάφος τους πάνω σε κάποιο πλοίο του εχθρού, πετυχαίνοντας μεν ανεπανόρθωτες ζημιές σε αυτό, χάνοντας δε τη ζωή τους και οι ίδιοι. Ένας τέτοιος πιλότος είναι και ο ήρωας του Godzilla Minus One, με τη διαφορά ότι αυτός θα αποφασίσει ότι δε θέλει να χάσει τη ζωή του: πηγαίνοντας αντίθετα στον κώδικα τιμής που επιβάλλει η στρατιωτική παράδοση της χώρας του, θα διαλέξει τη ζωή απέναντι στο θάνατο.
Όπως είναι φυσικό, η επιλογή αυτή του ήρωα θα του προκαλέσει τύψεις, οι οποίες θα λάβουν κυριολεκτική και οπτική υπόσταση μέσα από τον βασικό ανταγωνιστή της ταινίας, που δεν είναι άλλος από τον Godzilla. Όλες οι ταινίες που απεικονίζουν το διάσημο αυτό τέρας της λαϊκής ιαπωνικής παράδοσης το χρησιμοποιούν ως αλληγορία: ήδη η πρώτη ταινία του Ishiro Honda από το 1954 βλέπει τον Godzilla ως απότοκο της πυρηνικής καταστροφής που υπέστη η χώρα μετά τη διπλή ρίψη ατομικής βόμβας το 1945. Συνεχίζοντας αυτήν την παράδοση, ο Yamazaki παράλληλα πρωτοτυπεί αφού δίνει μια νέα υπόσταση στο τέρας του, αυτήν του εσωτερικού βάρους που κατατρέχει τον ήρωα – και, μέσω αυτού, μια ολόκληρη μεταπολεμική κοινωνία η οποία πρέπει να ξεπεράσει το τραύμα της ήττας, της ταπείνωσης και της καταστροφής για να βαδίσει ξανά προς το μέλλον.

Μέσα από εντυπωσιακές σκηνές δράσης που κόβουν την ανάσα, μια στιβαρή δραματουργία η οποία ισορροπεί επιδέξια όλα όσα θέλει να πει η ταινία με το υπερθέαμα που επιβάλλεται να προσφέρει και κατορθώνει να κλιμακώσει την ιστορία με τρόπο τέτοιο ώστε η ταύτιση με τον πρωταγωνιστή να προκαλέσει συγκίνηση, το Godzilla Minus One είναι μια από τις ωραιότερες εκπλήξεις που μας προσέφερε το σινεμά το 2023. Και πόσο κρίμα, αλήθεια, που η ταινία προβλήθηκε στους κινηματογράφους της χώρας μας μόλις για μία εβδομάδα, και μάλιστα κατόπιν ελάχιστης διαφήμισης, με αποτέλεσμα να τη δουν πολύ λίγοι θεατές εκεί που της αρμόζει, στη μεγάλη οθόνη.
Υπενθυμίζοντας βασικές αρετές του αφηγηματικού σινεμά μεγάλου κοινού, όπως η προσεκτική σκιαγράφηση χαρακτήρων και κοινωνικού πλαισίου, η ευκρινής γεωγραφία της δράσης μέσα από τη σκηνοθεσία και το μοντάζ και η κατασκευαστική αρτιότητα που δίνει σάρκα και οστά σε ένα καλλιτεχνικό, πάνω απ’ όλα, όραμα, το φιλμ του Takashi Yamazaki είναι ένα έργο που σίγουρα θα μείνει κλασικό και στο οποίο θα επιστρέφουμε σε τακτά χρονικά διαστήματα. Οι Αμερικανοί σκηνοθέτες και παραγωγοί του πολύκροτου αλλά τελικά μάλλον «κούφιου» MonsterVerse θα είχαν πολλά να διδαχθούν από την ταινία, αφού η τελευταία διαθέτει δεκαπλάσια έμπνευση από τις πρόσφατες αμερικανικές εξορμήσεις του «Βασιλιά των Τεράτων».