Στιγμιότυπο από την ταινία «Arcadia» του Γιώργου Ζώη.

Arcadia: Πώς αφήνουμε κάποιον να φύγει;

Ξημερώνει, ο αέρας φέρνει κοντά στη θάλασσα ένα υπόκωφο μοιρολόι, φωνές ενωμένες και ανύπαρκτες ζητούν να ελευθερωθούν από εκείνους που κοιμούνται γεμάτοι ανήσυχα όνειρα. Οι νεκροί δε φεύγουν πάντα από τα σπίτια, μόνο όταν τα παπούτσια που άφησαν πίσω αδειάζουν, ελαφραίνουν, μόνο όταν οι ζωντανοί μαθαίνουν να ονειρεύονται χωρίς να τους ζεσταίνει μία αγκαλιά που χάθηκε.

Στην ταινία Arcadia του Γιώργου Ζώη, ένα ζευγάρι γιατρών, ο Γιάννης και η Κατερίνα, οδηγούν καταβεβλημένοι μέχρι το νοσοκομείο μίας παραλιακής επαρχιακής πόλης για να αναγνωρίσουν το σώμα ενός κοντινού τους ανθρώπου, ύστερα από αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Τα πρόσωπα και των δυο τους διαλυμένα, δε θέλουν κανένας αστυνομικός να τους ρωτήσει τίποτα.

Θα μείνουν κάποιο καιρό εκεί, στο ίδιο δωμάτιο που έμενε και ο κοντινός τους άνθρωπος, μέχρι να ολοκληρωθούν οι έρευνες για τα αίτια του θανάτου. Ο Γιάννης περνά πολλές ώρες μόνος του, πενθεί σιωπηλά, παρέα με κουτιά αμφεταμίνες. Η Κατερίνα περιπλανιέται στη φύση. Μία νύχτα γνωρίζει κάποιους ανθρώπους, τακτικούς θαμώνες μίας παρακμιακής ταβέρνας κοντά στην παραλία και βρίσκει εκεί στοιχεία του εαυτού της, ανακαλύπτει μαζί τους ποια πραγματικά είναι. Και είναι επίπονο. Τουλάχιστον, δεν το βιώνει μόνη της.

Η Αγγελική Παπούλια πρωταγωνιστεί στο «Arcadia» του Γιώργου Ζώη.

Το Arcadia πραγματεύεται έννοιες όπως  η απώλεια, ο έρωτας που δεν τα κατάφερε, η αδυναμία να προχωρήσουμε, η ρευστότητα του τείχους που χωρίζει τους νεκρούς από τους ζωντανούς τους. Έννοιες που το σενάριο, υπογεγραμμένο από τον Γιώργο Ζώη και την Κωνσταντίνα Κοτζαμάνη, εναρμονίζει τόσο απαλά. Ο Ζώης κατορθώνει να εισαγάγει μεταφυσικά στοιχεία χωρίς να φαίνονται παράταιρα, σαν η ζωή και ο θάνατος να αλληλεπιδρούν, έστω για λίγο, μέσα στον ίδιο χωροχρόνο. Το πένθος στο Arcadia συνοψίζεται στην ιδέα πως οι ζωντανοί, τελικά, είναι αυτοί που στοιχειώνουν τους νεκρούς, πραγματοποιείται μία πρωτότυπη και τολμηρή αντιστροφή ρόλων.

Η πλοκή, αν και έχει σαφή υλική υπόσταση, στην πραγματικότητα είναι ένα συγκεχυμένο, συλλογικό αίσθημα μοναξιάς. Ιστορίες ανθρώπων που έχασαν τις ανθρώπους τους, από όποια πλευρά του νήματος και αν βρίσκονται, μετά θάνατον ή πριν τον θάνατο. Απλά οι νεκροί, θέλουν κάποτε να φύγουν εντελώς από τη μνήμη των ζωντανών, να μην τους κρατά τίποτα πίσω.

Ο Ζώης, στα βήματα του ελληνικού weird wave, διευρύνει κάπως το συγκεκριμένο είδος σινεμά, όλοι οι θεατές που γνωρίζουν το πένθος μπορούν να ανήκουν στην ταινία του, ενδεχομένως να παρηγορηθούν από την μυθοπλασία της. Η ταινία χαρακτηρίζεται, άλλωστε, από οικεία ελληνικά τραγούδια, που μιλούν για την ανάγκη, όταν κάποια πράγματα κάνουν τον κύκλο τους, όπως το πένθος, εν προκειμένω, να τα αφήνουμε να φεύγουν. Κομμάτια όπως το Άσε με να φύγω της Αλέκας Κανελλίδου ή ένα σπαρακτικό μοιρολόι, προσδένονται στην ταινία τόσο ταιριαστά, ώστε καταλήγουν να γίνουν ένα με αυτή.

Φωτογραφικά, τα πλάνα της ταινίας είναι μακρινά, κάδρα γεμάτα συννεφιά, λασπωμένη άμμο, λήψεις από κουρασμένα σώματα που περπατούν αργόσυρτα, νυχτερινές περιπλανήσεις στο απέραντο σκοτάδι που διακόπτεται από ψυχρά φώτα, ξημερώματα με θαμπό ήλιο. Το εξωτερικό περιβάλλον επηρεάζεται από τα εσωτερικά μας βιώματα, όταν είμαστε λυπημένοι αποπνέει λύπη και αυτό. Το Arcadia λοιπόν διακρίνεται από υποκειμενικότητα σε κάθε του σημείο, αποκτά μορφή βασιζόμενο απόλυτα στην ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων του.

Η Αγγελική Παπούλια και ο Βαγγέλης Μουρίκης στο «Arcadia» του Γιώργου Ζώη.

Τους κεντρικούς ήρωες Γιάννη και Κατερίνα υποδύονται οι Βαγγέλης Μουρίκης (Digger, Attenberg) και Αγγελική Παπούλια (The Lobster, Κυνόδοντας) με συγκινητική εκφραστικότητα. Ο Μουρίκης, δίχως να μιλά σχεδόν καθόλου, αποτυπώνει το βίωμα του πένθους σαν μία μορφή παραίτησης από οτιδήποτε ικανό να τον απομακρύνει από τη λύπη του. Κλείνεται ερμητικά στον εαυτό του, προσκολλάται στο παρελθόν και τη ζεστασιά που δεν θα ξανανιώσει, ενώ παράλληλα μάχεται με τους δικούς του δαίμονες και αστοχίες. Η έκφραση του προσώπου του, μόνιμα διαλυμένη και εξουθενωμένη, οι σπασμωδικές κινήσεις και οι λυγμοί που τον τινάζουν ολόκληρο, η ικανότητά του να σωματοποιεί την απώλεια καθιστούν περιττή οποιαδήποτε λέξη.

Η Αγγελική Παπούλια, τρομαγμένη και μπερδεμένη, δείχνει με την ερμηνεία της να νιώθει πως δυσκολεύεται να βρει μέρος να ανήκει, ο χαρακτήρας της εκφράζει ένα συναίσθημα άβολο, και εκείνη το αποτυπώνει εξαιρετικά, ξανά με σωματοποίηση του συναισθήματος, χαρακτηριστική η σκηνή που προσπαθεί να βγάλει τα τακούνια της όμως δε βγαίνουν με τίποτα, ή το σαστισμένο, παραιτημένο βλέμμα όταν περπατά αβέβαια τη γέφυρα.

Το Arcadia, μέσα από τα παραπάνω, έδειξε πώς μία ταινία γίνεται συναίσθημα, πώς το συναίσθημα γίνεται ταινία. Πώς αυτοί που δεν υπάρχουν πια αγκαλιάζουν σφιχτά αυτούς που άφησαν πίσω και μένουν έτσι για λίγο, ο ένας πάνω στον άλλο, αφήνοντας για ύστατο αποχαιρετισμό όλη τη ζεστασιά που δεν πρόλαβαν να δώσουν.

Σχόλια

Your email address will not be published.