Οι περισσότερες ταινίες του Netflix, και ειδικά όσες ανήκουν στο είδος της δράσης, είναι ασφαλές να ισχυριστούμε πως αποτελούν ό,τι χειρότερο συνέβη στο σινεμά, τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια. Τα βασικά τους χαρακτηριστικά είναι ένα χαοτικό, μη αιτιοκρατικό μοντάζ που έχει σκοπό να καλύψει την αδυναμία στησίματος μιας σωστής χορογραφίας δράσης, μια επιπόλαιη κι επιφανειακή αίσθηση της mise-en-scene, δηλαδή της τοποθέτησης και της κίνησης των ηθοποιών και της κάμερας στο κάδρο, και μια φορμουλαϊκή αντιμετώπιση της δραματουργίας που πηγάζει όχι από κάποια καλλιτεχνική ανησυχία, αλλά από τις απαιτήσεις του αλγόριθμου. Δε γνωρίζουμε αν έτσι ανεβαίνουν πράγματι οι συνδρομητές της πλατφόρμας, σινεμά μια φορά δεν κάνεις όταν υπηρετείς μια μηχανή. Πείτε μας boomers, αυτή είναι η άποψή μας. Για καλή μας τύχη, πάντως, το Damsel, η νέα ταινία της πλατφόρμας, αποφεύγει κάποια από αυτά τα ελαττώματα.
Στην ταινία, η Elodie (Millie Bobby Brown), μια νεαρή γυναίκα από ξεπεσμένη αριστοκρατική οικογένεια ενός φανταστικού βασιλείου, οδηγείται σε γάμο με τον Πρίγκιπα Henry (Nick Robinson), γιο της Βασίλισσας Isabelle (Robin Wright), τον οποίο συμπαθεί αμέσως μόλις τον γνωρίζει. Λίγες ώρες μετά το γάμο τους, όμως, ο Πρίγκιπας θα ρίξει την Elodie μέσα σε ένα βαθύ, ξερό πηγάδι, στον πάτο του οποίου καραδοκεί ένας αιμοδιψής δράκος. Σύντομα, η Elodie θα ανακαλύψει πως δεν την ήθελαν ποτέ για πριγκίπισσα, αλλά για ανθρωποθυσία προκειμένου να εξευμενίσουν το δράκο. Τώρα, θα πρέπει να τα βάλει ολομόναχη με το τέρας, προκειμένου να επιβιώσει.
Στο Damsel υπάρχουν αρκετά θετικά στοιχεία, που ξεχωρίζουν την ταινία από το σωρό των παραγωγών του Netflix. Υπάρχει μια σκηνογραφική και σκηνοθετική επιμέλεια στον τρόπο με τον οποίο συστήνεται οπτικά ο κόσμος της φαντασίας όπου εκτυλίσσεται η πλοκή. Αυτό το πιστώνουμε κατά κύριο λόγο στον Juan Carlos Fresnadillo, έναν κάθε άλλο παρά τυχαίο σκηνοθέτη, υπεύθυνο για δύο αξιόλογες ταινίες τρόμου του σχετικά πρόσφατου παρελθόντος, το Intacto (2001) και το 28 Weeks Later (2007), σίκουελ του 28 Days Later (2002) του Danny Boyle. Η προϋπηρεσία του Fresnadillo στο horror είδος τον βοηθά να χτίσει υποδειγματικά την ατμόσφαιρα απειλής και φόβου στη σεκάνς της πρώτης «συνάντησης» της ηρωίδας με τον δράκο.
Παρά το γεγονός ότι και σε αυτήν την ταινία, όπως και στις περισσότερες του Netflix, τα ψηφιακά εφέ χρησιμοποιούνται σε αφθονία, εδώ, σε αντίθεση με τη μέση παραγωγή της πλατφόρμας, τα εφέ είναι φροντισμένα, όμορφα και συμβάλλουν στο χτίσιμο του φανταστικού κόσμου και την αφήγηση της ιστορίας, αντί να την επισκιάζουν. Ο δράκος είναι εξαιρετικά σχεδιασμένος και αληθινά απειλητικός, κι έτσι θα χορτάσει τη δίψα των φαν του House of the Dragon μέχρι το καλοκαίρι και την κυκλοφορία της νέας σεζόν. Η Millie Bobby Brown, τέλος, του τηλεοπτικού Stranger Things, αποδεικνύεται ικανή να σηκώσει μια τέτοια παραγωγή, βασισμένη εξ ολοκλήρου σχεδόν πάνω της, πλαισιωμένη βέβαια από ένα καλό υποστηρικτικό cast, απ’ το οποίο ξεχωρίζουμε τη Robin Wright και τον Ray Winstone σε ρόλο τραγικού πατέρα.
Από την άλλη, το σενάριο χαρακτηρίζεται από μια ενοχλητική τεμπελιά και μια τάση, τουλάχιστον στην πρώτη και την τρίτη πράξη, να δίνει στους χαρακτήρες του αυτό που στην Αμερική αποκαλούν «ατάκες trailer», δηλαδή στομφώδεις ατάκες που θα μπουν στο διαφημιστικό υλικό μιας ταινίας και, ενδεχομένως θα μείνουν κλασικές. Τέτοιες ατάκες είναι ωραίο να υπάρχουν σε μια ταινία, χρειάζεται όμως ένα μέτρο προκειμένου, όταν έρχονται, να ξεχωρίζουν, καθώς κι ένα χτίσιμο εκ των προτέρων, τόσο της ιστορίας όσο και του χαρακτήρα που θα τις ξεστομίσει, προκειμένου να είναι πειστικές και όχι αστείες. Αυτό το Damsel δυστυχώς δεν το πράττει, με αποτέλεσμα δηλώσεις τύπου «αυτό δεν είναι ακόμα ένα παραμύθι» και «δεν πρέπει να φοβάστε εμένα, αλλά κάποιον άλλο» να ακούγονται περισσότερο γελοίες παρά εμβληματικές, όπως ίσως θα ήθελε η ταινία.
Επίσης, η ταινία σπαταλά υπερβολικά πολύ χρόνο στο ρομάντζο ανάμεσα στον Πρίγκιπα Henry και την Elodie, προδίδοντας το είδος στο οποίο ανήκει, αυτό της fantasy περιπέτειας. Ένα μοντάζ θα μπορούσε να είχε σαν αποτέλεσμα μια μεγαλύτερη οικονομία στο συγκεκριμένο κομμάτι, προκειμένου να αφιερωθεί περισσότερος χρόνος (και χρήμα) σε σκηνές περισσότερο ουσιώδεις και απαραίτητες – όπως, για παράδειγμα, η τελική επίθεση του δράκου στο παλάτι, όπου οι ατάκες είναι, όπως είπαμε, ατάκες trailer, ακριβώς λόγω ελλιπούς ανάπτυξης. Τέλος, υπάρχουν κενά στο σενάριο που προδίδουν ελλιπή ανάπτυξη των κανόνων λειτουργίας αυτού του φανταστικού σύμπαντος, όπως το γιατί ο δράκος, εφόσον στην τελευταία σεκάνς βγαίνει εκτός της σπηλιάς του, δεν επιτίθεται εξαρχής στο παλάτι αλλά περιμένει να του φέρουν τα θύματά του.
Καλή η πρόθεση να αφηγηθεί η ταινία ένα μοντέρνο παραμύθι όπου η νεαρή πριγκίπισσα δεν είναι πια το αδύναμο πλάσμα που περιμένει διάσωση από τον όμορφο και γενναίο πρίγκιπα, αλλά μια δυναμική ηρωίδα η οποία, όταν χρειάζεται, παίρνει την κατάσταση στα χέρια της, σαφώς αξιόλογη η προσπάθεια του Fresnadillo να χτίσει έναν κόσμο φαντασίας από το μηδέν, σεναριακά όμως η ταινία προδίδεται και χάνει την ευκαιρία να γίνει κάτι πραγματικά σημαντικό. Τουλάχιστον, είναι κλάσεις ανώτερη από τη μέση ταινία του Netflix.