Είναι γεγονός πώς τα τελευταία χρόνια, οι εφηβικές σειρές έχουν επιχειρήσει να εξελιχθούν, προσφέροντας μας μερικές από τις καλύτερες σειρές των τελευταίων ετών. Στην πραγματικότητα, δεν κάνουν κάτι τρομερά διαφορετικό σε σχέση με προγενέστερα δείγματα του είδους, απλώς υιοθετούν μια πιο τολμηρή προσέγγιση σε γνώριμες θεματικές.
Κορυφαίο δείγμα αυτής της τάσης, ανάμεσα σε άλλες εξίσου συναρπαστικές προτάσεις, είναι το Euphoria. Βασισμένο σε μια ισραηλινή σειρά, αλλά και στις προσωπικές εμπειρίες του σεναριογράφου και σκηνοθέτη αρκετών επεισοδίων, Sam Levinson, η σειρά ακολουθεί τις ζωές κάποιων εφήβων, παρουσιασμένες μέσα από την αφήγηση της πρωταγωνίστριας μας, της Rue, η οποία προσπαθεί να αποτοξινωθεί από τα ναρκωτικά, ύστερα από ένα τραυματικό καλοκαίρι κατά τη διάρκεια του οποίου κόντεψε να πεθάνει από υπερβολική δόση.
Η πλοκή της σειράς είναι αδύνατο να συνοψισθεί μέσα σε μερικές γραμμές, ωστόσο δεν απομακρύνεται από τις κλισέ καταστάσεις που συναντώνται στο είδος. Κόντρες με γονείς, ερωτικές απογοητεύσεις, φιλίες που κρύβουν ερωτικά σκιρτήματα, μάτσο αθληταράδες που παρενοχλούν εκείνα τα άτομα που ξεφεύγουν από τα όρια της ετεροκανονικότητας, μόνο και μόνο για να αποκαλυφθούν στη συνέχεια συγκλονιστικά μυστικά για την οικογένεια τους είναι μερικές μόνο από τις βασικές ιδέες πάνω στις οποίες πατάει η σειρά σεναριακά.
Δεν είναι, λοιπόν, η σεναριακή πρωτοτυπία εκείνη που κάνει τη σειρά να ξεχωρίζει -ίσα, ίσα η πλοκή είναι εξαιρετικά προβλέψιμη-, αλλά το έντονο στιλιζάρισμα και οι εκπληκτικές ερμηνείες σχεδόν από το σύνολο των ηθοποιών που βουτάνε με θάρρος στη σαπίλα της αμερικάνικης κοινωνίας, κυρίως στις τάξεις των εφήβων.
Η σκηνοθεσία του Levinson στα πρώτα επεισόδια δίνει τον ρυθμό για ο, τι ακολουθήσει. Οι νέον φωτισμοί, το υπέροχο σάουντρακ και η ανα στιγμές εντυπωσιακή κίνηση της κάμερας που μοιάζει να ρέει μέσα στο χώρο ή να φέρνει -κυριολεκτικά- τα πάνω κάτω αποτελούν τα υλικά πάνω στα οποία χτίζεται η οπτική και ηχητική ταυτότητα της σειράς. Ωστόσο, αυτό το έντονο στιλιζάρισμα δεν έχει ως στόχο την ωραιοποίηση καταστάσεων, αλλά αντιθέτως τις περισσότερες φορές προμηνύει ή και εκφράζει την καταστροφή και τον πόνο μέσα στον οποίον βυθίζονται οι έφηβοι πρωταγωνιστές.
Οι λουσμένες στον πολύχρωμο φωτισμό σκηνές που ξεχειλίζουν χορευτική και σεξουαλική ένταση διακόπτονται απότομα από σκοτεινές παρελθοντικές αναμνήσεις ή και από το τραυματικό παρόν που αφήνει τους χαρακτήρες μουδιασμένους και ανήμπορους με ένα αίσθημα κενού να τους πνίγει και να τους ωθεί στην καταστροφική, αλλά προσωρινά ανακουφιστική αγκαλιά των ναρκωτικών. Η χρήση ουσιών, οι περιστασιακές σχέσεις ή ακόμα και η διαδικτυακή εκπόρνευση δεν χρωματίζονται ως χειραφετικές πρακτικές, παρά το προσωρινό καταφύγιο αυτοπεποίθησης που προσφέρουν στους χαρακτήρες – τελικά αποδεικνύεται πως λειτουργούν ως το αντικατάστατο των ουσιαστικών σχέσεων που αδυνατούν να αναπτύξουν οι έφηβοι με τους συνομιλήκους ή την οικογένεια τους.
Ερμηνευτικά τώρα, το μεγαλύτερο μέρος του καστ ανταποκρίνεται εξαιρετικά στους -αν μη τι άλλο- απαιτητικούς ρόλους του, ωστόσο είναι η Zendaya και η πρωτοεμφανιζόμενη Hunter Schafer που κλέβουν την παράσταση. Η πρώτη σέρνεται, μοιάζει μονίμως κατατονική, σαφώς ταλαιπωρημένη από τη χρήση ναρκωτικών με ένα βλέμμα που πασχίζει να εντοπίσει μισή χαραμίδα ελπίδας ή κάποια σανίδα σωτηρίας. Τελικά, την βρίσκει στο πρόσωπο της Jules, η οποία αν και εξαιρετικά ταλαιπωρημένη στη ζωή της δεν παύει να χαμογελά, αποτελώντας μια συνεχή πηγή υποστήριξης και αισιοδοξίας.
Βέβαια, ο κρυφός πρωταγωνιστής της σειράς είναι αυτός:
Δίχως να αποφεύγει τα κλισέ του είδους, αλλά με τολμηρή σκηνοθεσία, εξαιρετικές ερμηνείες και αληθοφανείς, γεμάτους ελαττώματα και τραύματα χαρακτήρες, το Euphoria αποτελεί μια σκληρή, αλλά ρεαλιστική ματιά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι.