Μια από τις βασικές αρχές της συγγραφής ιστοριών είναι να γράφεις για ο, τι ξέρεις. Ο λόγος απλός – είναι εξαιρετικά δύσκολο μια ιστορία να αγγίξει το κοινό, αν δεν πηγάζει από ένα προσωπικό βίωμα ή προβληματισμό. Το I May Destroy You τιμά πλήρως αυτή τη συγγραφική συμβουλή, εκκινώντας από μια τραυματική εμπειρία της δημιουργού της, της Michaela Coel, καταφέρνοντας τελικά να γιγαντωθεί σε μια σειρά που ξεπερνάει τα όρια του προσωπικού, αλλά αγγίζει μια ολόκληρη γενιά.
Πρωταγωνίστρια της σειράς είναι η Arabella, μια σταρ του Twitter που αναδείχθηκε σε σύμβολο της γενιάς των μιλλένιαλς χάρη στο συγγραφικό της ντεμπούτο. Μάλιστα, η επιτυχία του βιβλίου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με έναν σημαντικό εκδοτικό οίκο. Βέβαια, το συμβόλαιο έκρυβε μια παγίδα – η πληρωμή θα γινόταν αφού παρέδιδε ένα σημαντικό μέρος του βιβλίου. Όπως αποδείχτηκε, η τήρηση των προθεσμιών είναι δύσκολο πράγμα όταν είσαι ένα νεαρό άτομο που δεν χάνει ευκαιρία για διασκέδαση, αλλά μετατρέπεται σε άθλο, όταν καλείσαι να ανταπεξέλθεις στις επαγγελματικές σου υποχρεώσεις την ίδια στιγμή που αντιλαμβάνεσαι ότι ίσως έχεις πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, κατά τη διάρκεια μιας βραδινής εξόδου με φίλους.
Ακόμα δυσκολότερη, όμως, είναι η συνειδητοποίηση του γεγονότος. Οι αναμνήσεις είναι θολές, οι φίλοι που ήταν παρόντες δεν είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικοί και οι φευγαλέες εικόνες που εμφανίζονται μπροστά στα μάτια της σαν εφιάλτες είναι εξαιρετικά ασαφείς και αφαιρετικές για να οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα. Η Coel αποτυπώνει αυτή τη σύγχυση, αυτή την προσπάθεια να προσποιηθεί ότι όλα πάνε καλά, όταν είναι εμφανές πως τίποτε δεν πάει καλά, με συγκλονιστικό και απόλυτα κινηματογραφικό τρόπο – άλλωστε οι εμπειρίες της Arabella πηγάζουν από τα προσωπικά της βιώματα, όταν κακοποιήθηκε σεξουαλικά στην τουαλέτα ενός μπαρ την περίοδο που έγραφε τη δεύτερη σεζόν της τηλεοπτικής σειράς Chewing Gum.
Η σειρά εστιάζει στη ζωή μετά το συμβάν και στους τρόπους με τους οποίους η Arabella επιχειρεί να κοιτάξει το μέλλον της, προσπαθώντας να συμφιλιωθεί -όσο μπορεί- με το τραύμα που υποχρεωτικά πλέον θα κουβαλά για αρκετό καιρό, αλλά και στους τριγμούς που προκαλούνται στις επαγγελματικές και τις προσωπικές της σχέσεις. Ωστόσο, η επιτυχία της σειράς, τουλάχιστον κατά την προσωπική μου άποψη, έγκειται σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο με τον οποίον καταφέρνει να εντάξει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τα προβλήματα που προκαλεί ένα τέτοιο συμβάν, σε ένα ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο, εξερευνώντας τον τρόπο με τον οποίον οι επιμέρους ταυτότητες του ατόμου, όπως το φύλλο και η φυλή, καθορίζουν την καθημερινότητα και την εμπειρία του στις διαπροσωπικές και επαγγελματικές του σχέσεις.
Με άλλα λόγια, η σειρά δεν περιορίζει το ενδιαφέρον της μονάχα στη συναισθηματική κόλαση που βιώνει Arabella, αλλά αναδεικνύει τους τρόπους που αυτή επηρεάζει και επηρεάζεται από την καθημερινότητα της. Τη δυσκολία της να ανταποκριθεί στις επαγγελματικές της υποχρεώσεις και το ενδεχόμενο να μείνει δίχως λεφτά ή στην επιρροή τον μέσων κοινωνικών δικτύων στην εύθραυστη ψυχολογίας της, αφού όσο περισσότερο βυθίζεται στην ψηφιακή κοινότητα και αρχίζει να συμπεριφέρεται ως influencer, τόσο περισσότερο τροφοδοτείται ο ναρκισσισμός της, απαιτώντας πλήρη προσοχή, υποβιβάζοντας τα προβλήματα των άλλων ως υποδεέστερα των δικών της και χάνοντας τελικά την ικανότητα της ενσυναίσθησης. Πλέον, μόνο εκείνη πρέπει να έχει άποψη, καθώς μόνο εκείνη έχει βιώσει το τραύμα. Όλοι οι άλλοι οφείλουν να ακούνε.
Από τα παραπάνω, εύκολα μπορούν να προκύψουν μερικές παρανοήσεις σχετικά με τη σειρά, αφενός ότι αποτελεί μια δύσκολη εμπειρία παρακολούθησης και αφετέρου ότι καταλήγει περισσότερο διδακτική απ’ όσο αντέχει ο μέσος θεατής. Στην πραγματικότητα, όμως, τίποτα από τα δύο δεν ισχύει, τουλάχιστον όχι στον απόλυτο βαθμό. Σίγουρα,η σειρά σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί κωμωδία -πώς θα μπορούσε άλλωστε;- , ωστόσο καταφέρνει να διατηρήσει μια αξιοθαύμαστη ισορροπία ανάμεσα στα διαφορετικά ύφη της. Άλλοτε είναι αποκαρδιωτική, άλλοτε τολμηρά ειλικρινής, και άλλες φορές δεν φοβάται να εισάγει μερικές δόσεις χιούμορ ή ρομαντισμό. Παράλληλα, το σενάριο της Coel αποφεύγει μαεστρικά την παγίδα του διδακτισμού, δημιουργώντας τρισδιάστατους χαρακτήρες που κουβαλάνε τις αντιφάσεις μιας ολόκληρης γενιάς, η οποία ναι μεν αυτοπροσδιορίζεται ως ανεκτική, αλλά προτιμά τη δημόσια διαπόμπευση από την προσπάθεια να λύσει προβλήματα συζητώντας τα – μιας γενιάς που επιθυμεί να απελευθερώσει τη σεξουαλικότητα από στεγανά, αλλά καταδικάζει την επιλογή ενός γκέι άντρα να συνευρεθεί ερωτικά με μια στρέιτ γυναίκα.
Εκκινώντας από ένα τραυματικό βίωμα για το οποίο αναζητά παθιασμένα την κάθαρση (ευφυέστατο το φινάλε), η Coel καταλήγει να ακτινογραφεί μια ολόκληρη γενιά – τις προσδοκίες της, τις αγωνίες της, τις αντιφάσεις της- χρησιμοποιώντας μια έντονα προσωπική καλλιτεχνική ματιά που έχει πολλά να μας δώσει στο μέλλον. Κάπως έτσι, το I May Destroy You αναδεικνύεται ως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες, φρέσκιες και τολμηρές σειρές της χρονιάς, απαραίτητη για κάθε άτομο που επιχειρεί να κατανοήσει τον τρόπο σκέψης των πολυσυζητημένων μιλλένιαλς.