To Infinity War είναι μάλλον το μεγαλύτερο εμπορικό στοίχημα της MARVEL/Disney. Δέκα χρόνια οδηγούσαν σε αυτή τη στιγμή, δέκα ολόκληρα χρόνια που δεν ήταν πάντα στρωμένα με ροδοπέταλα. Από την πρώτη ταινία Iron Man μέχρι τον πρόσφατο Black Panther οι χαρακτήρες αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο με αποτέλεσμα τα αδέρφια Russo να πρέπει να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, με άλλα λόγια να διευθύνουν έναν αριθμό χαρακτήρων που δύσκολα μπορούσε να ελεγχθεί. Προς τιμήν τους, τα κατάφεραν πολύ καλύτερα από το αναμενόμενο, προσφέροντάς μας μια από τις καλύτερες ταινίες του MCU!

H ταινία ξεκινάει από εκεί που μας άφησε το Civil War, δηλαδή με τους Avengers διαλυμένους, να μην μιλάνε, αλλά και από τα γεγονότα του Thor: Ragnarok. Οι Ασγκαρντιανοί έχουν χάσει την πατρίδα τους και περιπλανόμενοι ανούσια στο σύμπαν πέφτουν πάνω στο διαστημόπλοιο του Thanos. O άτυχος λαός του Thor θα είναι και ο πρώτος που θα αντικρύσει την οργή του Τιτάνα, όσο εκείνος προσπαθεί να αποκτήσει όλα τα πετράδια. Από εκεί, οι δύο σκηνοθέτες παίρνουν τη πιο σωστή απόφαση στην ταινία, να απλώσουν την πλοκή σ’ όλες τις άκρες του διαστήματος. Αυτή η επιλογή, δίνει την ευκαιρία σε χαρακτήρες που δεν γνωρίζονται να συναντηθούν για πρώτη φορά, χαρίζοντας μας μερικές από τις καλύτερες κωμικές στιγμές της ταινίας, αλλά παράλληλα επιτρέπει σε κάθε υποπλοκή να αναπτυχθεί σωστά, χωρίς να χάνεται μέσα στο χάος.
Μέσα από αυτές μαθαίνουμε και κάποια πράγματα για τον σπουδαιότερο αντίπαλο του MCU, ο οποίος αποδεικνύεται ξεχωριστός όχι μόνο για τις υπερδυνάμεις του, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίον τον μεταχειρίζονται οι δημιουργοί της ταινίας. Κάτω από το διπλό σαγόνι του, κρύβεται μπόλικο βάθος, που σπάνια συναντάμε σε ανταγωνιστή του MCU. Η ιστορία του έχει αρκετό ενδιαφέρον, ενώ τα κίνητρα πίσω από το σχέδιο του τον μετατοπίζουν προς πιο γκρίζες ζώνες και φέρνουν στο μυαλό κάτι από Watchmen.
Βέβαια, οι υπόλοιποι χαρακτήρες -όπως ήταν ανεμενόμενο- δεν είχαν την ίδια τύχη. Πολλοί από αυτούς είχαν έξυπνες ατάκες ή τέλος πάντων αξιοποιήθηκαν λίγο παραπάνω, αλλά σε γενικές γραμμές δεν είχαμε πολλές εξελίξεις. Έτσι, ερμηνευτικά δεν αλλάζουν και πολλά πράγματα. Οι περισσότεροι ηθοποιοί παίζουν ακριβώς όπως και στις σόλο ταινίες τους. Μια μικρή προσγείωση είχε ο Thor, ο οποίος προφανώς δεν γινόταν να συνεχίσει να λειτουργεί με τους κωμικούς ρυθμούς της τελευταίας του ταινίας, ενώ προσωπικά ξεχώρισα την Elizabeth Olsen, η οποία είχε κάποιες αρκετά συναισθηματικές σκηνές.

Μια άλλη, μεγάλη πρόκληση για τους σκηνοθέτες ήταν η ατμόσφαιρα της ταινίας. Οι μέχρι τώρα ταινίες μας είχαν συνηθίσει σε ένα χαλαρό, με έντονα κωμικά στοιχεία κλίμα, αλλά πλέον η κατάσταση ήταν αρκετά διαφορετική. Οι αγαπημένοι μας χαρακτήρες έχουν να αντιμετωπίσουν το δυσκολότερο εμπόδιο στην μέχρι τώρα υπερηρωική καριέρα τους, οπότε η συνταγή έπρεπε να προσαρμοστεί ανάλογα. Όντως, το χιούμορ είναι αρκετά περιορισμένο, αλλά όταν υπάρχει λειτουργεί πολύ καλά, με κάποιες ατάκες να μπαίνουν στο κωμικό πάνθεον του MCU. Μόνο στην αρχή υπήρξαν κάποιες αστοχίες, αλλά όσο πέρναγε η ώρα τα αστεία γίνονταν όλο και καλύτερα. Ο περιορισμός των αστείων, άφησε χώρο σε άλλα, περισσότερο δυσάρεστα συναισθήματα να κάνουν την εμφάνισή τους, κάτι που εννοείται ζητάμε από τέτοιες ταινίες, γιατί τι είναι οι υπερήρωες παρά άνθρωποι με αδυναμίες και πάθη.
Πολλές σκηνές ήταν συναισθηματικά φορτισμένες, ενώ οι θάνατοι ήταν περισσότεροι από κάθε άλλη ταινία του συγκεκριμένου σύμπαντος. Παρ’ όλα αυτά, η απεικόνιση των περισσότερων θανάτων πέρασε και δεν ακούμπησε. Δεν είναι απαραίτητο μια ταινία να είναι βουτηγμένη στο αίμα για να έχει αντίκτυπο στο θεατή, αλλά η κινηματογράφηση σε συνδυασμό με το sound design είναι ικανά να δημιουργήσουν μια απελπιστική ατμόσφαιρα (θυμίζω για παράδειγμα πως στο BvS, η απουσία αίματος δεν μας εμπόδισε να χαρακτηρίσουμε τον Batman ως ψυχοπαθή δολοφόνο). Έτσι, η γεμάτη ψηφιακά εφέ κινηματογράφηση σε συνδυασμό με την ανάγκη για σίκουελ, στερούσε δυστυχώς την όποια βαρύτητα από τους θανάτους, φαινόμενο βέβαια για το οποίο έχει δεχτεί αρκετή κριτική η Marvel στο παρελθόν.
Δεδομένου του μεγέθους του, το κινηματογραφικό πείραμα του Infinity War κρίνεται πετυχημένο. Θα μπορούσε να είναι καλύτερο; Ναι, αν κάποιες λεπτομέρειες ήταν πιο προσεγμένες και αν δεν υπήρχε τυφλή υπακοή στις εισπρακτικές επιταγές. Όπως και να έχει, είναι μια απολαυστική ταινία που παρά την τεράστια διάρκεια δύσκολα θα κουράσει τον θεατή και ίσως να απαιτεί και δεύτερη θέαση για να χωνευτούν όλα αυτά που γίνονται.
Μεταξύ μας, όμως η μεγαλύτερη προσφορά αυτής της ταινίας στην ποπ κουλτούρα ήταν η αφορμή που έδωσε για να δημιουργηθεί το έπος ενός λεπτού που ακολουθεί.