Αρχής γενομένης με το συμπαθέστατο The Visit, το άλλοτε χρυσό παιδί του Χόλλυγουντ έχει κάνει μια τίμια κινηματογραφική επιστροφή, αρκετή για να ανανεώσει την χαμένη πίστη πολλών ατόμων στο πρόσωπό του. Με τα συγκλονιστικό Split και το ιδιαίτερο Glass παρέδωσε την πιο αναπάντεχη και οικιλόμορφη υπερηρωική τριλογία, με το Old επιχείρησε να βουτήξει σε υπαρξιακά νερά και τώρα, με το Knock at the Cabin, αναμετράται με τους τέσσερις καβαλάρηδες της αποκάλυψης και το ενδεχόμενο του τέλους του κόσμου.
Βασισμένη στο βιβλίο του Paul G. Tremblay, The Cabin at the End of the World, η ταινία ακολουθεί ένα ζευγάρι και την υιοθετημένη του κόρη που δέχεται μια απροσδόκητη επίσκεψη στην απομονωμένη καλύβα τους από τέσσερα, οπλισμένα άτομα που ισχυρίζονται πως αν η οικογένεια δεν ακολουθήσει τις οδηγίες τους, ο κόσμος θα φτάσει στο τέλος με βασανιστικό τρόπο.
Διαθέτοντας μια ζουμερή πρώτη ύλη, ο M. Night Shyamalan χτίζει υποδειγματικά την ένταση, ισορροπώντας με χάρη ανάμεσα στον παραλογισμό του ισχυρισμού των τεσσάρων ατόμων και του ενδεχομένου αυτός να ισχύει. Γνωρίζει πότε να αναπτύξει το (μάλλον κλισέ) παρελθόν των δύο ερωτευμένων αντρών, ώστε να ξεδιπλώσει τις αντιθετικές, άρα και συμπληρωματικές προσωπικότητές τους (εξαιρετικοί οι Jonathan Groff & Ben Aldridge) και πότε να βασιστεί στις ιδιαίτερες προσωπικότητες των ακάλεστων επισκεπτών, από τους οποίους ξεχωρίζει ο «ευγενής γίγαντας» του Dave Batista, αλλά και ο αγροίκος Rupert Grint.
Όσο η ταινία διατηρεί ζωντανή την αμφισημία και ο Shyamalan εντείνει την ένταση αξιοποιώντας τον περιορισμένο χώρο και αποφεύγει εμφατικά την απεικόνιση έστω και λίγων δόσεων αίματος, το ενδιαφέρον δηλώνει βροντερό παρόν. Τα προβλήματα κάνουν την εμφάνισή τους από εκείνο το σημείο και ύστερα που γίνεται πλέον ξεκάθαρο προς τα πού οδηγείται η ιστορία και το αποτέλεσμα μοιάζει προδιαγεγραμένο. Ειρωνικά, ο Shyamalan επιλέγει να αφήσει δίχως ανατρεπτικό φινάλε εκείνη την ταινία του που χρειαζόταν μια έστω και μικρή έκπληξη, ακόμα κι αν αυτή ερχόταν με τη μορφή ενός ανοιχτού φινάλε που δεν πρόσφερε ξεκάθερες απαντήσεις. Βέβαια, λαμβάνοντας υπόψιν τις έγνοιες της ταινίες, έτσι όπως αποτυπώνονται στις θεματικές της, μάλλον ο Shyamalan δεν ήθελε να αφήσει αναπάντητα ερωτήματα, ώστε να δώσει έμφαση στην καλοπροαίρετη, αν και χιλιοειδωμένη, οπτική του πάνω στην ανθρωπότητα.
Σε κάθε περίπτωση, η ταινία απέχει έτη φωτός από τα ανοσιουργήματα που μας έχει προσφέρει στο παρελθόν ο κατά τ’ άλλα αξιαγάπητος σκηνοθέτης, αποτελώντας μια τίμια, καλοφτιαγμένη πρόταση γεμάτη ένταση και ηθικούς προβληματισμούς περί της ανθρώπινης φύσης.