Late Night with the Devil

Ο Jack Delroy (David Dastmalchian)  μπορεί να είναι ένας επιτυχημένος τηλεπαρουσιαστής της δεκαετίας του 1970, αλλά μοιάζει αδύνατο να ξεπεράσει σε τηλεθέαση τον μεγάλο ανταγωνιστή του, τον Johnny Carson. Η τηλεοπτική του παρουσία μοιάζει να αμφισβητείται ακόμα περισσότερο μετά τον θάνατο της συζύγου του, όταν και τα νούμερα του αρχίζουν την ελεύθερη πτώση. Αποφασισμένος λοιπόν να βάλει φρένο στον κατήφορο και να κατακτήσει επιτέλους την πρώτη θέση στις καρδιές του τηλεοπτικού κοινό, ο Delroy ετοιμάζει το απόλυτο Halloween επεισόδιο, έχοντας ως καλεσμένη μια νεαρή, δαιμονισμένη κοπέλα. Εν τέλει, το επεισόδιο όντως θα γράψει ιστορία, αν και μάλλον, όχι με τον τρόπο που ήλπιζε ο φιλόδοξος τηλεπαρουσιαστής.

Το Late Night with The Devil, η τρίτη ταινία των Colin & Cameron Cairnes, στηρίζεται σε ένα ενδιαφέρον εύρημα, όντας (σχεδόν εξ’ ολοκλήρου) γυρισμένο ως ζωντανή εκπομπή, ιδέα που είχε πρωτοδοκιμαστεί ήδη μερικές δεκαετίες νωρίτερα από το θρυλικό Ghostwatch (1993), ενώ πιο πρόσφατα ένα αντίστοιχο, ζωντανό επεισόδιο, πάλι ως Halloween Special, γυρίστηκε για τις ανάγκες της ιδιοφυέστατης τηλεοπτικής κωμωδίας τρόμου, Inside No.9, με εξαιρετικά αποτελέσματα. Εκεί που φαίνεται να υστερεί η απόπειρα των Cairnes συγκριτικά με τα άλλα δύο τηλεοπτικά πειράματα είναι ότι δεν μένει πιστή στον περιορισμό που φαίνεται να έχει επιλέξει, εισάγοντας κάποια πιο συμβατικά αφηγηματικά μέρη, όπως λόγου χάρη η επεξηγηματική εισαγωγή και τα ασπρόμαυρα διαλείμματα, που ουσιαστικά κάνουν όλη τη βρωμοδουλειά και προσφέρουν τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε το οικοδόμημά τους να στέκει αφηγηματικά. Αυτό δεν το αναφέρουμε για λόγους «καθαρότητας» του found-footage υπο-είδους, αλλά επειδή δεν έχει νόημα να επιλέξεις ένα αφηγηματικό είδος με συγκεκριμένες προκλήσεις, αν δεν έχεις την πρόθεση να τις αντιμετωπίσεις με εφευρετικότητα, αλλά να τις προσπεράσεις όποτε σε δυσκολεύουν.

Στιγμιότυπο από την ταινία «Late Night with the Devil» των αδερφών Cairnes.

Επιπλέον, και εδώ οι ευθύνες καταλογίζονται ως επί το πλείστον στην προωθητική καμπάνια της ταινίας και σε σχόλια που βλέπουν στη νέα δημιουργία των δύο αδερφών την  «καλύτερη ταινία τρόμου της χρονιάς», έχει δοθεί τεράστια έμφαση στον υποτιθέμενο τρόμο της ταινίας, τη στιγμή που είναι εμφανές πως εκείνη ενδιαφέρεται να παρωδήσει μια σειρά κλισέ του είδου, παρά να τρομάξει. Η κλιμάκωση της ταινίας είναι το μοναδικό -βραχύβιο- σημείο που ο τρόμος παίρνει τα ηνία για να υπογραμμίσει την ουσία της ιστορίας, η οποία όμως είχε ήδη αποκαλυφθεί συνειδητά στην εισαγωγή. Επομένως, η αισθητική υπερβολή του φινάλε περισσότερο μοιάζει με προσπάθεια να πειστεί το κοινό ότι παρακολούθησε όντως μια ταινία τρόμου, παρά με αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας.

Στην πραγματικότητα, το ισχυρό χαρτί του Late Night with The Devil δεν είναι ούτε η πρωτότυπη ιδέα της (την οποία προδίδει όταν δυσκολεύει την αφήγηση), ούτε η ανατριχιαστική ατμόσφαιρα (που αποτελεί περισσότερο εφεύρεση του μάρκετινγκ, παρά των σκηνοθετών), αλλά οι απολαυστικές ερμηνείες του συνόλου του καστ. Προφανώς, εκείνος που ξεχωρίζει είναι ο David Dastmalchian (The Suicide Squad, The Last Voyage of the Demeter), ένας αξιαγάπητος καρατερίστας που παίρνει επιτέλους την αναγνώριση που του αξίζει και κερδίζει τη συμπάθεια του κοινού για έναν ρόλο που είναι εμπνευσμένος από δεκάδες γλοιώδεις προσωπικότητες της αμερικάνικης (και όχι μόνο) τηλεόρασης. Συναρπαστικός και ο Ian Bliss στο ρόλο ενός αλαζόνα που υπερασπίζεται με θέρμη τον ορθολογισμό, τουλάχιστον μέχρι να αποδειχθεί η ύπαρξη μεταφυσικών στοιχείων, αν και η έκπληξη της ταινίας είναι η νεαρή Ingrid Torelli που ερμηνεύει το δαιμονισμένο κοριτσάκι. Με το που πατάει στο πόδι της στο πλατό δίνει την αίσθηση πως είναι ήδη δαιμονισμένη, αλλά αντί για την καταστροφή του κόσμου λαχταράει την αναγνωρισιμότητα που προσφέρει η τηλεόραση, προσδίδοντας μια ενδιαφέρουσα ανατροπή σε έναν ρόλο που σε άλλη περίπτωση θα πνιγόταν στα κλισέ.

Δυστυχώς όμως, πέρα από την παρωδία στοιχείων του είδους και την κριτική στο ανελέητο κυνήγι της επιτυχίας, θέμα το οποίο έθιξε με πιο αποτελεσματικό και πολυεπίπεδο τρόπο η αμέσως προηγούμενη ταινία των Cairne, το Late Night with the Devil δεν έχει να προσφέρει πολλά στο κομμάτι του τρόμου. Τουλάχιστον, διαθέτει σπουδαίες ερμηνείες και μια ακαταμάχητη ρετρό αισθητική που αρκούν για ένα διασκεδαστικό βράδυ με ή χωρίς τον Διάβολο.

Σχόλια

Your email address will not be published.