Όταν ο Bong Joon Ho κέρδισε το 2020 τη Χρυσή Σφαίρα στην κατηγορία της Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας είπε στον λόγο του, σε ελεύθερη μετάφραση, πως αν καταφέρει κανείς να υπερβεί το εμπόδιο 2 εκατοστών, των υποτίτλων, θα ανακαλύψει έναν θησαυρό με πολλές πανέμορφες ταινίες, αφήνοντας προφανώς αιχμές προς την Ακαδημία και την εμμονή της με τις αγγλόφωνο σινεμά. Μετά από αυτό σάρωσε τα Όσκαρ με τα “Παράσιτα” (“Parasite”), κερδίζοντας βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου και ξενόγλωσσης ταινίας. Δεν ξέρω αν τα “Παράσιτα” είχαν τόσo μεγάλο αντίκτυπο ή αν η Ακαδημία είχε ήδη αποφασίσει πως θέλει να διευρύνει τους ορίζοντες της και η επιλογή των “Παράσιτων” συμβόλιζε αυτή τη μεταστροφή ή αν απλώς ο Bong Joon Ho ήταν προφητικός, πάντως δεν άργησε να εισακουσθεί. Στα φετινά Όσκαρ συναντάμε πραγματικά μεγαλύτερη πολυφωνία από ποτέ.
Φέτος , λοιπόν, η Κορέα ξαναέρχεται στο προσκήνιο με έναν κάπως διαφορετικό τρόπο. Το “Minari” μπορεί να είναι αμερικάνικη παραγωγή αλλά πρωταγωνιστούν κορεάτες ηθοποιοί και η κορεάτικη γλώσσα είναι κυρίαρχη στη ταινία. Επίσης μας αφηγείται την προσωπική ιστορία του κορεατικής καταγωγής αλλά γεννημένου στην Αμερική σκηνοθέτη και σεναριογράφου της ταινίας. Ο Lee Isaac Chung αποφάσισε να βυθιστεί στις αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία και να τις συνθέσει στην ταινία “Minari”, με το εγχείρημά του να αποσπά 6 υποψηφιότητες στα φετινά Όσκαρ (Για Καλύτερη Ταινία, Σενάριο, Σκηνοθεσία, Πρωτότυπη Μουσική, Ά Ανδρικού Ρόλου και ΄Β Γυναικείου Ρόλου).
Η ταινία μας, λοιπόν, ξεκινάει όταν στις αρχές του 1980 μία τετραμελής οικογένεια με καταγωγή από τη Νότια Κορέα μετακομίζει στο Άρκανσας στη Νότια Αμερική. Οι γονείς εργάζονται στη βιομηχανία της κτηνοτροφίας, ωστόσο ο πατέρας, πιστός στο αμερικάνικο όνειρο, φιλοδοξεί πως καλλιεργώντας κορεάτικα λαχανικά για την πληθώρα μεταναστών από την Κορέα που καταφθάνουν στις Η.Π.Α θα εξασφαλίσει μια πιο άνετη ζωή για την οικογένεια του. Τον ρόλο ερμηνεύει ο Steven Yeun, γνωστός στο ευρύ κοινό από το “Walking Dead”, ο οποίος δικαίως έλαβε και την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ, καθώς κρατάει πολύ σωστές ισορροπίες μεταξύ αυστηρού και ταυτόχρονα στοργικού πατέρα και συζύγου που καταλαβαίνεις ότι έχει αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες αλλά δεν έχει χάσει ακόμα την ελπίδα του. Τα σχέδια του δεν βρίσκουν σύμφωνη τη μητέρα και οξύνουν τις διαφωνίες στην ήδη τεταμένη σχέση του ζευγαριού. Η Yeri Han εδώ κάνει εξαιρετική δουλειά ακροβατώντας μεταξύ μια εύθραυστης και δυναμικής γυναίκας χωρίς ποτέ να γίνει καρικατούρα. Τα δύο παιδιά ( Noel Cho και Alan Kim), γεννημένα στην Αμερική βιώνουν, φυσικά δυσκολίες και λόγω της καταγωγής τους και λόγω της οικονομικής κατάστασης δεν παύουν, όμως, να είναι ανέμελα παιδιά. Το βάρος πέφτει περισσότερο στο αγόρι καθώς αποτελεί με έναν τρόπο τα μάτια του κοινού και λογικό αφού δικές του είναι οι αναμνήσεις στις οποίες βυθιζόμαστε. Ο Alan Kim πάντως παρά το νεαρό της ηλικίας του σηκώνει το βάρος σαν βετεράνος και μαγεύει το κοινό με την αθωότητα του και τις σκανταλιές που διαρκώς καταστρώνει. Και η Noel Cho, βέβαια, στο ρόλο της αδερφής του κάνει πολύ καλή δουλειά απλώς μένει ίσως περισσότερο στο παρασκήνιο από ότι τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Στην οικογένεια προστίθεται και η γιαγιά, η οποία καταφθάνει από την Κορέα για να ζήσει μαζί τους. Η Yun-Jung Youn ερμηνεύει μια αντισυμβατική γιαγιά που αντιπροσωπεύει την παλιά γενιά και όλα τα τραύματα που αυτή κουβαλάει, αντιμετωπίζει, όμως, την κατάσταση με χιούμορ και καλή διάθεση που προκαλεί άφθονο γέλιο και κερδίζει επάξια μία υποψηφιότητα για ΄Β Γυναικείο Ρόλο. Όλες οι ερμηνείες είναι υποδειγματικές και πάνω από όλα συμπληρώνουν η μία την άλλη σαν μια πραγματική οικογένεια.
Η ταινία, όπως είπαμε, είναι αυτοβιογραφική με τον σκηνοθέτη- σεναριογράφο στη θέση του νεαρότερου παιδιού της οικογένειας, στο μικρό αγοράκι με την αδύναμη καρδιά που κλέβει τις καρδιές των θεατών. Όπως και στη ζωή, έτσι και στην ταινία δεν κυριαρχεί μόνο μια θεματική. Βλέπουμε παράλληλα την προσπάθεια μιας οικογένειας μεταναστών να προσαρμοστεί στις Η.Π.Α, το αμερικάνικο όνειρο, τον ρόλο που έχει η πίστη στη ζωή των ανθρώπων, τον αμερικάνικο τρόπο ζωής από τα μάτια κάποιου που είναι εκτός της κουλτούρας. Βλέπουμε, όμως, και την σχέση του ζευγαριού, το μικρό αγοράκι να ωριμάζει καθώς για πρώτη φορά ξεφεύγει από την υπερπροστατευτική αγκαλιά της μητέρας του, την μητέρα να ανεξαρτητοποιείται και τέλος αποτυπώνεται με αρκετά ρεαλιστικό και σαρκαστικό τρόπο η επαρχία του αμερικανικού Νότου της δεκαετίας του 1980. Θέματα τόσο προσωπικά όσο και κοινωνικά.
Μπορεί να φαίνονται πολλά μαζεμένα θέματα για μια ταινία, όμως, κάπως έτσι δεν θα ήταν και η ζωή μιας οικογένειας μεταναστών πριν από 40 χρόνια, αυτά τα θέματα δεν θα είχαν να αντιμετωπίσουν καθημερινά; Αυτό ακριβώς κάνει και η ταινία, μας εισάγει στην καθημερινότητα τους, βλέπουμε τη ζωή τους μέρα με τη μέρα και μας καλεί να βυθιστούμε σε αυτή. Εντυπωσιακό είναι πως ενώ υπάρχει μια νοσταλγική διάθεση, όπως αυτή που είναι λογικό να έχει ο καθένας για τη παιδική του ηλικία, δεν ρομαντικοποιούνται οι καταστάσεις, ούτε γίνονται μελοδραματικές. Ενώ αναγνωρίζουμε, δηλαδή, πως η οικογένεια έζησε μια αντικειμενικά δύσκολη κατάσταση, η καθημερινή ζωή αποτυπώνεται, όπως θα την βίωνε ένα παιδί τότε, έβλεπε τα προβλήματα αλλά υπήρχαν ευχάριστες και τρυφερές στιγμές, όμορφες αναμνήσεις, αγάπη και ελπίδα.
Αυτό το επιτυγχάνει όχι μόνο με το σενάριο αλλά και με τη διακριτική σκηνοθεσία που μας βυθίζει στην ατμόσφαιρα και σαν να ήμασταν και εμείς μέλος της οικογένειας. Σαν να πρέπει και εμείς να αντιμετωπίσουμε καθημερινά τις συγκεκριμένες δυσκολίες ενώ παράλληλα προσπαθούμε να κατανοήσουμε την κάπως αλλόκοτη κουλτούρα του Αμερικανικού Νότου.
Η ταινία, όπως, και η ζωή, δεν καταλήγει κάπου, δεν δίνει απαντήσεις, ίσως η μόνη απάντηση που δίνει είναι πως η ζωή συνεχίζεται. Το minari που δίνει το όνομά του στην ταινία είναι ένα φυτό που πιάνει εύκολα ρίζες όπου υπάρχει νερό, μεγαλώνει και εξαπλώνεται γρήγορα, είναι ελεύθερο για όλους, φτωχούς και πλούσιους, δίνει γεύση σε πολλά φαγητά και είναι φάρμακο για κάθε αρρώστια. Έτσι και οι άνθρωποι, μπορούν να ριζώσουν και να μεγαλώσουν παντού αρκεί να υπάρχει καλή παρέα και γερές βάσεις και η ομορφιά της ζωής, όπως και η φοβερή γεύση του minari δεν θα χαθεί.