//

Miracleman: Όταν τα όνειρα γίνονται πραγματικότητα

Όταν ξεκινάει η συζήτηση περί υπερηρωικής αποδόμησης στα κόμικς, το Watchmen του Alan Moore είναι το πρώτο που έρχεται στο μυαλό (όσο αναφορά τη βιβλιογραφία του συγκεκριμένου συγγραφέα). Ωστόσο, οι πρώτες σημαντικές προσπάθειες του Moore να προσεγγίσει πιο “ρεαλιστικά” τους υπερήρωες πρωτοξεκίνησε στις σελίδες του άσημου και ξεχασμένου πλέον Miracleman, ο οποίος αν και επιδραστικός σπάνια κάνει την εμφάνιση του σε συζητήσεις κομιξόφιλων, διότι πολύ απλά είναι σχετικά δυσεύρετος (σε αντίθεση ας πούμε με το Watchmen, το οποίο επανεκδίδεται κάθε χρόνο σε πέντε διαφορετικές εκδόσεις). Σήμερα, ξεκινάμε την ανασκόπηση του επιδραστικού run του Alan Moore στον Miracleman, διαβάζοντας το πρώτο βιβλίο, A Dream of Flying.

*

Μισό λεπτό, ποιός είναι αυτός ο Miracleman;

Εμπνευσμένος από την επιτυχία του Superman, ο εκδοτικός οίκος Fawcett Comics δημιούργησε τον χαρακτήρα του Captain Marvel (τον Shazam, ντε!), οι περιπέτειες του οποίου κυκλοφορούσαν και στη Μεγάλη Βρετανία από τον εκδοτικό L. Miller & Son Ltd. Το 1953, όμως, η DC μήνυσε τον Fawcett Comics για αντιγραφή του χαρακτήρα του Superman, οπότε οι περιπέτειες του Captain Marvel έπαψαν να κυκλοφορούν. Μπροστά σε αυτό το πρόβλημα, οι Βρετανοί εκδότες δεν έμειναν άπραγοι, δημιουργώντας έναν νέο χαρακτήρα, τον Marvelman, ο οποίος αποτελούσε τη βρετανική εκδοχή του Captain Marvel. Οι ομοιότητες ανάμεσα στους δυο χαρακτήρες ήταν κάτι περισσότερο από εμφανείς: ο Micky Moran ήταν ένας νεαρός δημοσιογράφος που μετατρεπόταν στον Marvelman κάθε φορά που έλεγε τη λέξη “Kimota”, ενώ περιτριγυριζόταν από δύο άλλους υπερήρωες, τον Young Marvelman και τον Kid Marvelman.

Ο νέος χαρακτήρας αποδείχθηκε εξαιρετικά επιτυχημένος, ωστόσο το μέλλον του αποδείχθηκε βραχύβιο. Το 1959 ψηφίζεται ένας νόμος που επιτρέπει την εισαγωγή αμερικάνικων κόμικ στην βρετανική αγορά, οδηγώντας στην χρεωκοπία τον εκδοτικό, του οποίου οι ασπρόμαυρες κυκλοφορίες δεν μπορούσαν να συναγωνιστούν τις εντυπωσιακές έγχρωμες περιπέτειες που έκρυβαν τα αμερικάνικα κόμικς.

Ωστόσο, ο Marvelman (από εδώ και πέρα Miracleman) δεν είχε πει ακόμα την τελευταία του λέξη. Μερικά χρόνια αργότερα, ο εκδότης του ανθολογικού περιοδικού Warrior, Dez Skinn, αποφασίζει να επαναφέρει τον χαρακτήρα στις σελίδες του περιοδικού του. Δηλώνοντας μεγάλος θαυμαστής του δημιουργού του χαρακτήρα, Mick Anglo, προτίμησε να ακολουθήσει μια προσέγγιση παρόμοια με τον Captain Britain, επαναφέροντας στη “ζωή” έναν παλιό και άσημο χαρακτήρα, ο οποίος ακόμα και αν δεν κέρδιζε το ενδιαφέρον του κοινού δεν θα προκαλούσε ιδιαίτερη ζημιά στην ανθολογία, αφού θα καταλάμβανε μονάχα τις έξι από τις πενήντα δύο σελίδες.

Έτσι, ξεκίνησε η αναζήτηση των δημιουργών που θα αναλάμβαναν την ιστορία, αλλά καμιά από τις πρώτες επιλογές του Skinn δεν έδειξε το προσδοκώμενο ενδιαφέρον με αποτέλεσμα τα σεναριακά ηνία να παραδίδονται στον νεαρό τότε Alan Moore, ο οποίος υπέδειξε υπέρμετρο ενθουσιασμό για τον χαρακτήρα. Και κάπως έτσι ξεκίνησε να γράφεται κομιξική ιστορία.

*

Τα υπόλοιπα άρθρα του αφιερώματος

Γιατί μας απασχολεί ακόμα το Watchmen;

Watchmen: Οι υπερήρωες ως σύμπτωμα σεξουαλικής καταπίεσης

Whatever Happened to the Man of Tomorrow?

The Ballad of Halo Jones

Ανιχνεύοντας τα ομοερωτικά στοιχεία του The Killing Joke

V for Vendetta: Μπορεί να μας απελευθερώσει η Τέχνη;

Superman: For The Man Who Has Everything

Captain Britain: Και η Βρετανία χρειάζεται τον υπερήρωα της!

*

Οι υπερήρωες, αλλά ρεαλιστικά

Τεύχος #1

Οι πρώτες σελίδες της αναβίωσης του Miracleman πρέπει να εξέπληξαν τους τότε αναγνώστες, αφού το ύφος της ιστορίας παρέπεμπε στις σχεδιαστικές τεχνοτροπίες, αλλά και την αφηγηματική αφέλεια της δεκαετίας του ’50 (την οποία ο Moore λατρεύει κι ας μην του φαίνεται). Τούτος ο πρόλογος, λοιπόν, ήταν μια παλιότερη ιστορία την οποία ο Moore προσάρμοσε κάπως ως προς τους διαλόγους και η οποία παρουσίαζε την προσπάθεια του Miracleman και της παρέας του να αντικρούσουν την επίθεση μιας ομάδας επιστημόνων που ήρθαν από το μέλλον με σκοπό να αφανίσουν την τεχνολογικά “πρωτόγονη” κοινωνία του ’50.

Τούτη η νοσταλγική επανασύσταση του Miraclemanδεν έμελλε να κρατήσει πολύ με τον “αποδομιστή” Moore να φανερώνει τις πραγματικές του διαθέσεις μόλις μερικές σελίδες αργότερα, όταν διαπιστώνουμε πως αυτή η περιπέτεια είναι ένα από τα πολλά όνειρα που βλέπει ο Michael Moran, ένας μεσήλικας freelancer δημοσιογράφος. Δυστυχώς, όμως, τα όνειρα του δεν έχουν πάντα αυτή την ανάλαφρη ατμόσφαιρα. Τις περισσότερες φορές βασανίζεται από έναν εφιάλτη στον οποίον εκείνος, πάλι ως Miracleman, αναλαμβάνει μαζί με τους άλλους δύο υπερήρωες Young και Kid Miracleman την περάτωση μιας διαστημικής αποστολής, η οποία καταλήγει σε μια έκρηξη που εξαϋλώνει τους δύο μικρούς υπερήρωες και βυθίζει τον πρωταγωνιστή μας σε αβάσταχτο πόνο.

Μ’ αυτόν τον εφιάλτη, ο οποίος συνοδεύεται και από έναν πονοκέφαλο, μας συστήνει ο Moore τον Mike Moran της νέας εποχής, ο οποίος παρ’ ότι είναι ψυχικά και σωματικά καταβεβλημένος, ετοιμάζεται να πάει στη δουλειά, ώστε να φέρει χρήματα στο σπίτι. Εδώ, ο Moore κάνει ακόμη μια αναφορά στην υποχρέωση των αντρών να στηρίζουν οικονομικά την οικογένειά τους (παρά το γεγονός πως η σύζυγος του δεν του ζητάει κάτι τέτοιο), βάρος που αδυνατεί να σηκώσει αποτελεσματικά ο Mike, σε μια θεματική που επανέρχεται στη εργογραφία του συγγραφέα και στο Killing Joke.

Ο ταλαιπωρημένος Mike ντύνεται και κατευθύνεται στην αντι-πυρηνική διαδήλωση που πρέπει να καλύψει. Ωστόσο, τα πράγματα θα πάρουν μια απροσδόκητη τροπή όταν μια ομάδα τρομοκρατών μαζέψει υπό την απειλή όπλων όλους τους δημοσιογράφους σε έναν ξεχωριστό χώρο προκειμένου να τους ανακοινώσουν τις λεπτομέρειες της πρώτης απόπειρας κλοπής πλουτωνίου.

Η πίεση και η ένταση της στιγμής βοηθάνε τον Mike να ανακαλέσει τη μαγική λέξη, τη λέξη που τον μετατρέπει σε Miracleman και δίχως να έχει κάτι να χάσει δοκιμάζει να την πει. Kimota, βροντοφωνάζει και ο χώρος λούζεται σε ένα εκτυφλωτικό φως που στην καλύτερη σε τυφλώνει προσωρινά, στη χειρότερη σου δημιουργεί σοβαρά εγκαύματα. Αφού ξεμπερδέψει με εντυπωσιακή ευκολία με τους τρομοκράτες, ο Miracleman θα πετάξει μέχρι το διάστημα για να γιορτάσει την πανηγυρική του επιστροφή.

Ενθουσιασμένος για την επιστροφή του, ο Miracleman επιστρέφει στη γυναίκα του για να της εξηγήσει πως δεν είναι τρελός, δεν τα έχει χαμένα, αλλά όντως είναι υπερήρωας και τα όνειρα του ήταν οι αναμνήσεις του από τις παρελθοντικές υπερηρωικές περιπέτειες του. Ωστόσο, η γυναίκα του δεν φαίνεται να συμμερίζεται τον ενθουσιασμό του και παρ’ ότι δεν μπορεί να αγνοήσει την αλλαγή στο σώμα του άντρα της, προβληματίζεται για τα όσα της λέει αφενός επειδή αν υπήρχε κάποιος υπερήρωας θα τον θυμόταν και αφετέρου επειδή όλη αυτή η ιστορία ακούγεται εξαιρετικά βλακώδης.

Αυτή η σκηνή αξίζει για δύο λόγους. Πρώτον, είναι ενδεικτική της αποδόμησης που θα επιχειρήσει o Moore, ξεκαθαρίζοντας πως η αφέλεια εκείνων των ιστοριών δεν χωρά σε ιστορίες που αναζητούν την ρεαλιστικότητα στους υπερήρωες. Δεύτερον, σκιαγραφεί τη σύζυγο του Mike ως μια γυναίκα με κριτική σκέψη και δικιά της άποψη, υπενθυμίζοντάς μας πως ακόμα και δεν είναι σε θέση να εμβαθύνει σε όλους τους χαρακτήρες, δεν ξεχνά να τους αντιμετωπίσει σαν ανθρώπους και όχι σαν καρικατούρες που περιορίζονται στην εξυπηρέτηση της πλοκής.

Η επανεμφάνιση του Marvelman, όπως ήταν φυσικό, δεν πέρασε απαρατήρητη. Έτσι, σύντομα ο Mike δέχεται ένα τηλεφώνημα από έναν παλιόφιλο του, τον Jonathan Bates ή αλλιώς τον Kid Marvelman. Η συνάντηση τους, συνοδεία της γυναίκας του, έλαβε χώρα στα γραφεία της εταιρίας του Bates, ο οποίος πλέον έχει αναδειχθεί σε έναν επιτυχημένο και ζάμπλουτο επιχειρηματία.

Η επικοινωνία μεταξύ τους φαίνεται να κυλάει ομαλά, ωστόσο ο Mike πιστεύει πως κάτι δεν πάει καλά. Ο πρώην φίλος του κάτι φαίνεται να κρύβει και σύντομα οι φόβοι του θα επαληθευτούν, αφού αποδεικνύεται πως ο Kid Miracleman ποτέ δεν είπε τη μαγική λέξη ώστε να πάρει ξανά τη μορφή του μικρού Jonathan, οπότε μεγάλωσε υποδυόμενος πως είναι ο Jonathan. Μ’ αυτόν τον τρόπο κατάφερε να αναπτύξει τις δυνάμεις του σε τρομακτικό βαθμό, ειδικά σε σύγκριση με τον Miracleman που οι ικανότητες του, αν και σημαντικές, δεν έχουν εξελιχθεί σε παρόμοιο βαθμό.

Τεύχος #2

Το δεύτερο τεύχος πιάνει το νήμα της ιστορίας ακριβώς από εκεί που το άφησε το πρώτο, από την αποκάλυψη για τον Kid Miracleman με τον οποίον τώρα αρχίζει μια μονομαχία που υποψιάζομαι πως εκείνη την εποχή φάνηκε πραγματικά πρωτοποριακή, λόγω της ωμότητάς της. Ο Moore μένοντας πιστός στην ρεαλιστική προσέγγιση παρουσιάζει τον βαθμό επικινδυνότητας που προκύπτει από τη σύγκρουση δύο Υπερανθρώπων με την πιο χαρακτηριστική σκηνή να είναι εκείνη που ο Kid Miracleman πετάει ένα βρέφος στον αέρα, ο Miracleman πάει να το πιάσει, σπάζοντας τα πλευρά του μωρού κατά λάθος και όταν το παραδίδει στη μητέρα του εκείνη αντί να τον ευχαριστήσει, απομακρύνεται τρομαγμένη. Στις σελίδες του Miracleman οι υπερήρωες ξεγυμνώνονται από τα ηρωικά χαρακτηριστικά τους και μετατρέπονται σε μια απειλή που κανένας θνητός δεν μπορεί να αντικρούσει.

Η καταστροφική μονομαχία των δύο αντρών τελειώνει όταν ο Kid Miracleman ξεστομίζει καταλάθος τη λέξη “Miracleman” κατά τη διάρκεια του γνώριμου μονολόγου των αρχικακών και μετατρέπεται στην ανήλικη μορφή του, η οποία με θλιμμένο βλέμμα παρακαλεί τον Miracleman να μην τον πληγώσει. Όντως, εκείνος δεν του κάνει κακό και το παιδί καταλήγει σε ένα άσυλο.

Δίχως κάποιον ανταγωνιστή να του προκαλεί προβλήματα -προς το παρόν τουλάχιστον- ο Miracleman και η γυναίκα του πάνε στην εξοχή, ώστε να πάρουν καθαρό αέρα και να εξερευνήσουν τις δυνάμεις του. Εκεί ο Mike μαθαίνει πως η γυναίκα του είναι έγκυος στο παιδί του Miracleman και κάπως έτσι ξεκινάνε τα προβλήματά του.

Θεωρητικά, το γεγονός πως μεταμορφώνεται σε Miracleman θα έπρεπε να του προσφέρει την πολυπόθητη κάθαρση, ωστόσο του δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερη ανασφάλεια, αφού το alter ego του μοιάζει να είναι καλύτερο σε κάθε τομέα. Είναι ομορφότερος, με γυμνασμένο σώμα, πανέξυπνος και κατάφερε να αφήσει έγκυο τη γυναίκα του με την πρώτη, κάτι που ο Mike προσπαθεί εδώ και μήνες. Όλη αυτή η εσωτερική σύγκρουση που βιώνει ο Mike μεταφράζεται σε τσακωμούς με τη γυναίκα του, η οποία προσπαθεί να τον στηρίξει όσο μπορεί.

Το τεύχος ολοκληρώνεται με τον Mike να μπαίνε σε ένα ασανσέρ, όπου μια κυρία του ζητάει να κρατήσει για λίγο το παιδί της και τότε μια μαύρη φιγούρα τον πυροβολεί, εκμεταλλευόμενη το γεγονός πως δεν μπορεί να μετατραπεί σε Miracleman, καθώς η λάμψη θα σκότωνε το βρέφος.

Τεύχος #3

Το επόμενο τεύχος βρίσκει τον Mike να κάθεται δεμένος και τραυματισμένος σε μια καρέκλα, έχοντας μπροστά τον απαγωγέα του, ο οποίος συστήνεται ως Evelyn Cream. Ωστόσο, παρά τις λανθασμένες εντυπώσεις που δημιούργησε το κλείσιμο του προηγούμενου τεύχους, ο Cream δεν επιθυμεί να σκοτώσει τον Mike/Miracleman. Αντιθέτως, θέλει να συνάψει μια συμφωνία μαζί του – του υπόσχεται να τον οδηγήσει στο εργαστήριο όπου δημιουργήθηκε με αντάλλαγμα την κατάκτηση γνώσεων που η κυβέρνηση κρατά μυστικές.

Παράλληλα, όσο ο Cream και ο Miracleman κατευθύνονται προς τον προορισμό τους, η αφήγηση διακόπτεται από μερικά ασπρόμαυρα καρέ που μας αποκαλύπτουν τις παρασκηνιακές συζητήσεις τριών κυβερνητικών στελεχών, τα οποία υποψιασμένα πως ο Cream τους πρόδωσε, έστειλαν στρατιώτες να αντικρούσουν την εισβολή του Miracleman. Προφανώς, εκείνος δεν δυσκολεύτηκε να τους αντιμετωπίσει, αφού τα εξελιγμένα όπλα τους δεν αποτελούν ουσιαστική απειλή, ωστόσο ο Miracleman καλείται να αντιμετωπίσει έναν αναπάντεχο εχθρό.

Όπως αποκαλύπτεται από την κουβέντα των τριών αντρών, ο ένας από τους συνομιλητές, ο Sir Dennis, παρά την παύση του πρότζεκτ Zarathustra, απ’ όπου προέκυψε και η δημιουργία του Miracleman και της παρέας του, συνέχισε στα κρυφά τα πειράματα. Όμως, επειδή ο αρχικός εμπνευστής του προγράμματος είχε καταστρέψει τις σημειώσεις του, το προϊόν αυτών των πειραμάτων, ο Big Ben, αποδείχθηκε ελαττωματικό. Όντως, αυτό το διαπιστώνουμε ιδίοις όμμασι, όταν οι δύο άντρες θα έρθουν αντιμέτωποι. Ο κοντός μα μυώδης Big Ben διαθέτει ένα ψυχωτικό βλέμμα που φανερώνει μια υπεράνθρωπη προσπάθεια απόδειξης της αξίας του. Ωστόσο, τα χτυπήματα του ελάχιστα φαίνεται να αγχώνουν τον Miracleman, ο οποίος παρακολουθεί με λύπηση τις προσπάθειες του αντιπάλου του, μόνο και μόνο για να ξεμπερδέψει μαζί του με ένα χτύπημα.

Ξεπερνώντας, λοιπόν, και το τελευταίο εμπόδιο, ο Miracleman μαθαίνει επιτέλους που οφείλονταν οι ψεύτικες αναμνήσεις. Οι επιστήμονες που τον δημιούργησαν (το πως ακριβώς το έκαναν, το μαθαίνουμε στο επόμενο βιβλίο) δημιούργησαν έναν ονειρικό κόσμο, στον οποίον φορτώθηκαν οι συνειδήσεις των τριών υποκειμένων, προκειμένου να τους προσφέρουν μια ψευδο-ορθολογική εξήγηση για την απόκτηση των δυνάμεων, η οποία θα διατηρεί κρυφά τα κυβερνητικά πειράματα.

*

Η ανάγνωση του πρώτου τόμου φανερώνει όλα τα γνώριμα χαρακτηριστικά του Βρετανού συγγραφέα. Ο τρόπος με τον οποίον ο Moore ακυρώνει τις ιστορίες που προηγήθηκαν αποτελεί προάγγελο του επιδραστικού τεύχους “Anatomy Lesson” στο run του Swamp Thing, oι υπερδυνάμεις εξυπηρετούν πρώτα απ’ όλα την εμβάθυνση χαρακτήρων, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα από αυτά που λύνουν, προσθέτοντας τα ρεαλιστικό ύφος που συναντάται σε πολλές υπερηρωικές ιστορίες του, ενώ η αφήγηση διαθέτει την έντονη λογοτεχνικότητα που τόσο αγαπά ο Moore. Ωστόσο, αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό καταντάει έως και ενοχλητικό, αφού τα πάνελ είναι γεμάτα με ασυνήθιστα μεγάλες ποσότητες κειμένου που σε συνδυασμό με το γνώριμο απαιτητικό λογοτεχνικό ύφος του Moore μπορεί να αποδειχθεί αρκετά κουραστικό ή ακόμα και επιτηδευμένο.

Την ερχόμενη εβδομάδα θα μιλήσουμε για το δεύτερο βιβλίο του Miracleman, The Red King Syndrome.

2 Comments

    • Πρέπει, πρέπει! Εγώ σκέφτομαι πολύ σοβαρά να ψάξω και τη συνέχεια που έγραψε ο Gaiman. Έχω ακούσει τα καλύτερα, παρ’ ότι κόπηκε άδοξα, αλλά κυρίως είχε την αποδοχή του ίδιου του Moore (το λες και θαύμα!).

Σχόλια

Your email address will not be published.