Mission Impossible Dead Reckoning Μέρος Πρώτο

Mission Impossible – Dead Reckoning, Μέρος Πρώτο

Παρ’ ότι πρόκειται για μια σειρά ταινιών με μόλις επτά ταινίες στα τριάντα χρόνια ύπαρξής της (γεγονός που θα ήταν καταστρεπτικό για κάθε άλλο franchise), το Mission: Impossible έχει καταφέρει να αναδειχθεί σε εισπρακτική και καλλιτεχνική επιτυχία σε μεγάλο βαθμό χάρη στους σκηνοθέτες του. Μέχρι και την πέμπτη ταινία, κάθε μία διέθετε και διαφορετικό σκηνοθέτη, ο οποίος έφερε μαζί του και την δική του ταυτότητα. Ο Brian De Palma έφερε το υπερστυλιζάρισμα και την νουάρ αισθητική, ο John Woo κράτησε το στυλιζάρισμα, αλλά το πλαισίωσε με την αξέχαστη καγκούρικη αισθητική της δεύτερης ταινίας, ο «τηλεοπτικός» J.J. Abrams, ξεχώρισε περισσότερο για την σεναριακή κατεύθυνση στην οποία ώθησε τη σειρά ταινιών, o Brad Bird πρόσθεσε στη συνταγή την κωμωδία προσφέροντας την πιο απολαυστική ταινία απ’ όλες, ενώ με την σκηνή στο Burj Khalifa άνοιξε τον δρόμο για την καθιέρωση του Mission: Impossible ως εκείνο το franchise με τις πιο τρελές και απαιτητικές σκηνές δράσης. Απ’ την άλλη, οι δύο πρώτες απόπειρες του McQuirre, ενώ διαθέτουν μερικές πραγματικά υποδειγματικές σεκάνς (είναι δυνατόν να ξεχάσουμε την σκηνή στην Όπερα;) και αποτελούν κάτι παραπάνω από απλώς «καλές» ταινίες, δεν κόμισαν κάτι πραγματικά νέο, μοιάζοντας περισσότερο με μια συρραφή αισθητικών αναφορών από το παρελθόν της σειράς. Ευτυχώς όμως, τα πράγματα αλλάζουν με την έβδομη ταινία, το Dead Reckoning Μέρος Πρώτο.

Από την εισαγωγική σκηνή που μας τοποθετεί σε ένα υποβρύχιο ή την δράση στα ασφυκτικά σοκάκια της Βενετίας μέχρι το τρίτο μέρος της ταινίας που λαμβάνει χώρα αποκλειστικά σε ένα τρένο, η αίσθηση της κλειστοφοβίας είναι διάχυτη. Ακόμα κι όταν βρισκόμαστε σε ανοιχτούς χώρους, όπως κάποια έρημος, το περιορισμένο οπτικό πεδίο, αποτέλεσμα αμμοθύελλας, δημιουργεί μια αίσθηση κλειστοφοβίας και για πρώτη φορά μετά από αρκετό καιρό, η οπτική ταυτότητα της ταινίας ανανεώνεται. Φυσικά, o McQuarrie δεν ξεχνά και το παρελθόν της ίδιας της σειράς, οπότε τα απανωτά «dutch angles» φέρνουν στο μυαλό τον Brian De Palma και οι ισχυρές δόσεις κωμωδίας τον Brad Bird.

Πάντως, ένα από τα γοητευτικότερα στοιχεία της νέας ταινίας, και εκείνο που της επιτρέπει να φλερτάρει ανοιχτά με το είδος της επιστημονικής φαντασίας περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είναι ο «ανταγωνιστής» της ταινίας. Λες και πρόκειται για πνευματικό συγγενή του Top Gun: Maverick, όπου η εξελιγμένη τεχνολογία απειλούσε με αχρηστία τους ταλαντούχους πιλότους, στην προκειμένη περίπτωση ο βασικός ανταγωνιστής είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη και η ικανότητά της να αλλάξει τον κόσμο όπως τον ξέραμε. Τρομακτικά επίκαιρη, αλλά και τόσο ταιριαστή σε μια «κατασκοπική» σειρά ταινιών που η αλήθεια ήταν πάντοτε αμφίβολη (π.χ. χρήση μασκών), η «Οντότητα» μοιάζει με μία πραγματικά ανυπέρβλητη απειλή (χωρίς φυσικά να αγγίζει το μεγαλείο του αξεπέραστου Hoffman). Η έξυπνη χρήση της εντός του σεναρίου αναδεικνύει το μέγεθος του κινδύνου, ενώ η «άυλη» μορφή της γεννά ερωτηματικά και προσδοκίες για την αποτύπωσή της στην επόμενη ταινία, οδηγώντας την ανυπομονησία στα ύψη. 

Mission Impossible Dead Reckoning Μέρος Πρώτο

Ειρωνικά, την ίδια στιγμή που το σενάριο διαθέτει μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες ιδέες του franchise, ταυτόχρονα φιλοξενεί και μερικές από τις πιο ατυχείς στιγμές του. Μία άκρως αμήχανη σκηνή επεξήγησης στα πρώτα λεπτά της ταινίας, η οποία κερδίζει επάξια μια θέση στις πιο άβολες στιγμές του franchise, εκείνη η εντελώς άδικη επιλογή για έναν χαρακτήρα και η ξαφνική υπενθύμιση του παρελθόντος του Ethan Hunt μετά από έξι ταινίες (…και η σαπουνοπερική χρήση των flashbacks) ξεχωρίζουν δυστυχώς για όλους τους λάθος λόγους.

Ωστόσο, όλα αυτά ελάχιστα μετράνε, από τη στιγμή που η ταινία πετυχαίνει τον κρισιμότερο σκοπό της: να προσφέρει μοναδικό υπερθέαμα, άριστα σκηνοθετημένη και μονταρισμένη δράση, με τρόπο που ελάχιστες άλλες ταινίες μπορούν να προσφέρουν. Η ξεκαρδιστική καταδίωξη στα σοκάκια και τους δρόμους της Ρώμης ή η κορύφωση της σεκάνς στο τρένο που κόβει την ανάσα, αρκούν για να υπενθυμίσουν τους λόγους που το franchise παίζει χωρίς αντίπαλο.

Σε κάθε περίπτωση, η νέα προσθήκη του καλύτερου franchise δράσης της εποχής μας δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, συνεχίζοντας το σερί ποιοτικών ταινιών, παρ’ ότι μάλλον δύσκολα θα καταφέρει να αποκαθηλώσει από τον θρόνο τους τις πραγματικές κορυφές του Mission: Impossible (σ’ αυτό παίζει ρόλο και ο ημιτελής της χαρακτήρας). Αυτό βέβαια, δεν αναιρεί το γεγονός πως μιλάμε για μια εξαιρετική ταινία δράσης, για ένα υπόδειγμα καλοφτιαγμένου εμπορικού σινεμά που σε βυθίζει στον κόσμο του και σε διασκεδάζει για δυο-μιση ώρες που περνάνε προτού καν το αντιληφθείς.

Σχόλια

Your email address will not be published.