Μια αγκαλιά, τόσο ζεστή και οικεία, που περιβάλλει την ψυχή με ένα απαλό παρηγορητικό πέπλο…έως ότου φυσήξει ένας άνεμοςκαι συμπαρασύρει στο διάβα του αυτό το πέπλο, αφήνοντας την ψυχή εκτεθειμένη και ευάλωτη σε κάθε χτύπημα. Τέτοιο είναι το συναισθηματικό αποτύπωμα των ταινιών του ουμανιστή σκηνοθέτη Hirokazu Kore-eda, ο οποίος επιστρέφει στην Ιαπωνία με το Monster πέντε χρόνια μετά το καθηλωτικό Shoplifters, ενώ στο μεσοδιάστημα έκανε ένα γαλλικό (The Truth, 2019) και ένα κορεάτικo κινηματογραφικό πέρασμα (Broker, 2022). Πιστός στα μοτίβα που τον καθιέρωσαν, τις δικές του «οικογένειες»–οικογένειες διαλυμένες που προσπαθούν να ανασυνταχθούν, οικογένειες εναλλακτικές, αυτές που επιλέγεις κι άλλες που δημιουργείς από αγάπη και στοργή πέρα από τους δεσμούς αίματος – κι έχοντας πάντα στο επίκεντρο το παιδί, ο Kore-eda καταθέτει με τη νέα του ταινία ένα δράμα αναμειγμένο με στοιχεία θρίλερ και μυστηρίου που ψηλαφεί με αφοπλιστική ειλικρίνεια τις σκοτεινές πτυχές της προεφηβείας, την ανάγκη για αποδοχή μέσω της κατανόησης (που πηγάζει πρώτα και κύρια από μέσα μας), καθώς και το γνώριμο πρόσωπο που κρύβεται πίσω από ένα «τέρας».
Νύχτα. Ένα κτήριο στο κέντρο μιας επαρχιακής πόλης φλέγεται. Οι σειρήνες των πυροσβεστικών οχημάτων, που σπεύδουν για την κατάσβεσή του, ηχούν δυνατά. Ένα νεαρό αγόρι στα περίχωρα της πόλης, κάτοικοι συνωστισμένοι στους δρόμους, μια μητέρα με τον γιο της στο μπαλκόνι του σπιτιού τους, όλοι παρακολουθούν από απόσταση το κτήριο να τυλίγεται στις φλόγες… Έπειτα από μια ακολουθία ανησυχητικών αλλαγών στη συμπεριφορά του εντεκάχρονου Minato (Soya Kurokawa) που έπονται της πυρκαγιάς, η μητέρα του, Saori (Sakura Andō, Shoplifters), έρχεται αντιμέτωπη ξανά και ξανά με τη διεύθυνση του σχολείου, ζητώντας απαντήσεις. Όπως όλα δείχνουν, υπαίτιος είναι ο δάσκαλος του Minato, ο κύριος Hori (Eita Nagayama), ο οποίος φέρεται να ασκεί σωματική και λεκτική βία εις βάρος του.
Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Για τα πρώτα περίπου 45 λεπτά της ταινίας η απάντηση της Saori (και των θεατών) είναι καταφατική…μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο. Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με το Maborosi (1995), αναλαμβάνει για λογαριασμό του Kore-eda άλλος τη συγγραφή του σεναρίου. Ο Yuji Sakamoto, βραβευμένος στις Κάννες για το σενάριο της ταινίας, υφαίνει με δεξιοτεχνία μια μη γραμμική αφήγηση, τριπλών οπτικών, που προ(σ)καλεί τον θεατή να ενώσει κάθε φορά το παζλ της ιστορίας. Όταν, λοιπόν, η αφήγηση μεταβαίνει από την οπτική γωνία της μητέρας, σε αυτή του δασκάλου, για να περάσει στο τέλος στην αντίστοιχη των παιδιών, του Minato και του συμμαθητή του Yori (Hinata Hiiragi), τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται – οι χαρακτήρες, τα κίνητρά τους, τα γεγονότα, οι συγκρούσεις αποκτούν κάθε φορά διαφορετικό νόημα ανάλογα με ποιο από τα τρία πρόσωπα ακολουθεί η κάμερα, επιστρέφοντας και λύνοντας σταδιακά το μυστήριο γύρω από την τόσο κομβική πρώτη σκηνή, αυτή του φλεγόμενου κτηρίου.
Η φωτιά, όμως, της ταινίας καίει ενδότερα και πυροδοτείται από τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο μικρούς ήρωες. Χωρίς μελοδραματισμούς και πάντα με την ουμανιστική ευαισθησία και τρυφερότητα που τον χαρακτηρίζουν, ο Kore-eda σκιαγραφεί ώριμα και διακριτικά τη μεταβατική περίοδο της προεφηβείας, τον καταλυτικό της ρόλο ως προς τη διαμόρφωση της ταυτότητας των παιδιών, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο εκείνα αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και τους γύρω τους· ιδίως όταν μεγαλώνουν σε μια μικροκοινωνία (της οικογένειας και του σχολείου) που χαρακτηρίζεται από βία, εκφοβισμό και αναπαραγωγή στερεοτύπων. Ωστόσο, ακόμη και σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι σπόροι της ελπίδας και της ευτυχίας δεν θα αργήσουν να ανθίσουν, διότι για τον Kore-eda «η ευτυχία είναι κάτι που μπορεί να έχει ο καθένας», ακόμη κι ένα «τέρας».
Αλλά ποιο είναι εν τέλει το «τέρας»; Μιλάμε για ύπαρξη ενός ή πολλών τεράτων; Πόσο εύκολα θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει ένα εντεκάχρονο παιδί ως τέρας; Είναι ηθικό; Μήπως αυτός ο τίτλος αρμόζει καλύτερα σε κάποιο γονιό, ή στο (ιαπωνικό) εκπαιδευτικό σύστημα; Μήπως πίσω του κρύβεται ένα άλλο, εξίσου γνώριμο, πρόσωπο, αυτό της κοινωνίας που ανακυκλώνει και αναπαράγει στερεότυπα; Ο Hirokazu Kore-eda δε δίνει μια ξεκάθαρη απάντηση. Αντίθετα, αφήνει τον θεατή να κοιτάξει μέσα του, να συνομιλήσει με το δικό του «τέρας», για να βρει την απόκριση στο ερώτημα.
Κλείνοντας, η ταινία είναι αφιερωμένη στη μνήμη ενός άλλου– ιερού – τέρατος, που ακούει στο όνομα Ryuichi Sakamoto. Στην πρώτη (και τελική) του συνεργασία με τον Kore-eda, ο Sakamoto κάθεται για μια τελευταία φορά στο πιάνο του και συνθέτει δύο πρωτότυπα κομμάτια για την ταινία (τόσα του επέτρεψε η υγεία του), ενώ παράλληλα της δανείζει έργα από προηγούμενα άλμπουμ του (12, Out Of Noise και BTTB) προσδίδοντας, έτσι, ένα πένθιμο και ταυτόχρονα ελεγειακό τόνο που αγκαλιάζει σφικτά το Monster. Τα υπέροχης αισθητικής πλάνα, οι μεγάλες ερμηνείες από τους μικρούς (ηλικιακά) ηθοποιούς, το σενάριο του Yuji Sakamoto, η μουσική του Ryuichi Sakamoto, εναρμονίζονται πλήρως με τη σκηνοθετική μαεστρία του Hirokazu Kore-eda, για να παραδώσουν μια ταινία, που αν την αφήσεις, μπορεί να σε συνθλίψει.