Το Small Things Like These, κινηματογραφική διασκευή του ομώνυμου λογοτεχνικού έργου της συγγραφέως Claire Keegan, είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει ο τίτλος του. Μία ιστορία για έναν άνθρωπο που έκανε ένα πράγμα μικρό, που όμως έκρυβε μέσα του κάτι μεγάλο και ζεστό, όπως μοιάζει η αλληλεγγύη μέσα στο σκοτάδι.
Ο Bill Furlong, οικογενειάρχης σε ένα μικρό χωριό της Ιρλανδίας της δεκαετίας του 1980, βγάζει τα προς το ζην ως προμηθευτής ξύλων και κάρβουνου. Κάθε μέρα, διανύει αρκετές διαδρομές με το κίτρινο φορτηγάκι του για να παραδώσει τις παραγγελίες. Ασχέτως της κούρασης που τον καταβάλλει και της οικονομικής του στενότητας, προσπαθεί να προσφέρει όπως μπορεί σε όποιον δείχνει να έχει ανάγκη. Τα βράδια, τρίβει τα χέρια του με δύναμη στον νιπτήρα του μπάνιου και το νερό γίνεται γκρίζο. Συναλλάσσεται, μεταξύ άλλων, με τις καλόγριες από το τοπικό καθολικό μοναστήρι. Καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πηγαίνει τόσο καλά με τα κορίτσια που εργάζονται εκεί, ως προστατευόμενες του μοναστηριού. Κορίτσια που «αλλιώς, δεν θα είχαν καμία ελπίδα», όπως του λέει συγκαταβατικά η γυναίκα του, στα μάτια της οποίας οι καλόγριες έχουν το αλάθητο, όταν εκείνος της εκφράζει τις ανησυχίες του. Οι καλόγριες δεν επιτρέπουν σε κανέναν να παρεισφρήσει στον τρόπο που ασκούν την εξουσία τους.
Ώσπου κάποιο ξημέρωμα λίγο πριν τα Χριστούγεννα, ο Bill φτάνοντας στο μοναστήρι για μία παράδοση ανακαλύπτει ένα από εκείνα τα κορίτσια κλειδωμένο, να πονά στο πάτωμα μίας ξεχασμένης αποθήκης. Τότε, ολόκληρο το οικοδόμημα που είχε χτίσει για τον κόσμο, τους ανθρώπους, τις αξίες του, γεμίζει αμφιβολίες. Τώρα, θέλει μόνο να σώσει το κορίτσι. Μόνος, απέναντι σε μία εξουσία πέρα από τον ίδιο, εξαπλωμένη σε ολόκληρο το χωριό, ριζωμένη μέσα στην οικογένειά του. Πατέρας πέντε κοριτσιών που πηγαίνουν σχολείο στο μοναστήρι, κάθε του κίνηση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το μέλλον τους. Τι μπορείς να κάνεις μπροστά στην εξουσία της εκκλησίας, όταν κρύβεται επιμελώς πίσω από την υποκρισία, όταν σε δωροδοκεί για να κρατήσεις το στόμα σου κλειστό;
Τα πλάνα, κρύα και απόμακρα, υποδηλώνουν την κλειστότητα της κοινότητας, εξαιτίας του υπόγειου ελέγχου που της ασκεί η εκκλησία. Το χριστουγεννιάτικο, χιονισμένο τοπίο του χωριού με τα πέτρινα σπίτια μεταδίδει μία ψυχρότητα. Αν και η θαλπωρή υπάρχει, στις βιτρίνες των καταστημάτων, στο σαλόνι του σπιτιού του Bill, στα γέλια των παιδιών του, τη σκεπάζει ένα πέπλο σκοτεινό, όπως σκοτεινή είναι και η θεματική της ταινίας. Η ψυχρότητα ακολουθεί και τον ίδιο τον Bill, στα παγωμένα τζάμια του φορτηγού, στον τρόπο που ανασύρει εικόνες από το παρελθόν του, πάντα με κάποια πικρία (λήψεις με την πλάτη του γυρισμένη στο σκοτάδι του σπιτιού κι εκείνον να κοιτά το αχνό φως του παραθύρου), στους λασπωμένους χωματόδρομους και τα βροχερά ιρλανδικά χωράφια, εγκλωβισμένος σε μία ανασφαλή καθημερινότητα.
Δοσμένη απλά, η διήγηση του Small Things Like These είναι επηρεασμένη από πραγματικά γεγονότα βίας της ιρλανδικής καθολικής εκκλησίας πάνω σε κορίτσια με ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, σε μία χώρα που η πρόσβαση στην άμβλωση ήταν, μέχρι πρόσφατα, εντελώς αδύνατη. Πέρα όμως από αυτή την περιορισμένη κριτική αντίδραση εναντίον της εξουσίας της εκκλησίας, η ταινία δεν αναπτύσσει ιδιαίτερα τους άξονες που θίγει, πλην του Bill, ως πρωταγωνιστή. Σκηνοθετώντας την, ο Tim Mielants επιλέγει αναδρομές στο παρελθόν του, κατά βάση στη δύσκολη παιδική του ηλικία, ως παιδιού που το μεγάλωσε μόνη η μητέρα του χωρίς πατέρα, για να κατανοήσει ο θεατής από πού πηγάζει η συμπονετική και θλιμμένη του φύση. Παρόλα αυτά, υπάρχουν κενά σε όλες αυτές τις αναδρομές, χαρακτήρες που δείχνουν σημαντικοί αλλά, επιστρέφοντας στο τώρα, η ταινία τους ξεχνά, χωρίς να επιτυγχάνει κάποια συνεκτικότητα παρελθόντος-παρόντος. Αλλά και η σχέση του με τη γυναίκα του, παραμένει ατελής, δεν κατανοούμε τη μεταξύ τους δυναμική. Ακόμα και η ηγουμένη, που την ενσαρκώνει η Emily Watson (Breaking the Waves), μας απασχολεί στιγμιαία. Εμφανίζεται για να εμπεδωθεί ότι εκείνη, ο κλήρος, εξουσιάζει την κοινότητα, κι ύστερα δεν εμφανίζεται ξανά.
Ίσως βέβαια να μην ήταν ο στόχος εξ αρχής η εστίαση σε άλλα πρόσωπα. Αυτός στον οποίο υπάρχει όντως εμβάθυνση είναι ο Bill, να μένει ξύπνιος τις νύχτες υπό το βάρος δύσκολων αναμνήσεων, να συντηρεί την οικογένειά του, να προσπαθεί να ξεπεράσει τους φόβους του, να προσφέρει φροντίδα στο κακοποιημένο κορίτσι. Εκείνος, ναι, εξελίσσεται όμορφα. Ο Cillian Murphy, έναν χρόνο μετά το εκκωφαντικό Oppenheimer του Nolan διαλέγει, σε έντονη αντίθεση, έναν ρόλο ανθρωποκεντρικό, χαμηλών τόνων, που επικεντρώνεται σε συναισθήματα. Το πρόσωπό του εκφράζει μία διακριτική, ταλαιπωρημένη ευαισθησία, μέσα από στιγμές μοναξιάς και ανησυχίας, μα πιο πολύ, με δειλά χαμόγελα πως όλα θα πάνε καλά, πως δύο χέρια θα βρουν απρόσμενα χώρο για να κρατηθούν με τρυφερότητα, εκεί που κάποια μορφή εξουσίας νομίζει πως μπορεί να τα εμποδίσει. Και ίσως αυτό είναι αρκετό, κάποιες φορές.