Across the Spiderverse

Spider-Man: Across the Spider-Verse – Αισθητικό επίτευγμα

1

Το κείμενο του προβοκάτορα Χρίστου Δημητρίου για το «Spider-Man: Across the Spider-Verse» προκάλεσε εμφύλια σύγκρουση στα γραφεία του Director’s Cut και το παρόν άρθρο θα επιχειρήσει να υπερασπιστεί το νέο κεφάλαιο των περιπετειών του Miles Morales και της παρέας του. Άλλωστε, αν υπάρχουν τόσοι Spider-people, γιατί να υπάρχει μόνο ένα κείμενο για δαύτους;

Κρίνοντας από την πρόσφατη ιστορία του κινουμένου σχεδίου, μπορούμε να ισχυριστούμε με ασφάλεια πως η κυκλοφορία του Into the Spider-Verse αποτέλεσε σημείο τομής για το μέσο. Μετά από χρόνια κυριαρχίας των ανέμπνευστων κυκλοφοριών της Disney/Pixar, ήρθε επιτέλους μια ταινία που αξιοποιεί τις απεριόριστες δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας, αποδεικνύοντας πως η δημιουργικότητα δεν έχει στερέψει ακόμα. Έκτοτε ακολούθησαν διάφορες ταινίες που δοκίμασαν κάτι φρέσκο και διαφορετικό (The Mitchells vs the Machines, Puss in Boots: The Last Wish), οπότε δικαιολογημένα οι προσδοκίες για την πολυαναμενόμενη συνέχεια του Spider-Verse είχαν αγγίξει δυσθεώρητα επίπεδα. Ευτυχώς, το Across the Spider-Verse ανταποκρίθηκε στην πρόκληση εξελίσσοντας ακόμα περισσότερο την πρωτοποριακή αισθητική του προκατόχου του.

Across the Spiderverse

Η ταινία είναι πρωτίστως μια εμπειρία για όλες τις αισθήσεις, αντίστοιχη της Suspiria του Dario Argento ή του πολύ πιο πρόσφατου Mad Max: Fury Road. Ο αισθητικός πειραματισμός είναι εκείνος που καθοδηγεί τα πάντα και δικαίως, αν αναλογιστεί κανείς τι έχει κατορθώσει η δημιουργική ομάδα της ταινίας. Από τον εισαγωγή που μας συστήνει στον ροζ κόσμο της Gwen που μοιάζει ζωγραφισμένος με νερομπογιές μέχρι το κυνηγητό στην πολύχρωμη πόλη του Ινδού Spider-Man κι από εκεί στον τεχνολογικά εξελιγμένο νέον κόσμο του Spider-Man 2099 μέχρι τον απόκοσμο σχεδιασμό του Spot, το αποτέλεσμα προσφέρει αμέτρητες αφορμές για θαυμασμό, μια ξέφρενη βουτιά σε ένα πολυσύμπαν καλλιτεχνικών επιρροών που δεν μπορείς παρά να παρακολουθείς με δέος.

Το αξιοθαύμαστο είναι πως παρά την ανελέητη δράση, η ταινία καταφέρνει να αφιερώσει αρκετό χρόνο σε κάθε ένα από τα σύμπαντα που επισκέπτεται, ώστε εκείνα να φαντάζουν τελικά βιωμένα σε σημαντικό βαθμό. Κάπως έτσι, ο χρόνος που «σπαταλάμε» στο σύμπαν του Miles είναι αρκετός, ώστε να πειστούμε πως αυτός ο Spider-Man είναι όντως ο υπερήρωας της γειτονιάς, πετυχαίνοντας όσα δεν κατάφεραν και οι τρεις πρόσφατες ταινίες του MCU μαζί, δικαιώνοντας παράλληλα σε σημαντικό βαθμό της προσδοκίες μας. Ακόμα και οι κλεφτές ματιές που ρίχνουμε στην εξωτική και πολύβουη Mumbhattan, όσο οι Αραχνάνθρωποι κυνηγιούνται στους εναέριους δρόμους της, αρκούν για να φωτίσουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

Δείτε επίσης:

Απ’ την άλλη, το σενάριο των πάντοτε αξιόπιστων Chris Miller και Phil Lord ακολουθεί ακριβώς την αντίστροφη λογική. Σε αντίθεση με το σχέδιο που μας βομβαρδίζει με δεκάδες διαφορετικά στιλ σχεδίασης, εκείνο ακολουθεί μια επαναλαμβανόμενη πορεία, η οποία μπορεί να φαντάζει κουραστική, αλλά είναι απαραίτητη, ώστε να αναδείξει κάποια κομβικά σημεία στη ζωή των Αραχνανθρώπων ως τον ιστό που κρατάει ενωμένο το πολυσύμπαν, αποτρέποντας την ολοκληρωτική κατάρρευση του. Αν και αυτό δεν επιτυγχάνεται πάντοτε με απόλυτα οργανικό τρόπο (η κατά τ’ άλλα υπέροχη εισαγωγή της Gwen μοιάζει περισσότερο με μια αυτόνομη μικρού μήκους ταινία, παρά με αδιαχώριστο τμήμα της υπόλοιπης ταινίας), οι σεναριογράφοι έχουν φροντίσει να κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον με μικρο-συγκρούσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες. Πρωταρχικό ρόλο παίζει φυσικά η σχέση γονέα-παιδιού, με τον φόβο των πρώτων για την αβέβαιη πορεία του τέκνου τους στον χαοτικό, σύγχρονο κόσμο να δημιουργεί τρικυμίες στη σχέση τους, αλλά εξίσου συναρπαστικές είναι και οι δυναμικές που αναπτύσσονται μεταξύ του Miles και των υπόλοιπων Spider-People.

Αν έπρεπε να καταλογίσουμε κάτι στη νέα προσθήκη του Αραχνο-Σύμπαντος, αυτό είναι περισσότερο η εξάρτηση της από την επόμενη ταινία που θα κλείσει την τριλογία. Σαν θέαμα είναι αδιαμφισβήτητα μοναδικό, ένα εντυπωσιακό κατόρθωμα ικανό να ζεστάνει τις καρδούλες μας, αλλά λόγου χάρη οι θεματικές μένουν μετέωρες. Σαν άλλες γάτες του Σρέντινγκερ, καρτερούν τη στιγμή που θα «ανοίξει το κουτί» και θα αποκαλυφθεί αν έχουν οδηγηθεί σε απροσδόκητα μονοπάτια ή αν ακολούθησαν την πεπατημένη και τις γνώριμες εύκολες λύσεις που προσφέρει το υπερηρωικό είδος. Αντίστοιχα, και οι υποσχέσεις για την αναμέτρηση με τον πιο συνταρακτικό ανταγωνιστή των τελευταίων πολλών ετών μπαίνει στον πάγο μέχρι την επόμενη φορά, καλλιεργώντας ακόμα περισσότερο την ανυπομονησία. Επομένως, για την ώρα κρατάμε το συναίσθημα της συναρπαστικής, μα συνάμα τρομακτικής ανακάλυψης όχι ενός κόσμου, αλλά ολόκληρου πολυσύμπαντος και αφήνουμε τα υπόλοιπα να τα κρίνει ο χρόνος.

1 Comment

Σχόλια

Your email address will not be published.