Οι Emma Stone και Nathan Fielder στο «The Curse».

The Curse: Η πραγματικότητα είναι ανυπόφορη

Κανείς δεν κάνει τηλεόραση σαν τον Nathan Fielder. Αν και φαινομενικά απλές, οι σειρές του Nathan Fielder στοχάζονται για την ίδια την ύπαρξη μέσα από καλλιτεχνικές κατασκευές που με το ένα πόδι πατάνε στην τηλεοπτική παράδοση των reality εκπομπών και με το άλλο στο αβαν-γκαρντ μπαστάρδεμα πραγματικής ζωής και αφήγησης. Ευτυχώς, το Curse δεν αποτελεί εξαίρεση.

Αυτή τη φορά βέβαια, ο Fielder δεν είναι μόνος του. Συν-δημιουργός της σειράς είναι ο Bennie Safdie, ο ένας εκ των δύο αδελφών στους οποίους οφείλουμε τα καρδιοχτύπια των Uncut Gems και Good Time. Βλέπετε, ο Safdie είχε εντυπωσιαστεί από ένα συγκεκριμένο επεισόδιο μιας παλιότερης σειράς του Fielder, το Nathan For You, και τον τρόπο που σχολίαζε την αναπαράσταση της πραγματικότητας, θαυμασμό που εξέφρασε σε ένα ενθουσιώδες άρθρο. Οι δυο τους γνωρίστηκαν, έγιναν φίλοι και παρέδωσαν μια σειρά που στον πυρήνα της βρίσκεται αυτή ακριβώς η κωμική μαγεία που γοήτευσε τον Safdie.

Οι Nathan Fielder (The Rehearsal) και Emma Stone (Poor Things) υποδύονται ένα νιόπαντρο ζευγάρι που φιλοδοξεί να αναβαθμίσει την κοινότητα της Espaniola, με τη βοήθεια των παθητικών κτιρίων που πρόκειται να κατασκευάσουν. Φυσικά, τα κτίρια δεν προορίζονται για τον φτωχό πληθυσμό της περιοχής, αλλά για εύπορους αγοραστές, με τους κατοίκους να λαμβάνουν μόνο ένα μέρος των εσόδων για την κάλυψη του ενοικίου ή την εξασφάλιση εργασίας. Βέβαια, αν και το ζεύγος υποστηρίζει πως τα κίνητρά του είναι πρωτίστως αλληλέγγυα και οικολογικά, πρωταρχικός στόχος της επένδυσης είναι να αποτελέσει τη βάση για την ριάλιτι εκπομπή Flipanthropy. Εκεί, μπαίνει στο παιχνίδι και ο πανούργος σκηνοθέτης (Bennie Safdie), ο οποίος θα κάνει ό, τι χρειαστεί, ακόμα και να «παίξει» με την σχέση του ζευγαριού, ώστε το τελικό προϊόν να ξεχειλίζει δραματική ένταση, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού.

Οι Emma Stone και Nathan Fielder στο «The Curse».

Φυσικά, σε πρώτο επίπεδο, η σειρά πρόκειται για μια αιχμηρή σάτιρα των νεοφιλελεύθερων υποκειμένων και της επιτελεστικής φιλανθρωπίας τους, μια αποδόμηση του εξευγενισμού και των αποικιοκρατικών αποχρώσεων του, στοιχεία που συμπυκνώνονται ιδανικά στα ίδια τα παθητικά κτίρια με τις αντανακλαστικές προσόψεις τους. Θεωρητικά, αυτό το σχεδιαστικό εύρημα, το οποίο όπως μαθαίνουμε είναι «εμπνευσμένο» από άλλον καλλιτέχνη, τα εντάσσει αρμονικά στα ήδη υπάρχοντα κτίρια. Στην πράξη όμως, ο παραμορφωτικός καθρέφτης τους τα μετατρέπει σε ένα ξένο σώμα, αταίριαστο με τον χαρακτήρα της τοπικής κοινωνίας, υπερτονίζοντας τελικά τον επεμβατικό χαρακτήρα της δράσης του ζευγαριού.

Σκάβοντας λίγο βαθύτερα βέβαια, δεν αργούν να αποκαλυφθούν οι σταθερές έγνοιες του Fielder περί πραγματικότητας και αναπαράστασής της. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτές οι έγνοιες εκφράζονται με μία αντι-ριάλιτι σκηνοθετική προσέγγιση. Τι σημαίνει όμως αυτό; Αν οι ριάλιτι εκπομπές, σε αντίθεση με όσα υπονοεί το όνομά τους, κόβουν και  ράβουν την πραγματικότητα για να δημιουργήσουν ένταση ή κάποια ιδεατή εικόνα, η σκηνοθεσία του Curse κάνει ακριβώς το αντίθετο. Όταν μια σκηνή θα έπρεπε να κοπεί, η κάμερα συνεχίζει για καταγράψει τις άβολες σιωπές και τα βλέμματα που υποδηλώνουν ρωγμές στην φαινομενική τελειότητα∙ όλες εκείνες τις στιγμές που δεν βρίσκουν θέση ούτε στις ριάλιτι εκπομπές, ούτε στα viral, γεμάτα χαρά και πάθος για ζωή βίντεο των influencer. Εν ολίγοις, την πραγματική, συχνά άβολη ζωή.

Οι Emma Stone και Bennie Safdie στο «The Curse».

Αν τα ριάλιτι σόου επιδιώκουν να βάλουν σε τάξη το χάος της πραγματικής ζωής για να κατασκευάσουν το δικό τους νόημα, το Curse ανοίγει διάπλατα ένα παράθυρο προς το χάος και σε υποχρεώνει να παρακολουθείς όλα εκείνα τα οποία δεν θα έπρεπε. Η εμπειρία είναι δίχως άλλο τρομακτική και οι Fielder και Safdie την σκηνοθετούν ως τέτοια (εκμεταλλευόμενοι και την υποτιθέμενη (;) κατάρα ενός μικρού κοριτσιού στον χαρακτήρα του Fielder ήδη από το πρώτο επεισόδιο): η αργή κίνηση της κάμερας, τα διάφορα οπτικά εμπόδια που βρίσκονται διαρκώς ανάμεσα σε εκείνη και τα υποκείμενα που κινηματογραφούνται, τα απειλητικά ζουμ, η απόκοσμη ηλεκτρονική μουσική που μοιάζει λες και ξεπήδησε από κάποιο giallo των 60s, ντύνουν τη δράση με έναν υπερφυσικό μανδύα, ο οποίος καρτερεί το φινάλε της σειράς για να ξεσαλώσει. Εκεί, το υποσυνείδητο παίρνει τον πρώτο λόγο, το νόημα εξανεμίζεται, η λογική αδυνατεί να δώσει απαντήσεις και η σειρά βροντοφωνάζει πως ο κινηματογραφικός ρεαλισμός είναι ένα ψέμα και μόνο ο σουρεαλισμός μπορεί να αποτυπώσει το παράλογο της ύπαρξης!

Δυστυχώς, τα σκηνοθετικά τερτίπια και ο στοχασμός για τον ρόλο του μέσου στην αλλοίωση της πραγματικότητας, δεν συνοδεύονται από μια εξίσου στιβαρή δραματουργία. Ή καλύτερα, συνοδεύονται από μία δραματουργία, η οποία απλώνεται σε υποπλοκές που δεν χρειαζόταν να λάβουν απαραίτητα την έκταση που έλαβαν. Είναι ενδεικτικό μάλιστα, πως η ιδέα της κατάρας, η οποία έδωσε και το όνομα στη σειρά, παραμερίζεται για αρκετά επεισόδια για να επανέλθει μόνο προς το τέλος.

Μέχρι τότε, η σειρά στηρίζεται στην ώθηση που τις προσφέρουν οι πρωταγωνιστές της. Τον ψυχρό, σχεδόν ρομποτικό Fielder δεν χάνει ευκαιρία να τον μειώνει και να τον εξευτελίζει και στον Safdie προσφέρει έναν αηδιαστικά γλοιώδη ρόλο που κάπου στο βάθος ίσως να κρύβονται και κάποια ψήγματα ανθρωπιάς (καταπληκτική ερμηνεία όπως και να’ χει!). Αναμενόμενα βέβαια, όλα τα φώτα πέφτουν πάνω στην Emma Stone. Ο ρόλος της είναι μεν πιο πρόσχαρος από εκείνον του Fielder, αλλά εξίσου υποκριτικός και η Stone αποδίδει στην εντέλεια όλες τις λεπτές αποχρώσεις του.

Ο ιδιότροπος κύριος Fielder επιστρέφει λοιπόν με ακόμη μία σειρά. Μην σας μπερδέψει όμως η παρουσία της Emma Stone! Το Curse δεν είναι εύπεπτο, απαιτεί υπομονή, λόγω του (ορθά) αργόσυρτου ρυθμού του και των αντιπαθητικών χαρακτήρων του που δεν ευνοούν την ταύτιση μαζί τους. Ωστόσο, με αρκετή υπομονή και ανοχή σε όσα σημεία της πλοκής πλατειάζουν αχρείαστα, το αποτέλεσμα θα ανταμείψει και με το παραπάνω.

 

Σχόλια

Your email address will not be published.