Ο Ah Jong (Chow Yun Fat) είναι ο Killer, ένας εκτελεστής ο οποίος, ενώ φέρνει σε πέρας ακόμα μία αποστολή, άθελά του προκαλεί την τύφλωση μιας αθώας γυναίκας. Αποφασισμένος να επανορθώσει για το σφάλμα του, θα πρέπει να ολοκληρώσει μία ακόμη αποστολή, προκειμένου να εξασφαλίσει τα χρήματα για την επέμβαση που θα επαναφέρει την όραση της κοπέλας. Έτσι και γίνεται, μόνο που, στην προσπάθειά του να δραπετεύσει μετά την εκτέλεση της αποστολής, πέφτει σε ενέδρα. Αν και κατορθώνει να γλιτώσει τελευταία στιγμή, συνειδητοποιεί πως κάποιος τον θέλει νεκρό, και πρέπει να μάθει ποιος είναι. Ταυτόχρονα, ένας έμπειρος και ευφυής ντετέκτιβ της αστυνομίας βρίσκεται στα ίχνη του.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ο John Woo ήταν ένας από τους ανερχόμενους σκηνοθέτες της σχολής του σινεμά δράσης που καθιερωνόταν στο Χονγκ Κονγκ, ξεκινώντας να σημειώνει τις πρώτες της επιτυχίες και εκτός της χώρας. Αν και δούλευε στην εγχώρια κινηματογραφική βιομηχανία από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, γνώρισε την πρώτη του μεγάλη διεθνή επιτυχία με το A Better Tomorrow (1986), όπου συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον Chow Yun Fat, θρυλικό ηθοποιό του ασιατικού action κινηματογράφου, και φανέρωσε τις επιρροές του από τον Γάλλο δημιουργό Jean–Pierre Melville. Η επιτυχία της ταινίας οδήγησε σε ένα κατώτερο αλλά πάντα απολαυστικό σίκουελ που σκηνοθέτησε ο Woo την αμέσως επόμενη χρονιά, και κάπως έτσι φτάνουμε στο 1989 και στο The Killer, ίσως την κορυφαία ταινία του σκηνοθέτη.
Όπως όλες οι (καλύτερες) ταινίες του Woo, το The Killer είναι μια ταινία βουτηγμένη στις σφαίρες, το αίμα και τα πτώματα. Ο σκηνοθέτης ενορχηστρώνει μερικές από τις ωραιότερες χορογραφίες πιστολιδιού που έχουμε δει ποτέ, θυμίζοντας τις ταινίες του Sam Peckinpah και επηρεάζοντας, με τη σειρά του, σκηνοθέτες όπως ο Edgar Wright και ο Quentin Tarantino. Καθώς τα νεκρά σώματα στοιβάζονται το ένα πάνω στο άλλο με ρυθμούς εξίσου γρήγορους με αυτούς που εκτοξεύονται οι σφαίρες από τα όπλα του πρωταγωνιστή, δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε την ακρίβεια χορογράφου μπαλέτου με την οποία ο Woo σκηνοθετεί άγρια ποιητικές σκηνές θανάτου και ωμότητας.

Παράλληλα, όμως, μέσα σε όλον αυτόν το χαμό που οπωσδήποτε θα ικανοποιήσει τους λάτρεις της αγνής, ατόφιας δράσης, ο Woo χωρά στην ταινία του θεματικές επίσης επηρεασμένες από το σινεμά του Melville, όπως η τιμή, οι κώδικες ηθικής του υποκόσμου, η αθωότητα – που συμβολίζεται από τα περιστέρια, σταθερό οπτικό μοτίβο του σκηνοθέτη –και η ανθρωπιά που εντοπίζεται στα βάθη της ψυχής ακόμα και του πιο σκληρού κι αμείλικτου εκτελεστή. Στο κάτω – κάτω, το The Killer δεν είναι παρά μια action εκδοχή του κλασικού μύθου της Πεντάμορφης και του Τέρατος, όπου ένας δολοφόνος φαινομενικά χωρίς ίχνος ηθικής θυσιάζει την απόλυτα οργανωμένη ζωή του προκειμένου να διαφυλάξει το μόνο που του έχει απομείνει: το σύμβολο της αθωότητας, την νεαρή κοπέλα, και, μέσω αυτής, την ίδια την τιμή του.
Ο Chow Yun Fat ενσαρκώνει τον πρωταγωνιστή της ταινίας με coolness που όμοιό του δε συναντάμε παρά σε ελάχιστους πρωταγωνιστές, στον Robert Mitchum, άντε και σε έναν ή δύο ακόμα. Λιγομίλητος μα άκρως εκφραστικός, ο ηθοποιός είναι κομμένος και ραμμένος για ρόλους σαν κι αυτόν. Είναι μεγάλο κρίμα που το Χόλιγουντ, στο οποίο εγκαταστάθηκε ο ηθοποιός από ένα σημείο και μετά, δεν μπόρεσε να τον αξιοποιήσει όπως έπρεπε και του έδωσε μόνο ασήμαντους ρόλους σε εξίσου ασήμαντες ταινίες. Ο Woo, με τον οποίο θα συνεργάζονταν ξανά στο εξίσου υπέροχο Hard Boiled (1992), ήξερε βέβαια πώς να εκμεταλλευτεί τον Chow Yun Fat και σε αυτήν την ταινία το έκανε στο έπακρο.
Το The Killer, 35 χρόνια μετά την κυκλοφορία του και με το φετινό αγγλόφωνο remake του ίδιου του Woo να επιβεβαιώνει την σημασία του, στέκει ανεπηρέαστο απ’ το χρόνο, ως πιθανότατα η καλύτερη ασιατική ταινία δράσης της δεκαετίας του 1980 και το ωραιότερο κόσμημα στη φιλμογραφία του δημιουργού του. Μια αριστουργηματική ταινία που πολλοί προσπάθησαν να μιμηθούν, αλλά ελάχιστοι κατάφεραν έκτοτε να παραδώσουν κάτι εξίσου αξιοθαύμαστο στο είδος της δράσης.