Δύο άντρες, ο έμπειρος φαροφύλακας Thomas Wake (William Dafoe) και ο νεαρός Ephraim Winslow- ; – (Robert Pattinson) μένουν για ένα μήνα σ’ ένα απομονωμένο νησί για να φροντίζουν τον φάρο του. Σταδιακά όμως, η μοναξιά, ο αγριεμένος καιρός και η εκμετάλλευση του Ephraim απ’ το αφεντικό του θα προκαλέσουν τις πρώτες συγκρούσεις στη σχέση τους. Με μια πρώτη ματιά, η νέα πολυαναμενόμενη ταινία του Robert Eggers μοιάζει με ακόμη μια ταινία που παρουσιάζει το ταξίδι των πρωταγωνιστών της προς την τρέλα, με τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία να γίνονται όλο και δυσδιάκριτα. Αν και αυτή η περιγραφεί δεν απέχει αρκετά από την πραγματικότητα, αποκρύπτει ένα σημαντικό μέρος της γοητείας του νέου πονήματος του Eggers, το οποίο μοιάζει να συνδυάζει την εκρηκτική σχέση των δύο αδερφών στο Brothers (την μικρή μήκους ταινία του σκηνοθέτη) και το σεξουαλικό υπόβαθρο του ατμοσφαιρικότατου The VVitch.
Η σχέση των δύο αντρών είναι ήδη από τα πρώτα λεπτά γεμάτη εντάσεις, αφού ο Thomas προσπαθεί να επιβάλλει την κυριαρχία του με κάθε τρόπο στο νεαρό συνεργάτη του, ο οποίος υπακούει δίχως να έχει πολλές εναλλακτικές, αφήνοντας όμως την οργή του να σιγοκαίει. Ωστόσο, είναι οι μικρές στιγμές χαλάρωσης των δύο αντρών στο τέλος της ημέρας, με τραγούδι, χορό και αρκετό ποτό, που τους φέρνουν πιο κοντά και αποκαλύπτουν την ανάγκη του για συντροφικότητα, αλλά και το ομοερωτικό υπόβαθρο της ταινίας.
Βάζοντας τη σχέση των δύο αντρών στο επίκεντρο, ο Eggers πήρε ένα μεγάλο ρίσκο, αφού αν η χημεία των δύο ηθοποιών ήταν ανύπαρκτη, τότε όλο του το εγχείρημα θα κατέρρεε. Ευτυχώς, κάτι τέτοιο δεν συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, αφού ο ένας ηθοποιός αλληλοσυμπληρώνει τον άλλον με τον ηλικιωμένο, πολυλογά χαρακτήρα του έντονα θεατρικού Dafoe να έρχεται σε αντίθεση με το ανιχνευτικό βλέμμα και την υπόγεια ένταση που εκπέμπει ο λιγομίλητος, ψιλοχαμένος χαρακτήρας του Pattinson.
Σκηνοθετικά, ο Eggers μας υπενθυμίζει γιατί θεωρείται ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ονόματα στο είδος του τρόμου (αν και η συγκεκριμένη δεν ανήκει αποκλειστικά σ’ αυτό). Για άλλη μια φορά, ανάγει το περιβάλλον σε βασικό χαρακτήρα, αφού ο δυνατός άνεμος και η γεύση αλμύρας συμβάλλουν τα μέγιστα στη δημιουργία απειλητικής ατμόσφαιρας, ενώ η χρήση της γλώσσας αποτελεί ένα εντυπωσιακό επίτευγμα από μόνη της, μεταφέροντας τους θεατές σε άλλες εποχές. Εξίσου εντυπωσιακή όμως είναι και η φωτογραφία της ταινίας από τον Jarin Blaschke που είχε κερδίσει τις εντυπώσεις με την αποστομωτική δουλειά του στο The VVitch, αλλά εδώ ανεβάζει ακόμα ψηλότερα τον πήχη, παραδίδοντας άκρως κλειστοφοβικά πλάνα, τα οποία μεταπηδούν από το -σχεδόν απόλυτο- σκοτάδι στο έντονο φως του φάρου που κρύβει τα δικά του μυστικά που θα μείνουν αναπάντητα μέχρι τέλους.
Σίγουρα, ο Φάρος του Eggers δημιουργεί περισσότερα ερωτήματα από τις απαντήσεις που προσφέρει. Όμως, ακόμα και αν δεν υπάρχει κάποιο βαθύτερο νόημα πίσω από τις συγκρούσεις και τα ανομολόγητα πάθη των πρωταγωνιστών, η ταινία παραμένει ένα αδιαμφισβήτητο καλλιτεχνικό επίτευγμα που φωτίζει το δρόμο για μια από τις πιο ιδιαίτερες σκηνοθετικές φωνές στο χώρο του τρόμου και όχι μόνο. Και αυτό είναι αρκετός λόγος για να βυθιστούν και οι θεατές στην παράνοια της.