Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Viet Thanh Nguyen, The Sympathizer, η σειρά ξεκινάει λίγες μέρες πριν την λήξη του πολέμου του Βιετνάμ και ακολουθεί τον Captain (Hoa Xuande), έναν νεαρό γαλλο-βιετναμέζο κομμουνιστή, ο οποίος όμως έχει παρεισφρήσει στις τάξεις των καπιταλιστών αντιπάλων και αναγκάζεται να μεταναστεύσει στο Λος Άτζελες για να ολοκληρώσει την αποστολή του.
Στον θεματικό πυρήνα της σειράς κρύβεται η ίδια η φύση της αφήγησης, η αναξιοπιστία της μνήμης και τελικά η κοπτοραπτική γύρω από την ίδια την Ιστορία και τις μεγάλες αφηγήσεις που την πλαισιώνουν. Και μπορεί το Sympathizer να μην έχει να κομίσει κάποια πραγματικά καινοτόμα προσέγγιση σε αυτές τις ιδέες, αλλά για μεγάλο μέρος της διάρκειάς του καταφέρνει να τους προσδώσει οπτικό ενδιαφέρον. Ο Park Chan Wook (Oldboy), συν-σεναριογράφος της σειράς και σκηνοθέτης των τριών πρώτων επεισοδίων, δίνει τον τόνο για μια παιγνιώδη και στυλιζαρισμένη σκηνοθεσία: επαναλαμβανόμενα οπτικά μοτίβα και πειραματισμοί με τη ροή της αφήγησης προκειμένου να αποτυπωθεί ο τρόπος που η μνήμη του Captain συνθέτει ξανά και ξανά λεπτομέρειες των γεγονότων που εξιστορεί. Μια ιδιαίτερη αφήγηση, η οποία κορυφώνεται στο τέταρτο επεισόδιο που σκηνοθετεί ο Fernando Meirelles του Sugar, και το οποίο αποτελεί μια σύντομη εκδοχή του Tropic Thunder, διευρύνοντας τους ορίζοντες της σειράς, εξερευνώντας τον ρόλο του σινεμά στην διαμόρφωση της Ιστορίας. Από εκεί και έπειτα όμως, τα καύσιμα του Sympathizer φαίνεται να εξαντλούνται: η σκηνοθεσία γίνεται πιο συντηρητική, και το σενάριο βαδίζει σε μονοπάτια που αποδεικνύονται λιγότερο αιχμηρά και κακοτράχηλα απ’ όσο θα μπορούσαν να είναι για τον Captain.
Μια ακόμη σημαντική πηγή προβλημάτων για το σενάριο είναι ο -στη θεωρία μόνο- αναξιόπιστος αφηγητής. Και λέμε στη θεωρία, καθώς με βάση τις θεματικές έγνοιες της σειράς θα περίμενε κανείς να αποδειχθεί -ή έστω να υπονοηθεί!- κάποια στιγμή πως μεγάλο μέρος των εξιστορήσεων του Captain ίσως να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Τελικά όμως, αυτό ισχύει μονάχα για μια σκηνή στην αρχή της σειράς, η οποία δεν υποχρεώνει σε ριζική αναθεώρηση όσων έχουν ειπωθεί.
Αντίστοιχα ανεκμετάλλευτη παραμένει και η διττή «φύση» του πρωταγωνιστή. Καταδικασμένος να θεωρείται Γάλλος από τους συμπατριώτες του και Βιετναμέζος απ’ όλους τους υπόλοιπους, αλλά και υποχρεωμένος να ζει μια παράλληλη καπιταλιστική ζωή, ως κρυφός πράκτορας των κομμουνιστών, περιπλανιέται διαρκώς σε μια γκρίζα ζώνη, δίχως να ανήκει πουθενά, κουβαλώντας ένα βάρος που ανα στιγμές φαντάζει ασήκωτο. Στα χαρτιά, ο χαρακτήρας του θα έπρεπε να αμφισβητεί διαρκώς τις πεποιθήσεις του, ειδικά από τη στιγμή που έρχεται αντιμέτωπος με την καταναλωτική σαγήνη του καπιταλισμού ή τις ενοχές για όσα έχει διαπράξει για χάρη της αποστολής του. Αντ’ αυτού, το σενάριο τον κρατάει εμμονικά ακλόνητο στις θέσεις του, στερώντας του την δυνατότητα της δραματουργικής απογείωσης. Όταν τελικά αποφασίζει να τον δοκιμάσει, δυστυχώς είναι πολύ αργά.
Παρά τις αστοχίες του σεναρίου όμως, ο καταπληκτικός Hoa Xuande σώζει την παρτίδα, παραδίδοντας μια σαρωτική ερμηνεία που αποτυπώνει την ασφυκτική κατάσταση στην οποία είναι εγκλωβισμένος ο Captain. Ευγενικός και χαμηλών τόνων στην όψη, ο χαρακτήρας του αποδεικνύεται πολύπλευρος με ουκ ολίγες σκοτεινές πτυχές -σπαρακτικός, ερωτευμένος, οργισμένος-, καταφέρνοντας τελικά να καλύψει σε έναν βαθμό τις σεναριακές ελλείψεις.
Από κοντά και ο Robert Downey Jr να μασάει τα σκηνικά σε τετραπλό ρόλο, ερμηνεύοντας τέσσερις ξεχωριστούς ανθρώπους. Φυσικά, το σενάριο αδυνατεί να μας πείσει γι’ αυτή την καλλιτεχνική επιλογή, αλλά ο Downey Jr. καταφέρνει με τον τρόπο ομιλίας, την αλλαγή στη στάση του σώματος, αλλά και την αμέριστη συμβολή του μακιγιάζ να διαμορφώσει τέσσερις ολοκληρωτικά διαφορετικές προσωπικότητες∙ άθλος που δύσκολα θα περάσει απαρατήρητος όταν έρθει η στιγμή των βραβεύσεων.
Τελικά, το Sympathizer μπορεί να μην ξεπερνάει αντίστοιχες κατασκοπικές σειρές -το Americans εξερεύνησε παρόμοιες θεματικές με σαφώς πιο ολοκληρωμένο τρόπο-, αλλά ό,τι χάνει σε σεναριακή αρτιότητα το κερδίζει σε απαράμιλλο στυλ και ερμηνευτικό ρεσιτάλ των πρωταγωνιστών του. Και μερικές φορές, αυτό μπορεί να είναι αρκετό για να σε κρατήσει μέχρι το τέλος.