Κι αν η ιστορία της Σταχτοπούτας εξιστορούνταν από την οπτική της Elvira, της άσχημης θετής αδελφής που ζει για να παντρευτεί τον Πρίγκιπα; Όχι, δεν πρόκειται για ακόμη ένα (αποτυχημένο) remake της Disney, αλλά για το πειραγμένο ντεμπούτο της νορβηγίδας Emilie Blichfeldt που υπόσχεται να αποτυπώσει το γνωστό παραμύθι με τον πιο γκροτέσκο και βάναυσο τρόπο.
Με σκηνικά που εντυπωσιάζουν και φωτογραφία βγαλμένη από πίνακα ζωγραφικής, η Blichfeldt στήνει έναν παραμυθένιο κόσμο όπου οι βουτηγμένες σε ροζ αποχρώσεις φαντασιώσεις μιας πριγκιπικής ζωής διακόπτονται απότομα από την σκληρή πραγματικότητα και την ανάγκη επιβίωσης. Πατριαρχία και οικονομική εξάρτηση παντρεύονται αρμονικά και δημιουργούν έναν κόσμο, όπου το πιο ισχυρό νόμισμα είναι η ομορφιά και μόνος στόχος η παντρειά με έναν γαμπρό -άσχημο ή μη, δεν έχει σημασία- που θα εξασφαλίσει ένα πλουσιοπάροχο βιοτικό επίπεδο. Τα διακυβεύματα είναι μεγάλα, οπότε οι θυσίες οφείλουν να είναι και αντίστοιχες με τη νεαρή Elvira να είναι πρόθυμη να κάνει ό,τι χρειαστεί για να θαμπώσει με τα ανανεωμένα κάλλη της τον πρίγκιπα.

Η Blichfeldt σκηνοθετεί τα πάθη της Elvira με τρόπο που από την μια παραπέμπει στην κωμική ευρηματικότητα της υπέροχης τηλεοπτικής σειράς The Great ή του λανθιμικού The Favourite -και τα δύο σε σενάριο του Tony McNamara- κι απ’ την άλλη στη σωματική φρίκη των ταινιών του Cronenberg (καθόλου τυχαία, μία χαρακτήρας δανείζεται το επίθετό του). Το αποτέλεσμα είναι, αν μη τι άλλο, σαγηνευτικό∙ η κωμική ειρωνεία είναι απολαυστική, τα κοινωνικά σχόλια καυστικά και στοχευμένα, ενώ τα κάθε είδους σωματικά υγρά και η αποκρουστική όψη που μπορεί να πάρει η ανθρώπινη σάρκα θα ηδονίσουν το κοινό που καρτερεί με πάθος την ακραία εικονογραφία και η κλιμάκωση της ταινίας οδηγεί σε ένα ιδανικό κλείσιμο, τρυφερό μέσα στην τραγικότητά του. Ωστόσο, απουσιάζει το νεύρο και ο γοργός ρυθμός που θα απογείωνε την ταινία με αποτέλεσμα οι σποραδικές αηδιαστικές σκηνές να αμφισβητούνται ως προς την αναγκαιότητά τους και το χιούμορ να έρχεται σε τόσο μικρές (μα πετυχημένες) δόσεις που να σε κάνει να ζητάς (πολλά) παραπάνω.

Τα σκηνοθετικά στραβοπατήματα βέβαια, καλύπτονται και με το παραπάνω από τις ερμηνείες. Από την αδίστακτη και ερωτιάρα Ane Dahl Torp στο ρόλο της μητέρας, την γεμάτη αυτοπεποίθηση λόγω ομορφιάς Thea Sofie Loch Naess και φυσικά την Lae Myren, όλο το καστ ανταποκρίνεται άψογα στην αποστολή του. Φυσικά, η καρδιά της ταινίας είναι η Myren∙ ευάλωτη και αφελής, συνοδεύει τον ρόλο της ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της, παραδίδοντας μια ερμηνεία που ξεχειλίζει ανθρωπιά και τραγικότητα. Μικρές στιγμές όπως η ένοχη απόλαυση ενός γλυκού που κρατά φυλαγμένο αποτυπώνουν στην εντέλεια το βάρος της καταπίεσης που βιώνει και επιτρέπουν την ταύτιση, παρά τις ακρότητες που συνοδεύουν άλλες πτυχές της ταινίας.
Με ενδιαφέρουσες ιδέες, μεστές ερμηνείες και μια σκηνοθετική ταυτότητα που αφήνει υποσχέσεις για ένα ακόμα καλύτερο μέλλον, το The Ugly Stepsister είναι από τις ταινίες μπορεί να μην ικανοποιούν πλήρως τις προσδοκίες που γεννούν, αλλά σε γεμίζουν χαρά μόνο και μόνο χάρη στη νότα φρεσκάδας που επιχειρούν να προσφέρουν στο κινηματογραφικό τοπίο.