Ότανη 93χρονη Thelma Post (June Squibb) πέφτει θύμα απάτης από έναν νεαρό που της τηλεφωνεί παριστάνοντας πως είναι ο εγγονός της, ξεκινά μια περιπετειώδη οδύσσεια ως την άλλη άκρη της πόλης για να ανακτήσει αυτά που της πήραν.
Το Thelma του Josh Margolin (να μη συγχέεται με την ομότιτλη ταινία τρόμου του Νορβηγού Joachim Trier από το 2017) είναι μια από τις ευχάριστες κινηματογραφικές εκπλήξεις της χρονιάς. Έχοντας πραγματοποιήσει την παγκόσμια πρεμιέρα του στο πρόσφατο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Sundance, έρχεται να δώσει μια ανάσα φρεσκάδας στο κορεσμένο ανεξάρτητο αμερικανικό σινεμά του 21ου αιώνα. Καθόλου άσχημα για μια ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί μια ηθοποιός 90 ετών, και η οποία είναι η τελευταία στην καριέρα του θρυλικού Richard Roundtree, εμβληματικής μορφής του blaxploitation κινηματογράφου της δεκαετίας του 1970, χάρη στη συμμετοχή του σε cultυπερ-αγαπημένα φιλμ όπως το Shaft (1971) του Gordon Parks ή το γουέστερν Charley One–Eye (1973).O Roundtree έφυγε από τη ζωή πέρυσι, όχι όμως πριν κλείσει τη φιλμογραφία του με έναν άξιο τίτλο.
Το γεγονός ότι η ταινία κυκλοφόρησε στην Αμερική δίπλα σε πολυαναμενόμενους multiplex τίτλους όπως το The Bikeriders του Jeff Nichols και το The Exorcism με το Russell Crowe και, παρόλα αυτά, κατόρθωσε να βρει το κοινό της, αποτελεί από μόνο του ένδειξη της ποιότητάς της. Πρόκειται για μια ταινία ισορροπημένη θαυμάσια ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, ένα αστικό road movie, θα μπορούσαμε να πούμε, που πραγματεύεται σοβαρά θέματα, σαν το θάνατο και τα γηρατειά, με έναν ανάλαφρο και χιουμοριστικό τρόπο που είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτος. Ο feelgood τόνος και ο σωστός ρυθμός της ταινίας την καθιστούν χαρακτηριστικό crowdpleaser και θα ικανοποιήσουν τόσο τους θεατές που αποζητούν κάτι χαλαρωτικό για να παρακολουθήσουν όσο κι εκείνους που έχουν κάποιες παραπάνω απαιτήσεις.
Η June Squibb είναι μια αληθινή αποκάλυψη στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Σηκώνει επάξια πάνω στις έμπειρες πλάτες της την ταινία και, παρά το προχωρημένο της ηλικίας της, η ερμηνεία της είναι γεμάτη ζωντάνια κι ενέργεια, προικίζοντας ακόμα και τις λιγότερο εμπνευσμένες και δυνατές σκηνές του έργου με ρυθμό και αλήθεια. Χάρη στην απολύτως ισορροπημένη ερμηνεία της πρωταγωνίστριάς του, το φιλμ αποφεύγει τις παγίδες που θέτει η ταλάντευση ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, δε γίνεται ποτέ χοντροκομμένο, ακόμη κι όταν σαρκάζει την ανθρώπινη κατάσταση και τα πλέον σοβαρά ζητήματα που απασχολούν τον καθένα μας, και αφήνει μια ευχάριστη επίγευση στα χείλη.
Φυσικά, δεν πρόκειται για κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί. Το Thelma είναι μια ταινία συνταγής, στα πρότυπα, για παράδειγμα, του Nebraska (2013) του Alexander Payne. Είναι, όμως, όπως και η ταινία του Payne άλλωστε, μια καλή ταινία συνταγής. Η διακριτική, λιτή σκηνοθεσία αφήνει χώρο στο κείμενο και τους ηθοποιούς, και βγαίνει ασπροπρόσωπη. Δεν είναι το αριστούργημα που ανακαλύπτει τον τροχό, δεν είναι ίσως η ταινία που θα μείνει αξέχαστη και μεγάλη μερίδα του κοινού θα επισκέπτεται ξανά και ξανά σε τακτά χρονικά διαστήματα, δεν θέτει όμως τόσο υψηλά τις φιλοδοξίες της. Για 98 λεπτά, γινόμαστε συνοδοιπόροι σε ένα συναισθηματικά φορτισμένο, μα και ξεκαρδιστικό ταξίδι συντροφιά με χαρακτήρες που, μέχρι να τελειώσει η ταινία έχουμε συμπαθήσει και γνωρίσει για τα καλά.