/

Thor Love and Thunder: Ο θεός και η ψυχή του

Thor

4 χρόνια, 8 μήνες και 4 μέρες έχουν περάσει από το τότε που το Thor: Ragnarok  “έσκασε” στις μεγάλες οθόνες όλου του κόσμου. Ο χαβαλετζής Νεοζηλανδός Taika Waititi (που έκανε θραύση με το What We Do in the Shadows και αργότερα πήρε όσκαρ για το Jojo Rabbit) έφερε το εξυπνακίστικο χιούμορ του στο σύμπαν της Marvel, κατασκευάζοντας ένα υπερηρωικό φιλμ που παρωδούσε σύσσωμο το genre, ενώ ταυτόχρονα χαρακτηριζόταν από κούλ ατμόσφαιρα, πανέμορφα visuals και συναρπαστική δράση.

THOR: LOVE AND THUNDER

Εν έτει 2022, ο Taika συνεχίζει να είναι στο επίκεντρο της ποπ κουλτούρας. Με το Thor: Love and Thunder, ο δημιουργός επιστρέφει στο MCU, φέρνοντας πίσω την χιουμοριστική και πολύχρωμη αισθητική του. Σε μια περιπέτεια γεμάτη κωμικές ατάκες, περίεργα πλάσματα και ροκ τραγούδια, ο Taika φέρνει τον θεό του κεραυνού αντιμέτωπο με τον Gorr, έναν δαιμονισμένο ψυχοπαθή που έχει πάρει απόφαση να ξεκάνει όλους τους θεούς του σύμπαντος.

Τι θα πει “θεός” θα μου πείτε. Η ταινία δεν εξηγεί ποτέ ξεκάθαρα τι πάει να πει αυτή η λέξη στο σύμπαν της Marvel – και αυτό δεν είναι το μόνο δυσνόητο πράγμα που θα δούμε στο φιλμ. Ήδη από το cold open (οπού ένας φουκαριάρης Gorr γίνεται μάρτυρας της αλαζονείας των θεών και ξεκινάει την σταυροφορία του) η διήγηση είναι περιέργως σουρεαλιστική, με μοντάζ που μπερδεύει τις αισθήσεις και σπάει τους κανόνες του κινηματογραφικού χωροχρόνου. Αρχικά, νομίζει κανείς πως η σκηνή είναι επίτηδες μυστηριώδης – ίσως για να μας μεταδώσει το παραλήρημα και την μυθική υπόσταση του origin του Gorr. Δυστυχώς όμως, όσο η ταινία προχωράει, ανακαλύπτουμε πως το κακό μοντάζ δεν ήταν αισθητική επιλογή: Όλη η ταινία χαρακτηρίζεται από περίεργα cuts, διάλογους που μοιάζουν να κόβονται στη μέση και αποπροσανατολιστικά set pieces, όπου χαρακτήρες αλλάζουν θέση, συζήτηση και διάθεση σε ρυθμό πολυβόλου.

Το αποτέλεσμα είναι ένα ζαλιστικό roller coaster (τα ‘λεγε ο Martin Scorsese) που χαρακτηρίζεται από τον πιο απαράδεκτο χρονισμό που έχουμε δει ποτέ στο MCU: Τα πράγματα συμβαίνουν τόσο απανωτά που καμία από τις (ομολογουμένως ενδιαφέρουσες) ιδέες του σεναρίου δεν προλαβαίνει να λάμψει. Η διάρκεια της ταινίας σπαταλιέται σε χωρατά και αστείους εξωγήινους, ενώ την ίδια στιγμή το πενιχρό σενάριο μας μεταδίδεται με μια σειρά από βιαστικά infodumps. Οι ιστορίες των χαρακτήρων δεν έχουν ούτε λεπτό να ωριμάσουν, με τους ήρωές μας να αναγγέλλουν απλώς τα συναισθήματά τους στους συμπολεμιστές τους. Εκρήξεις, ουρλιαχτά και κιθάρες στη διαπασών πλημμυρίζουν τις αισθήσεις, σε μια ταινία με μηδενική δομή και μηδενική ανάπτυξη. Και τελικά, καμία από τις κορυφώσεις του φιλμ δεν έχει την επίδραση που θα έπρεπε, με τις σημαντικότερες διαμάχες της ταινίας να λύνονται κυριολεκτικά από το πουθενά.

THOR: LOVE AND THUNDER

Οκτώ χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που είδαμε την αστροφυσικό Jane Foster, και σήμερα, η συμπαθής ερευνήτρια πάσχει από καρκίνο. Τι καρκίνο; Δεν έχει και τόση σημασία. Η δυναμική επιστήμονας αρπάζει το μυθικό Μιόλνιρ και γιατρεύεται στο πι και φι. Γιατί γιατρεύεται; Δεν έχει και τόση σημασία. Ο κουφιοκέφαλος Thor από την άλλη, κάνει ένα πνευματικό ταξίδι αυτογνωσίας (το ξέρουμε γιατί μας το λέει), ενώ ο τρισκατάρατος Gorr κάνει μια εκστρατεία γενοκτονίας την οποία φυσικά δεν βλέπουμε – αλλά το ξέρουμε γιατί μας το λέει!

Κάπως έτσι διαβάζει το σενάριο του Thor: Love and Thunder. Μια σειρά από διευκολύνσεις και διηγηματικές συντομεύσεις, ώστε να έχουμε περισσότερο χρόνο για καλαμπούρια. Ο Taika αποπειράται να χτίσει εδώ ένα πολύχρωμο ρόστερ πολεμιστών, αλλά κανείς τους δεν έχει το χρόνο που του αρμόζει. Ο Christian Bale (American Psycho) παραδίδει εύκολα μια χαρισματική ερμηνεία στο ρόλο του Gorr, αλλά το πολλά υποσχόμενο backstory του δεν αξιοποιείται ποτέ, μιας και ο χαρακτήρας εμφανίζεται ελάχιστα. Η Natalie Portman στο ρόλο της Jane Foster έχει ένα ανεξήγητα ρεαλιστικό δραματικό τόξο, που αντηχεί ασεβές ανάμεσα στα αστειάκια και τα βεγγαλικά. Και τέλος ο Chris Hemsworth (Spiderhead), στο ρόλο του θεού του κεραυνού, είναι όπως πάντα ξεκαρδιστικός – ελλείπεται ωστόσο οποιασδήποτε λεπτότητας, μιας και τα συναισθήματά του είναι πάντοτε ανακοινωθέντα από το voice-over ή τους φίλους του.

Φυσικά, δεν είναι όλα χάλια: η Tessa Thompson ας πούμε είναι απίθανη στο ρόλο της καυστικής και σκληροτράχηλης Valkyrie – ενώ ο Russel Crowe δίνει μια απολαυστικά corny ερμηνεία στο ρόλο ενός… Ελληνάρα θεού Δία. Και τελικά, η ταινία λύνει το κεντρικό conflict με μια απροσδόκητα αθόρυβη σκηνή, όπου (κυρίως χάρη στην ερμηνεία του Bale), τα ψήγματα θεματικής και συναισθήματος που είχαμε ως τώρα συγκλίνουν σε μια απρόσμενα συγκινητική επίλυση.

THOR: LOVE AND THUNDER

Τελικά, παρά τις ενδιαφέρουσες ιδέες του, ο Taika δεν καταφέρνει να αναπαράγει εδώ την επιτυχία του Thor: Ragnarok. Ο κωμικός διάλογος παρασιτεί στην ιστορία αντί να την εμπλουτίζει, αφήνοντας πίσω του ένα σεναριακά ισχνό κινηματογραφικό δημιούργημα. Οι υποπλοκές αλληλοσπαράζονται για τον λιγοστό κινηματογραφικό χρόνο, μετατρέποντας τους χαρακτήρες σε χάρτινα πατρόν – ενώ η πολύχρωμη, κομιξική αισθητική που τόσο αγαπήσαμε στο Ragnarok, μεταλλάσσεται εδώ σε ένα θορυβώδες συνονθύλευμα από ερασιτεχνικό μοντάζ, απαράδεκτο ρυθμό και χιλιοπαιγμένα τραγούδια των Guns and Roses.

Σχόλια

Your email address will not be published.