Ειλικρινά αναρωτιέμαι με τι ρυθμούς θα “δούλευε” ο Soderbergh, αν δεν σταμάταγε να γυρίζει ταινίες, γιατί από τότε που έκανε αυτή τη μεγάλη δήλωση έχει σκηνοθετήσει δύο ταινίες και μια σειρά σ’ ένα μόλις χρόνο, ενώ περιμένουμε ήδη άλλη μια, πέρα από το Unsane, μέχρι το τέλος του έτους. Η πρόσφατη τηλεοπτική του δημιουργία, το Mosaic, πήγε την τηλεόραση μερικά χρόνια μπροστά, ενώ και η νέα του ταινία αποτελεί άλλο ένα πείραμα, αφού είναι γυρισμένη εξ’ ολοκλήρου με smartphone. Σιγά τα αυγά, θα σκεφτείτε τώρα, και το Tangerine έκανε ακριβώς το ίδιο πράγμα πριν λίγο καιρό. Εν μέρει έχετε δίκιο, αλλά αυτό που διαφοροποιεί τις δύο ταινίες, είναι πως τούτη εδώ η επιλογή δεν έγινε από ανάγκη, δηλαδή λόγω περιορισμένου προϋπολογισμού, αλλά από την περιέργεια του πάντα υπερδραστήριου Steven να εξερευνήσει τις δυνατότητες ενός νέου μέσου κινηματογράφησης.
Η Sawyer είναι μια απλή, καθημερινή γυναίκα, η οποία νομίζει πως ένας περίεργος τύπος την παρακολουθεί. Η υποψία γίνεται εμμονή επηρεάζοντας αρνητικά τη ψυχολογία της, αλλά και τις προσωπικές της σχέσεις και γι’ αυτό αποφασίζει να πάει να μιλήσει σε κάποιον ειδικό. Δυστυχώς για εκείνην όμως, αυτή η φαινομενικά απλή επίσκεψη έχει ως αποτέλεσμα να μείνει κλεισμένη σε μια ψυχιατρική κλινική. Εκείνη ισχυρίζεται πως την κρατάνε χωρίς τη θέληση της, αλλά όλοι οι υπεύθυνοι πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο.
Με μια πρώτη ματιά, η ταινία μοιάζει να είναι η καλύτερη εκπρόσωπος της εποχής του #metoo, αλλά δυστυχώς η σημασία της δεν σταματάει εκεί. Η μαεστρικά ξεδιπλωμένη, αλλά ανα στιγμές υπερβολική ιστορία δεν υποκύπτει στα κλισέ -είναι ή δεν είναι τρελή η πρωταγωνίστρια;-, συνδυάζοντας τις φεμινιστικές ευαισθησίες με την κριτική για ένα σύστημα υγείας που μοιάζει να έχει χάσει τον προσανατολισμό του, ξεχνώντας ποιές είναι οι προτεραιότητές του.
Η Claire Foy του Crown παίρνει όλη την ταινία πάνω της. Ανταποκρίνεται υπέροχα στον απαιτητικό της ρόλο (και στα πολυπληθή κοντινά στο πανέμορφο πρόσωπό της), χωρίς ποτέ να αγγίζει τα όρια της καρικατούρας. Από το υπόλοιπο καστ ξεχωρίζει ο Jay Pharoah, ο οποίος ως Nate αποτελεί το μοναδικό άτομο που προσπαθεί να βοηθήσει τη Sawyer να συνηθίσει τις νέες συνθήκες διαβίωσης. Οι σκηνές που μοιράζονται οι δύο τους είναι απολαυστικές και αποτελούν ένα ευχάριστο διάλειμμα από τις εφιαλτικές εξελίξεις της ταινίας.
Σκηνοθετικά ο Soderbergh παραμένει λιτός με τα πλάνα να είναι επιλεγμένα με χειρουργική ακρίβεια και τη χρωματική παλέτα να κινείται στις γνώριμες πορτοκαλί αποχρώσεις. Το μεγάλο όμως στοίχημα ήταν η επιρροή του νέου, πάμφθηνου μέσου κινηματογράφησης και η αλήθεια είναι πως ο Steven δικαιώνεται για την επιλογή του. Σε καμιά περίπτωση η ποιότητα δεν φθάνει τις τυπικές κάμερες που χρησιμοποιούνται σε παραγωγές τέτοιου μεγέθους, αλλά είναι αυτές οι ατέλειες του smartphone που κουμπώνουν υπέροχα με τη θεματική της ταινίας, αλλά και την αισθητική που θέλει να πετύχει ο Soderbergh. Ο “καμένος” φωτισμός, οι παραμορφώσεις του φακού και η έλλειψη βάθους βοηθάνε στη δημιουργία μιας κλειστοφοβικής ατμόσφαιρας, από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει, ενώ η αίσθηση “φθήνιας” που πλημμυρίζει το κάθε πλάνο μετατρέπει την ταινία σ’ ένα απολαυστικό b-movie.
Πλέον, είναι ξεκάθαρο πως ο Soderbergh δεν χρειάζεται να αποδείξει την αξία του σε κανέναν και κάθε νέα του δημιουργία αποσκοπεί κυρίως στον πειραματισμό. Στην προκειμένη περίπτωση δοκιμάζει έναν νέο ακόμα τρόπο κινηματογράφησης, ο οποίος προφανώς δεν είναι έτοιμος να περάσει στην επόμενη φάση, αλλά ταιριάζει απόλυτα στις απαιτήσεις τούτης εδώ της ταινίας. Κατά τα άλλα, έχουμε έναν τυπικό Soderbergh, σκηνοθετικά και θεματικά δεν ξεφεύγει από τις παλιότερες ταινίες του, αλλά αυτό δεν στερεί από την ταινία τη δυνατότητα να είναι την ίδια στιγμή απολαυστική, αλλά και επίκαιρη, τολμώντας να ασχοληθεί με καυτά ζητήματα του σήμερα (και απ’ ότι φαίνεται και του αύριο).
Παράλληλες προτάσεις: Εντάξει, δεν θα ανακαλύψω τον τροχό με τις σημερινές κινηματογραφικές προτάσεις που μπορείτε να παρακολουθήσετε παρέα με το Unsane, αλλά έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως όταν κάποιοι σπουδαίοι -αλλά εντελώς διαφορετικού στυλ- σκηνοθέτες επέλεξαν να πειραματιστούν με φθηνά μέσα κινηματογράφησης, το έκαναν γλυκοκοιτάζοντας προς το είδος του τρόμου. Έτσι, οι προφανείς επιλογές είναι το 28 Days Later του Danny Boyle και το θεοπάλαβο Inland Empire του David Lynch.