V for Vendetta: Μπορεί η Τέχνη να μας απελευθερώσει;

Μπορεί να μην έχουμε καλύψει ακόμα μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας του Alan Moore -για την ακρίβεια, δεν είμαστε ούτε στα μισά-, ωστόσο θέλω να πιστεύω πως έχει γίνει αντιληπτή η ικανότητα του Βρετανού συγγραφέα να εκφράζει τις πολιτικές του απόψεις, δίχως αυτές να επισκιάζουν τις υπόλοιπες πτυχές της ιστορίας. Για παράδειγμα, στο Whatever Happened to The Man of Tomorrow, ο τρόπος με τον οποίον μεταχειρίζεται τον Superman διαθέτει αναρχικά χαρακτηριστικά, παρ’ ότι η ιστορία δύσκολα θα χαρακτηριζόταν ως “πολιτική”. Επιπλέον, αρκετά συχνά, φαίνεται να ενδιαφέρεται με έντονο πάθος για χαρακτήρες που βρίσκονται στην άλλη άκρη του πολιτικού φάσματος με ίσως πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση του Rorsarch, ο οποίος παρά τις ακραίες απόψεις του αποτελεί τη βασική οπτική μέσα από την οποία ξετυλίγεται η δαιδαλώδης πλοκή του Watchmen.

Τα υπόλοιπα άρθρα του αφιερώματος

Γιατί μας απασχολεί ακόμα το Watchmen;

Watchmen: Οι υπερήρωες ως σύμπτωμα σεξουαλικής καταπίεσης

Whatever Happened to the Man of Tomorrow?

The Ballad of Halo Jones

Ανιχνεύοντας τα ομοερωτικά στοιχεία του The Killing Joke

*

Ο δρόμος προς τη δημιουργία του V

To 1975, o Alan Moore καταθέτει σε έναν διαγωνισμό την ιδέα για μια σειρά στριπ με πρωταγωνιστή έναν τρανς τρομοκράτη, γνωστός ως “The Doll”, ο οποίος δρα ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς, κυκλοφορώντας με λευκοβαμμένο το πρόσωπο του. Η ιδέα του θεωρείται αρκετά πρωτοποριακή για τα δεδομένα της εποχής, οπότε απορρίπτεται, δίχως δεύτερη σκέψη. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, δέχεται πρόταση συνεργασίας από τον Skinn, τον αρχισυντάκτη του περιοδικού Warrior, o οποίος του πρότεινε να συνεργαστεί με τον σχεδιαστή David Lloyd. Οι πρώτες ιδέες του Moore κατευθύνονταν προς μια παλπ περιπέτεια τοποθετημένη στη δεκαετία του ’30, όμως η αντίδραση του Lloyd, ο οποίος θα προτιμούσε να φάει το χέρι του, παρά να σχεδιάσει ακόμη ένα μοντέλο του Duesenberg του ’28, υποχρέωσαν τους δύο δημιουργούς να αναζητήσουν ένα διαφορετικό κοινό έδαφος. Η τελική μορφή που πήρε το κόμικ, το οποίο πλέον τοποθετείται στο κοντινό, δυστοπικό μέλλον, προέκυψε ως μια μια ανάμειξη των ιδεών του Moore από το The Doll και της πρότασης του Lloyd για αναφορά στον Guy Fawkes και την επίθεση του στο βρετανικό κοινοβούλιο.

Στην αρχική εκδοχή του, το κόμικ ήταν ασπρόμαυρο.

Ο βασικός κορμός της ιστορίας είναι εξαιρετικά απλός, μοιάζοντας με μια τυπική ιστορία εκδίκησης – ένας μασκοφόρος εκδικητής, ο V,  δολοφονεί τα άτομα που ήταν υπεύθυνα για τη λειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, σ’ ένα εκ των οποίων ήταν φυλακισμένος για χρόνια. Όμως, επειδή πλέον αυτά τα άτομα -ή έστω τα περισσότερα- κατέχουν θέσεις κλειδιά στο αυταρχικό καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε, οι επιθέσεις του ξεπερνούν τα προσωπικά όρια μιας εκδίκησης, παίρνοντας πολιτικά χαρακτηριστικά.

Τρεις όψεις της ελευθερίας

Παρά τα όσα υπονοεί ο τίτλος, ο V δεν είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής της ιστορίας, κάτι που μένει πιστό τόσο στις σεναριακές εμμονές του Moore, όσο και στις θεματικές της ιστορίας. Όπως έχουμε δει σε προηγούμενα άρθρα, κυρίως για το Watchmen και το Halo Jones, ο Moore λατρεύει να εστιάζει σε έναν αρκετά μεγάλο αριθμό χαρακτήρων, τους οποίους επιδιώκει να αναπτύξει σε σημαντικό βαθμό, ακόμα και αν η συμβολή τους στην ιστορία δεν είναι καθοριστικής σημασίας. Έτσι κι εδώ, λοιπόν, η εμφάνιση και οι πράξεις του V δεν αποτελούν το στόχο της ιστορίας, αλλά την αφορμή, ώστε να εξερευνηθούν οι επιπτώσεις τους στη ζωή διάφορων ατόμων. Ενδεικτικά, θα αναφερθούμε σε τρεις από αυτούς, την Evey, τον Eric Finch και την Rosemary Almond και τον τρόπο με τον οποίον διαχειρίστηκαν την ελευθερία τους.

Η Rosemary πρόκειται για την χαμηλών τόνων σύζυγο του Derek Almond, υπεύθυνου του “Δαχτύλου”. Μένοντας στο σπίτι, συντηρείται χάρη στους παχυλούς μισθούς του συζύγου της, πληρώνοντας ωστόσο ως αντίτιμο την ψυχολογική και σωματική κακοποίηση που βιώνει σε καθημερινή βάση. Όταν ο άντρας της δολοφονείται από τον V, καλείται ξαφνικά να αναλάβει την ευθύνη της επιβίωσης της. Ωστόσο, δίχως εργασιακή εμπειρία ή την παροχή κάποιου επιδόματος, κάτι τέτοιο φαντάζει αδύνατο, οπότε η εκπόρνευση αναδεικνύεται ως η μοναδική επιλογή για την πανέμορφη γυναίκα. Σ’ αυτό το σημείο, αξίζει να διευκρινίσουμε πως στα πλαίσια της συγκεκριμένης ιστορίας, αλλά και γενικότερα στην εργογραφία του Moore, η πορνεία δεν αντιμετωπίζεται ως χειραφετική, αλλά ως μια μορφή υποδούλωσης, το τελευταίο μέσο που δύναται να αξιοποιήσει μια γυναίκα για να επιβιώσει σε μια εκμεταλλευτική κοινωνία. Έτσι, στο τέλος του κόμικ, η απεγνωσμένη πλέον Rosemary σκοτώνει τον Αρχηγό για να τον εκδικηθεί που την άφησε δίχως ουσιαστική φροντίδα και καταλήγει να τριγυρνά στους δρόμους του Λονδίνου, δίχως την παραμικρή προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον. Στην περίπτωση της Rosemary, λοιπόν, η απελευθέρωση από τα πατριαρχικά δεσμά δεν οδήγησε στα αναμενόμενα αποτέλεσμα. Αντιθέτως, η ελευθερία μετατράπηκε σε ασήκωτο βάρος, οδηγώντας την Rosemary στα όρια της επιβίωσης.

Εξίσου επιδραστική ήταν η παρουσία του V και στη ζωή του Eric Finch, του ανθρώπου που ανέλαβε τον εντοπισμό του. Αν και μέλος της Μύτης, δηλαδή υπάλληλος του αυταρχικού καθεστώτος, ο Finch δεν δίσταζε να εκφράζει την ειλικρινή του άποψη για τις πρακτικές της κυβέρνησης και κυρίως του Αρχηγού. Η στάση του απέναντι στο καθεστώς, όμως, έγινε ακόμα πιο κριτική κατά τη διάρκεια των προσπαθειών εντοπισμού του V. Κάποια στιγμή προς το τέλος της ιστορίας, αποφασίζει να πάει στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου ήταν φυλακισμένος ο V και με τη βοήθεια ναρκωτικών να προσπαθήσει να κατανοήσει τις εμπειρίες που βίωσε ο “τρομοκράτης” κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του. Μ’ αυτόν τον τρόπο πέτυχε δύο πράγματα, αφενός να ικανοποιήσει τον βασικό του στόχο, να “μπει” δηλαδή στο μυαλό του V, και αφετέρου να στοχαστεί πάνω στους λόγους που οδήγησαν τον ίδιον να υπηρετεί ένα αυταρχικό καθεστώς με το οποίο δεν συμφωνούσε. Διαπίστωσε, λοιπόν, πως ύστερα από τον χαμό της οικογένειάς του στη διάρκεια του Πολέμου, αναζήτησε κάποιο στήριγμα. Έτσι, η απάντηση στο Χάος που αναδυόταν μπροστά του δόθηκε από την Τάξη που υποσχόταν η φασιστική κυβέρνηση, οπότε αποφάσισε να την υπηρετήσει δίχως δεύτερη σκέψη. Τελικά, όμως, το φινάλε της ιστορίας τον βρίσκει μετανιωμένο για τις επιλογές του και αποφασισμένο να μην υπακούσει ξανά εντολές άλλων, ακολουθώντας έναν μοναχικό δρόμο. Ωστόσο, η απόλυτη ατομική ελευθερία που αποζητά σημαίνει πως θα πρέπει να ζήσει εκτός της κοινωνίας, είτε αυτή συνεχίσει να είναι αυταρχική, είτε καταλήξει να παίρνει κάποια διαφορετική μορφή, ύστερα από την εμφάνιση του V.

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση ατόμου που επηρεάστηκε από την εμφάνιση του V είναι η νεαρή Evey, στην οποία άλλωστε εστιάζει αρκετά και το ίδιο το σενάριο. Την Evey την γνωρίζουμε ήδη από τις πρώτες σελίδες του κόμικ, όταν γεμάτη φόβο και ντροπή αποφασίζει να πουλήσει το κορμί της για πρώτη φορά. Τελικά, η προσπάθεια της δεν προχώρησε αρκετά, αφού τρεις αστυνομικοί αποπειράθηκαν όχι μόνο να τη συλλάβουν, αλλά και να την βιάσουν. Ωστόσο, η ξαφνική εμφάνιση του V έσωσε την κοπέλα και οι δυο τους κατευθύνθηκαν προς το κρησφύγετο του.

Εκεί, η Evey ανακαλύπτει μια τεράστια συλλογή με έργα τέχνης, των οποίων την ύπαρξη αγνοούσε, αφού κάθε ίχνος πολιτιστικής δημιουργίας είχε απαγορευτεί. Σταδιακά, αρχίζει να γοητεύεται από τις ιδέες του μασκοφόρου εκδικητή και εκφράζει την επιθυμία της να βοηθήσει στην επίτευξη των στόχων του. Τελικά, μέσα από μια σειρά γεγονότων, για τα οποία θα μιλήσουμε εκτενέστερα παρακάτω, η Evey γεύεται την ελευθερία και αντικαθιστά τον νεκρό πλέον μέντορα της με την ελπίδα τα λόγια και οι πράξεις της/του να παρακινήσουν και τους υπόλοιπους κατοίκους της χώρας να παλέψουν για την χειραφέτησή τους.

Μέσα από τις αντιδράσεις και τα βιώματα αυτών των τριών χαρακτήρων, ο Moore υπονοεί πως δεν υπάρχει κάποια νομοτελειακή αντίδραση απέναντι στη χειραφέτηση, δίνοντας μια εικόνα για το τι μπορεί να ακολουθήσει μετά το ανοιχτό φινάλε της ιστορίας.  Κάποιοι θα επιλέξουν να απομονωθούν από το κοινωνικό σύνολο, ζώντας μακριά από τους συμβιβασμούς που απαιτεί η συλλογική ζωή και άλλοι θα παλέψουν μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας να εγκαθιδρύσουν μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση, ένα συλλογικό πρόταγμα αυτονομίας.

Ωστόσο, θα υπάρξουν και εκείνοι που όντας ανέτοιμοι να  αναλάβουν πρωτοβουλίες για την προσωπική και συλλογική τους ζωή θα πανικοβληθούν, θα αναζητήσουν κάποια σανίδα σωτήριας, δηλαδή κάποιον εξωγενή παράγοντα που θα τους προσφέρει έτοιμες απαντήσεις, ένα αίσθημα ασφάλειας. Κάτι τέτοιο, βέβαια, όχι μόνο δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, αλλά μάλλον είναι και η πιθανότερη αντίδραση, με τον ίδιον τον Moore να αναφέρει σε μια συνέντευξη του:

Αυτό είναι το θέμα με την αναρχία. Αν μαζεύαμε όλους τους αρχηγούς, τους τοποθετούσαμε σ’ έναν τοίχο και τους εκτελούσαμε -σκέψη  υπέροχη, οπότε άφησε με λίγο να την απολαύσω προτού την απορρίψω- η κοινωνία πιθανότατα θα κατέρρεε, επειδή η πλειοψηφία του κόσμου έχει συνηθίσει εδώ και χιλιάδες χρόνια να βασίζεται σε μια αρχηγική μορφή έξω από τους ίδιους.

Ποιά είναι η λύση λοιπόν; Πώς μπορεί η ανθρωπότητα να πάψει να στηρίζεται σε αρχηγούς και να αποφασίζει η ίδια για τον εαυτό της; Στην ίδια συνέντευξη, ο Moore αναφέρει ως λύση την εκπαίδευση, ενώ στο V for Vendetta προσανατολίζεται προς την Τέχνη (η οποία εννοείται πως δεν είναι -ή δεν θα έπρεπε να είναι- αποκομμένη από την εκπαίδευση).

Η χειραφετική διάσταση της Τέχνης

Πολύ μελάνι έχει χυθεί για την πολιτική σημασία της τέχνης, ζήτημα το οποίο καταλαμβάνει κατά κάποιο τρόπο κεντρικό ρόλο και στο V for Vendetta μέσω της μυστήριας φιγούρας του V. Το σπίτι/καταφύγιο του είναι γεμάτο με σπουδαία έργα τέχνης, η διακόσμηση θυμίζει καμαρίνια ηθοποιών, ενώ υπάρχει και μισή ντουζίνα σελίδων που τον βλέπουμε να παίζει μουσική στο πιάνο του. Ο V αγαπάει την Τέχνη, αλλά η επαφή του δεν μένει σε ένα επιφανειακό επίπεδο. Όπως θα δούμε, η Τέχνη είναι το εργαλείο που χρησιμοποιεί για την επίτευξη των στόχων του.

Ο V δεν είναι ένας απλός τρομοκράτης, δεν τον ενδιαφέρει η στυγνή εκτέλεση των αποστολών του που γεμίζουν με τρόμο τα κατά τ’ άλλα ψυχρά βλέμματα των κυβερνητικών υπαλλήλων. Ο V είναι ένας ηθοποιός και κάθε του επίθεση, κάθε του πράξη είναι μια θεατρική παράσταση που στόχο έχει την αφύπνιση του κοινού. Η έκρηξη του κοινοβουλίου και τα πυροτεχνήματα μετατρέπουν μια τρομοκρατική επίθεση σε υπερθέαμα, ενώ ο βασανισμός των αντιπάλων του δεν λαμβάνει χώρα σε κάποιο ανακριτήριο, αλλά σε μια αίθουσα με εντυπωσιακά σκηνικά. Παρόμοια προσέγγιση, όμως, ακολουθεί και στην περίπτωση της Evey, στην προσπάθεια του να την καθοδηγήσει προς την ελευθερία με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την σκηνοθετημένη απαγωγή και τον βασανισμό που ακολούθησε αυτής. Μέσα από αυτή την τόσο τραυματική εμπειρία, μέσω αυτής της σαδιστικής παράστασης που θόλωσε τα όρια ανάμεσα στο θέατρο και την πραγματικότητα, ο V οδήγησε τη νεαρή κοπέλα στα όρια των σωματικών και ψυχολογικών αντοχών της, συμβάλλοντας ώστε εκείνη με τις επιλογές της να κατακτήσει επιτέλους την ελευθερία της.  Αν υποθέσουμε πως τα σπουδαία έργα τέχνης οφείλουν να αποτελούν γροθιά στο στομάχι, να υποχρεώνουν το κοινό να στοχάζεται για τις πράξεις του, τις ιδέες του, την ίδια του τη ζωή, τότε τα βασανιστήρια που υπέστη η Evey είναι ένα πραγματικά σημαντικό έργο τέχνης και ο V ένας τεράστιος καλλιτέχνης. Ο V κινείται ανάμεσα στην Τέχνη και τη ψυχανάλυση, φέρνει τα άτομα αντιμέτωπα με τις εφιαλτικότερες αναμνήσεις τους, τα υποχρεώνει να αντιμετωπίσουν το Χάος της ύπαρξης τους και τελικά, ανάλογα την περίπτωση, είτε να οδηγηθούν στην παράνοια, είτε να χειραφετηθούν.

Η σχέση του χαρακτήρα με την τέχνη, όμως, ενισχύεται και από μερικές ενδιαφέρουσες σεναριακές επιλογές του Moore, οι οποίες τον βοηθούν να δημιουργήσει έναν μοναδικό χαρακτήρα, παρ’ ότι σαν αναγνώστες μαθαίνουμε ελάχιστα πράγματα για εκείνον. Για παράδειγμα, υπάρχει μια σεκάνς αρκετών σελίδων, όπου παρακολουθούμε τον V να παίζει πιάνο, κάνοντας ταυτόχρονα και μια σύνοψη των μέχρι τότε γεγονότων με τη συμπεριφορά του V να παραμένει έντονα θεατρική ακόμα και όταν είναι μόνος του (όπως τότε που “συνομιλεί” με το άγαλμα της Δικαιοσύνης, εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά του για την “απιστία” της), ενώ πάρα πολύ συχνά χρησιμοποιεί ατάκες από διάφορα λογοτεχνικά κείμενα.

Αναδεικνύοντας την σπουδαιότητα της ενσυναίσθησης

Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου κόμικ είναι πως παρ’ ότι ασχολείται με δύο αντικρουόμενες ιδεολογίες, του φασισμού και της αναρχίας, αποφεύγει το πολωτικό κλίμα. Για παράδειγμα, οι χαρακτήρες που δουλεύουν για το φασιστικό καθεστώς δεν παρουσιάζονται ούτε ως απλά κακοί, ούτε ως καρικατούρες που τους αξίζει ο εξευτελισμός για τις επιλογές τους. Ο Alan Moore επιλέγει να τους αντιμετωπίσει ως τρισδιάστατα άτομα, να διεισδύσει στην ψυχοσύνθεση τους και να προσπαθήσει τελικά να κατανοήσει τα κίνητρα των πράξεων τους.

Η ενσυναίσθηση, λοιπόν, έχει καθοριστική σημασία στην ιστορία με διάφορους τρόπους. Οι βασανισμοί του V μπορεί να μοιάζουν σαδιστικοί, ωστόσο περισσότερο αποτελούν μια απόπειρα εκ μέρους του να επικοινωνήσει τα βιώματα του, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον σκηνοθετημένο βασανισμό της Evey. Μάλιστα, αυτή η πρακτική δεν περιορίζεται μονάχα στον V. Είναι μέσω της ενσυναίσθησης, η οποία επιτυγχάνεται με τη βοήθεια μερικών ναρκωτικών, που ο Finch αντιλαμβάνεται τις τραυματικές εμπειρίες του V και αναθεωρεί όχι μόνο την στάση του απέναντι στο άτομο που μέχρι πρότινος θεωρούσε παράφρων τρομοκράτη, αλλά και τις προσωπικές του επιλογές σχετικά με τη σχέση του με το αυταρχικό καθεστώς.

Ο αναρχικός κόσμος του V

Αν η εκπαίδευση, η Τέχνη και η ενσυναίσθηση είναι τα μέσα, η αναρχική κοινωνία είναι ο τελικός προορισμός. Ωστόσο, αυτός ο ορισμός δεν είναι ιδιαίτερα βοηθητικός, αφού ο αναρχισμός είναι μια ιδεολογία με αμέτρητα παρακλάδια και διαφορετικές εκδοχές. Ποιά είναι, λοιπόν, εκείνη η εκδοχή που προτείνει ο V;

Μια πρώτη εικόνα του προτάγματος του V μας δίνεται στο τέταρτο κεφάλαιο του δεύτερου βιβλίου. Εκεί, ο V έχοντας κάνει κατάληψη το στούντιο του καθεστώτος, εμφανίζεται στην τηλεόραση κάθε νοικοκυριού και ξεκινάει τον μονόλογό του. Η διαφορά, όμως, με τον τυπικό μονόλογο που περιμένει να διαβάσει κάποιος σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ότι αντί να χαϊδεύει τα αυτιά του κοινού του, ο V ασκεί έντονη κριτική στην εθελοδουλία του. Αναρωτιέται πως είναι δυνατόν ο κόσμος να αφήνει ανεκμετάλλευτες τις ευκαιρίες που του έχουν δοθεί μέσα στην Ιστορία για να ξεφορτωθεί τους κάθε είδους αρχηγούς, προτιμώντας τελικά να υπακούσουν εντολές . Τους δίνει, λοιπόν, δύο χρόνια περιθώριο ώστε να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, αλλιώς θα τους απολύσει, με ο, τι μπορεί να σημαίνει αυτό (το γεγονός ότι χρησιμοποιεί όρους επιχειρήσεων, αναφερόμενος στην ελευθερία ως προαγωγή είναι απλώς ακόμη μια ένδειξη της ιδιοφυΐας του Moore).

Η ανάγνωση του συγκεκριμένου αποσπάσματος δίνει την εντύπωση πως το όραμα του V δεν έχει να κάνει τόσο με έναν κόσμο όπου ο καθένας κάνει ο, τι θέλει, όσο με ένα πρόταγμα συλλογικής αυτονομίας, ένα νέο σύστημα κοινωνικής οργάνωσης όπου όλοι θα έχουν λόγο στη λήψη αποφάσεων. Αυτή η εντύπωση επιβεβαιώνεται, όταν με αφορμή την εξέγερση του κόσμου και το πλιάτσικο καταστημάτων η Evey ρωτάει τον V, αν αυτό είναι Αναρχία, αν είναι η “Χώρα του Κάνε Ο, τι Θες”. Σε αντίθεση, όμως, με το μέσο τηλεοπτικό ειδησεογραφικό δελτίο, ο V απαντάει αρνητικά, κάνοντας λόγο για τη Χώρα του Πάρε  Ο, τι Θες, περιγράφοντας την κατάσταση ως χαοτική, ενώ αμέσως μετά διευκρινίζει πως Αναρχία δεν είναι να ζεις δίχως κανόνες, αλλά δίχως αρχηγούς. Στην Αναρχία, συμπληρώνει στο ίδιο απόσπασμα, η τάξη προκύπτει εθελοντικά από τους ανθρώπους, δεν επιβάλλεται από κανέναν.

Κριτική ματιά στον αναρχισμό

Από τα παραπάνω, προκύπτει πως ο εθελοντισμός και η συναίνεση είναι κρίσιμης σημασίας τόσο για τον ίδιον τον V, όσο και γενικότερα για την αναρχική ιδεολογία. Ωστόσο, ο Moore, παρ’ ότι γράφει ένα κόμικ που ξεκάθαρα γέρνει προς τη μεριά της Αναρχίας, δεν διστάζει να διατηρήσει κριτική στάση απέναντι της, αναδεικνύοντας τις λεπτές γραμμές ανάμεσα στη συναίνεση και στην εκμετάλλευση. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, η σχέση που αναπτύσσει ο V με την Evey στα πρώτα κεφάλαια της ιστορίας.

Πιο συγκεκριμένα, κάποια στιγμή η νεαρή κοπέλα εκφράζει την επιθυμία της να βοηθήσει τον V. Εκείνος δέχεται με χαρά τη βοήθεια της και οι δύο συνάπτουν μια συμφωνία, η οποία παραλληλίζεται από τον ίδιο τον V με τη συμφωνία του Φάουστ με τον διάβολο. Τελικά, ο V στέλνει την Evey στο επόμενο θύμα του, τον επίσκοπο Anthony Lilliman, ο οποίος συνηθίζει να “παραγγέλνει” ανήλικα κορίτσια -όσο μικρότερες ηλικιακά, τόσο το καλύτερο. Αποστολή της Evey είναι να κερδίσει χρόνο και να στρώσει το έδαφος, ώστε να εισβάλλει στο δωμάτιο ο V και να δολοφονήσει τον κληρικό, πληροφορία ωστόσο που απέκρυψε ο V, προκαλώντας την οργή της κοπέλας, όταν επέστρεψαν στο κρησφύγετο.

Εδώ, λοιπόν, προκύπτει το εξής ζήτημα: H βοήθεια που πρόσφερε η Evey στον V ναι μεν ήταν εθελοντική, αλλά βασίστηκε πάνω στην έλλειψη γνώσεων της κοπέλας, οπότε δεν υπήρξε πραγματική συναίνεση. Αποκρύπτοντας σημαντικές λεπτομέρειες, ο V χρησιμοποίησε την Evey ως δόλωμα, καταπατώντας την ελευθερία της και αποδεικνύοντας πως η συναίνεση είναι μια υπέροχη ιδέα στη θεωρία, πρακτικά όμως πρέπει να ξεπεραστούν βιολογικές, ταξικές και αμέτρητες άλλες διαφορές από άτομο σε άτομο ή από κοινωνία σε κοινωνία, μετατρέποντας την ειλικρινή συναίνεση σε ένα ουτοπικό πρόταγμα.

Οι πρακτικές δυσκολίες της εφαρμόσιμης συναίνεσης αναδεικνύονται σε τουλάχιστον ακόμη μια σεκάνς, τον βασανισμό της Evey. Ενώ οι προθέσεις του V μπορούν να θεωρηθούν αγαθές, αφού επέλεξε να σκηνοθετήσει όλο αυτό το σκηνικό, ώστε η Evey να οδηγηθεί στα όρια της και να κατακτήσει την ελευθερία της, στην πραγματικότητα ποτέ δεν ζήτησε τη σύμφωνη γνώμη της. Ακόμα, όμως, και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, πόσο πιθανό θα ήταν να δεχόταν εκείνη ή ο οποιοσδήποτε άλλος μια τέτοια πρόταση; Πόσο ελκυστική φαντάζει η ελευθερία, όταν πρέπει να προηγηθεί μια σειρά ψυχοφθόρων καταστάσεων που οδηγούν το άτομο στον εξευτελισμό του;  Γιατί κάποιος να επιδιώξει την αγωνία και την αμφιβολία για το μέλλον που συνεπάγεται η ελευθερία από την ασφάλεια που προσφέρει η εθελοδουλία;

Προτού απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, όμως, αξίζει να αφιερώσουμε λίγο χρόνο στον τρόπο με τον οποίον ο Moore παρουσιάζει την ελευθερία.

Προσοχή, δεν είναι καθόλου ευχάριστος!

H ευτυχία ως φυλακή, η ελευθερία ως τρόμος

Κάποια στιγμή, ο V απελευθερώνει την Evey και εκείνη συνάπτει σχέση με έναν άντρα, ο οποίος φαίνεται να της προσφέρει όλα όσα ζητά, κάνοντάς την ευτυχισμένη. Δυστυχώς, όμως, εκείνος δολοφονείται και εκείνη καταλήγει σ’ ένα κελί, υπομένοντας το ένα βασανιστήριο μετά το άλλο. Όταν τελικά διαπιστώνει, πως όλη αυτή η ψυχοφθόρα διαδικασία ήταν ακόμη ένα παιχνίδι του V, όπως είναι φυσιολογικό, εξοργίζεται μαζί του, βάζει τις φωνές, κλαίει και αναπολεί τις ευτυχισμένες μέρες που πέρασε μαζί με το δολοφονημένο πλέον ταίρι της. Τότε, ο V της απαντάει πως η ευτυχία δεν ταυτίζεται με την ελευθερία, αντιθέτως συχνά αποτελεί την πιο ύπουλη μορφή φυλακής, δίνοντας τροφή στον εφησυχασμό.

Η ελευθερία που υπόσχεται ο V είναι τρομακτική. Δεν πρόκειται για κάποιο ανέμελο παιχνίδι κάτω από τη ζεστασιά του ήλιου, αλλά τοποθετείται στη διάρκεια μιας βροχερής νύχτας, όπου οι σταγόνες της βροχής τρυπάνε το γυμνό σώμα και σε μετασχηματίζουν σε ελεύθερο ον. Η ελευθερία που υπόσχεται ο V δεν έχει έτοιμες απαντήσεις στα διάφορα προβλήματα, αλλά πρόκειται για μια διαρκή πάλη, όπου η επιτυχία είναι αβέβαιη. Το μέλλον είναι απρόβλεπτο, τα ιερά βιβλία είναι κενά, οι θεωρίες αδυνατούν πλέον να προβλέψουν τις εξελίξεις της πραγματικής ζωής, οι δοκιμασμένες συνταγές δεν φέρνουν τα πολυπόθητα αποτελέσματα. Τα άτομα και οι κοινωνίες έχουν τον τελευταίο λόγο, εκείνες αποφασίζουν για την τύχη τους. Έτσι εξηγείται άλλωστε και το ανοιχτό φινάλε του κόμικ, το οποίο μένοντας πιστό στις θεματικές τις ιστορίας δεν προκαταβάλει τη αντίδραση του κόσμου. Ίσως, η εμφάνιση του V να ανατρέψει το φασιστικό καθεστώς, ίσως πάλι ο κόσμος δειλιάσει για ακόμη μια φορά. Κανείς δεν ξέρει με σιγουριά, παρά τις ενδείξεις που μας προσφέρει ο Moore στη διάρκεια του κόμικ.

Επιστρέφοντας, λοιπόν, στο ερώτημα που θέσαμε νωρίτερα, για ποιόν λόγο να επιλέξει κάποιος την ελευθερία από την εθελοδουλία, η απάντηση που δίνει ο Moore μπορεί να εντοπιστεί στο κείμενο της Valerie, της γυναίκας που κρατούνταν φυλακισμένη στο διπλανό κελί του V, η οποία αναφέρει πως το τελευταίο πράγμα που μένει στον άνθρωπο είναι η αξιοπρέπεια του. Μπορεί η ελεύθερη ζωή να έχει τις δυσκολίες της, να απαιτεί διάφορες θυσίες, ωστόσο δεν στερεί την αξιοπρέπεια των ατόμων.

H σημασία του V for Vendetta σήμερα

Στην προσπάθεια να περιγραφούν οι πλούσιες και ενδιαφέρουσες ιδέες που βρίσκονται στις σελίδες του V for Vendetta, αγνοήθηκαν άλλες σημαντικές πτυχές του κόμικ, όπως για παράδειγμα το σχέδιο του David Lloyd, το οποίο αν και συνήθως αποτυπώνει με αισθητικά άρτιο τρόπο της πτυχές της ιστορίας, δημιουργώντας ένα περιβάλλον ασφυκτικό και ανα στιγμές σουρεαλιστικό και έντονα θεατρικό, σε αρκετά σημεία αποδεικνύεται δυσνόητο -χαρακτήρες μοιάζουν μεταξύ τους με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η κατανόηση μερικών πάνελ.  Ωστόσο, η εμμονή μας με την πολιτική διάσταση του κόμικ δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού εκεί ακριβώς -αλλά όχι μόνο- εντοπίζεται η σημασία του για εμάς σήμερα.

Η σύγχρονη βιομηχανία διασκέδασης υποστηρίζει πως είναι συνειδητοποιημένη απέναντι στα #σημαντικά_ζητήματα της εποχής μας, αλλά στην πραγματικότητα διστάζει να προτείνει ή έστω να υπονοήσει ουσιαστικές εναλλακτικές ιδέες στην κυρίαρχη ιδεολογία. Η κριτική της σπάνια ξεπερνάει την επιφάνεια των ζητημάτων, ενώ η αναγκαία διεισδυτική καλλιτεχνική ματιά θυσιάζεται στο βωμό της μαζικής απήχησης.

Η συνάντηση Spider-Man και… Obama είναι ενδεικτικό παράδειγμα του επιπέδου πολιτικής συνειδητοποίησης των σύγχρονων εμπορικών εκδοτικών εταιριών.

Έχοντας αυτά κατά νου, γίνονται εύκολα κατανοητοί οι λόγοι που κάνουν το V for Vendetta να ξεχωρίζει. Δρώντας σε ένα underground περιβάλλον, το οποίο ήταν ανοιχτό σε νέες ιδέες, δίχως να νοιάζεται ιδιαίτερα για την εμπορική επιτυχία και τα αμέτρητα πιθανά παιχνίδια προς πώληση, ο Moore κατάφερε να δημιουργήσει μια ενδιαφέρουσα ιστορία που θέτει δύσκολες ερωτήσεις, δεν χαϊδεύει αυτιά και υποστηρίζει μια ριζοσπαστική ιδεολογία που η μαζική κουλτούρα δεν χάνει ευκαιρία να διαστρεβλώνει. 

Μακριά από λαϊκίστικες υποσχέσεις, προτείνει μια εναλλακτική που μπορεί να μην φαντάζει ιδιαίτερα ελκυστική, αλλά δεν μετατρέπεται σε εχθρό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Κυρίως, όμως, αναδεικνύει τη σημασία της κατανόησης των συναισθημάτων και των κινήτρων των άλλων, ακόμα και των χειρότερων εχθρών μας, ως το σημαντικότερο εργαλείο για την αλλαγή, όποια και αν είναι αυτή τελικά. Ειδικά στις μέρες μας, όπου η διαδικτυακή (και όχι μόνο) πόλωση κυριαρχεί ακόμα και σε ασήμαντα θέματα και η κουλτούρα της ακύρωσης λαμβάνει τρομακτικές διαστάσεις, αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό της ιστορίας ίσως αποτελεί και το σημαντικότερο δώρο της προς εμάς.

Σχόλια

Your email address will not be published.