Ο Rufus Sewell ως Πρίγκηπας Andrew στην ταινία του Netflix, «Scoop».

Scoop: Το Netflix δεν έπιασε λαβράκι

Η Gillian Anderson των λατρεμένων XFiles και του πιο πρόσφατου Sex Education, καθώς και ο Rufus Sewell του φοβερού Dark City (1998) του Alex Proyas, πρωταγωνιστούν στη νέα ταινία του Netflix Scoop – να μη συγχέεται με την ομότιτλη ταινία του Woody Allen από το 2006 – η οποία δραματοποιεί την αληθινή συνέντευξη που παραχώρησε ο Πρίγκηπας Andrew (Sewell) στη δημοσιογράφο του BBC Emily Maitlis (Anderson) το Νοέμβριο του 2019, με επίκεντρο τις φιλικές σχέσεις του με τον Jeffrey Epstein, καταδικασμένο για σεξουαλικά εγκλήματα. Μια εβδομάδα μετά την επίμαχη συνέντευξη, ο Andrew αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τα δημόσια καθήκοντά του με τρόπο ταπεινωτικό.

Η ταινία, την οποία σκηνοθετεί ο τηλεοπτικά έμπειρος Philip Martin στο βιογραφικό του οποίου συναντάμε επεισόδια σειρών όπως οι Poirot και The Crown, και υπογράφουν σεναριακά οι Peter Moffat και Geoff Bussetil βασισμένοι στο βιβλίο της Samantha McAllister, παραγωγού της εκπομπής στην οποία παρουσιάστηκε η συνέντευξη (την υποδύεται στο έργο η Billie Piper), είναι αναμφίβολα διασκεδαστική στην παρακολούθησή της και διαθέτει γερές δόσεις βρετανικού φλέγματος, που σε κάποιους από εμάς ταιριάζει απόλυτα ως το ωραιότερο είδος χιούμορ. Σε αυτό συμβάλλει τα μέγιστα η ερμηνεία του Sewell ως Πρίγκηπα Andrew, με τον ηθοποιό να συστήνει το χαρακτήρα του ως ένα άβουλο, σχεδόν εξαρτώμενο από τη μητέρα του άνδρα, αλλά και της Anderson, η οποία δίνει σάρκα και οστά με τρόπο απολαυστικό σε μια δυναμική δημοσιογράφο που θα κάνει τα πάντα για να επιτύχει την είδηση.

Απόσπασμα από την ταινία του Netflix, «Scoop». Στο κέντρο βρίσκεται ο Πρίγκηπας Andrew (Rufus Sewell) και η δημοσιογράφος (Gillian Anderson). Στο πλάι φαίνονται τα άτομα που βρίσκονται πίσω από τις κάμερες.

Η ταινία εξελίσσεται σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, δίνοντάς μας την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε τα παρασκήνια της πολύκροτης αυτής συνέντευξης και τον αντίκτυπό της στην κοινωνική ζωή της Βρετανίας. Ο ρυθμός είναι αρκετά ζωντανός, μολονότι η σκηνοθετική δουλειά του Martin είναι μάλλον απλά διεκπεραιωτική. Το γεγονός ότι το έργο βασίζεται σε ένα τόσο πρόσφατο γεγονός του στερεί ενδεχομένως το στοιχείο της έκπληξης, τουλάχιστον για το κοινό αυτής της εποχής (μπορεί σε εκατό χρόνια η ταινία να βλέπεται με περισσότερη αγωνία), από μόνο του όμως αυτό δεν αποτελεί ελάττωμα – άλλωστε, και το Ζ (1969) του Κώστα Γαβρά βασιζόταν σε ένα πρόσφατο, τότε, ιστορικό γεγονός, αλλά ήταν συναρπαστικό.

Εκεί που βρίσκεται στην πραγματικότητα η αποτυχία της ταινίας είναι στις λεπτομέρειες. Το Scoop είναι μια ταινία ατζέντας και, όπως οι περισσότερες τέτοιες ταινίες, βροντοφωνάζει το μήνυμά της σε κάθε ευκαιρία. Κάνοντας το λάθος που κάνουν πολύ συχνά οι δημιουργοί ανάλογων ταινιών, ο Martin ενδιαφέρεται περισσότερο για αυτό που θέλει να πει, παρά για το πώς θα το πει, ξεχνώντας πως στον κινηματογράφο μετράει περισσότερο το δεύτερο, αφού αν σκοπός ενός έργου ήταν απλά και μόνο η μετάδοση ενός ορθού μηνύματος δε θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τον μεγάλο δημιουργό και τη μεγάλη ταινία από τις μετριότητες. Ίσως αυτά να φαντάζουν ως ψιλά γράμματα για τον θεατή που θα «καταναλώσει» την ταινία στην πλατφόρμα, όμως είναι δουλειά μας να εντοπίζουμε και να τεκμηριώνουμε τους λόγους για τους οποίους κρίνουμε ότι ένα έργο θα περάσει πολύ σύντομα στη σφαίρα της λήθης.

Το υπο-είδος των ταινιών «ερευνητικής δημοσιογραφίας» είναι ενδιαφέρον, έχει δώσει κλασικά έργα, όπως το All the Presidents Men (1976) του Alan Pakula, έχει φθάσει ως τα βραβεία Όσκαρ με το πιο πρόσφατο Spotlight (2015) του Tom McCarthy, και συνεχίζει να δίνει ωραίες ταινίες που αφουγκράζονται την εποχή τους και τη σχολιάζουν εύστοχα, σαν το The Post (2017) του Steven Spielberg. Το Scoop, δυστυχώς, δεν είναι μια ταινία που μελλοντικά θα μνημονεύεται πλάι στις προαναφερθείσες ως εξέχον δείγμα του είδους αυτού. Είναι μάλλον ακόμα μια ταινία του Netflix που προορίζεται για οικιακή κατανάλωση και θα ξεχαστεί πριν καλά – καλά κυκλοφορήσει η επόμενη.

Σχόλια

Your email address will not be published.